Μέχρι πρόσφατα τα συνθετικά υποκατάστατα
της ζάχαρης χρησιμοποιούνταν κατά κόρον για την απώλεια βάρους. Ωστόσο αποδεικνύεται ότι μπλοκάρουν ένα ένζυμο που
θεωρείται σημαντικό για την πρόληψη της παχυσαρκίας. Εδώ και καιρό
οι διατροφολόγοι είχαν την υποψία ότι οι συνήθεις συνθετικές γλυκαντικές ουσίες
που λειτουργούν σαν υποκατάστατα της ζάχαρης δεν οδηγούν στην επιθυμητή απώλεια
βάρους, όπως υπόσχονται. Για ποιους λόγους τα συνθετικά γλυκαντικά δεν είναι
στην πράξη διαιτητικά, είναι ένα θέμα που μέχρι σήμερα δεν είχε μελετηθεί σε
βάθος. Πρόσφατη έρευνα του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης που
δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Αpplied Physiology, Nutrition and
Metabolism», εστιάζει στο θέμα αυτό.
H oυσία στην οποία εστίασαν οι ερευνητές
ήταν η ασπαρτάμη, ένα γλυκαντικό
που στην ΕΕ είναι γνωστό με την κωδική ονομασία E951. Eιδικότερα, το άλας ασπαρτάμης-ακετοσουλφάμης (E962) είναι μια από τις πιο συχνά
χρησιμοποιούμενες γλυκαντικές ουσίες στον κόσμο. Εντοπίζεται σε πολλά προϊόντα
που κυκλοφορούν με την ένδειξη «χωρίς ζάχαρη»,
όπως αναψυκτικά, γλυκίσματα, τσίχλες, στιγμιαίος καφές, γαλακτοκομικά και είδη
αρτοποιίας. Eίναι πολύ διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η ασπαρτάμη βοηθά στην
απώλεια βάρους. Ωστόσο η έρευνα καταλήγει στο αντίθετο αποτέλεσμα. «Διαπιστώσαμε ότι η ασπαρτάμη μπλοκάρει τη
δράση ενός ενζύμου του πεπτικού συστήματος, που ονομάζεται εντερική αλκαλική
φωσφατάση», εξηγεί ο καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, Ρίτσαρντ
Άαρον Χόντιν. Το ένζυμο αυτό δημιουργείται στο λεπτό έντερο.
«Γνωρίζαμε
ότι το ένζυμο αυτό μπορεί να αποτρέψει την παχυσαρκία, τον διαβήτη ή το
μεταβολικό σύνδρομο, μια νόσο που χαρακτηρίζεται από τάση για παχυσαρκία,
υπέρταση, διαταραχές στον μεταβολισμό και αντίσταση στην ινσουλίνη»,
αναφέρει ο καθηγητής, υπογραμμίζοντας ότι σύμφωνα με την έρευνα η ασπαρτάμη
μπλοκάρει με έμμεσο τρόπο τη δράση αυτού του ενζύμου.
Οι Αμερικανοί ερευνητές διεξήγαγαν τα
πειράματά τους σε ποντίκια, στα οποία δοκίμασαν διάφορους εναλλακτικούς
διατροφικούς συνδυασμούς. Σε μερικά από αυτά που τρέφονταν με λιπαρές τροφές
χορήγησαν το εν λόγω ένζυμο. Αποδείχθηκε ότι ο οργανισμός τους αντιδρούσε καλά,
μειώνοντας την ποσότητα της συγκέντρωσης λίπους. Στη συνέχεια οι ερευνητές
χορήγησαν στα ίδια ποντίκια ένα διάλυμα ασπαρτάμης. Τότε η δράση του ενζύμου
στο λεπτό έντερο άρχισε να μειώνεται δραστικά. Με διάλυμα απλής ζάχαρης ή
αλατιού παρέμενε όμως στα ίδια επίπεδα.
Αυτό που επίσης παρατήρησαν ήταν ότι στα
ποντίκια που είχε χορηγηθεί διάλυμα ασπαρτάμης παραδόξως αυξήθηκε η συγκέντρωση
σακχάρου στο αίμα, ενώ παρατηρήθηκε και δυσανεξία στη γλυκόζη. Επίσης τα ποντίκια που είχαν λάβει ασπαρτάμη
παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα της πρωτεϊνής TNF στο αίμα. Η πρωτεΐνη αυτή
σχετίζεται επίσης με την εμφάνιση του μεταβολικού συνδρόμου. Η έρευνα σταματά
κάπου εδώ. Το ερώτημα στην πράξη είναι αν
πρέπει να αποφεύγουμε τα λεγόμενα προϊόντα «zero».
Σε κάθε περίπτωση, καλό είναι να προσέχουμε να καταναλώνουμε τα πάντα με μέτρο,
όπως άλλωστε και τα συμβατικά προϊόντα με απλή ζάχαρη.