Ο καθένας τώρα γνωρίζει, ακόμα και η
Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ότι διέπραξε πολιτικό λάθος ανοίγοντας
τις πύλες της χώρας της σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο μετανάστες από τη
Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία, γράφει ο Γάλλος δημοσιογράφος Ιβ Μαμού (Yves Mamou), επί δύο δεκαετίες δημοσιογράφος της
Le Monde, σε άρθρο του που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Gatestone.
Ανοίγοντας τα σύνορα της Γερμανίας στους μετανάστες
και στους πρόσφυγες η Μέρκελ ενεργοποίησε «αμυντικούς
μηχανισμούς» που αντιτίθενται στη «μεταμόρφωση»
της γερμανικής κοινωνίας και κουλτούρας σε έναν «πολυπολιτισμικό
χώρο». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ενδυνάμωση του αντιμεταναστευτικού
κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο πλέον έχει αναδειχτεί σε
σημαντικό παίκτη στη γερμανική πολιτική σκηνή.
Η Μέρκελ προκάλεσε ανησυχία και αναστάτωση
σε όλη την Ευρώπη για το μεταναστευτικό ζήτημα. Ίσως ακόμα και ενθάρρυνε με
αυτή της την επιλογή το Brexit, δηλαδή την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την
Ευρωπαϊκή Ένωση και ώθησε χώρες της κεντρικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία, στο
σημείο απόσχισης από την Ένωση.
Ενδιαφέρον έχει η αναφορά του Μαμού ότι δεν
ήταν μόνο το προσφυγικό κύμα του 2015, το οποίο κατέληξε κυρίως στη Γερμανία,
για την έξαρση του προβλήματος. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, μεταξύ του 2005 και
του 2014 η Γερμανία δέχτηκε συνολικά 6 εκατομμύρια ανθρώπους.
Σαφώς και όλα αυτά τα έξι εκατομμύρια δεν
ήταν από τη Μέση Ανατολή, αλλά η συντριπτική πλειονότητά τους δεν ήταν από την
Ευρώπη. Σε αυτά τα νούμερα δεν υπολογίζεται η λαθρομετανάστευση.
Και η υπόλοιπη Ευρώπη έχει δεχτεί
εκατομμύρια μεταναστών. Η Γαλλία, στην ίδια χρονική περίοδο, 2005-2014, δέχτηκε
3 εκατομμύρια μετανάστες, περίπου 300.000 κάθε χρόνο. Στην Ισπανία η κατάσταση
ήταν χαοτική: Περισσότεροι από 700.000 μετανάστες το 2005, 840.000 το 2006,
σχεδόν 1 εκ. το 2007 και στη συνέχεια μειώθηκαν σε 300.000 το χρόνο μέχρι το
2014.
Ο Ιβ Μαμού, στηριζόμενος στα παραπάνω
νούμερα, υποστηρίζει ότι πίσω από τους ανθρωπιστικούς λόγους στην
πραγματικότητα υφίσταται μια τεράστια επίσημη μεταναστευτική πολιτική σε ό,τι
αφορά την Ευρώπη. Για οικονομικούς λόγους, όπως εξηγεί, η Ευρώπη ανοιχτά
αποφάσισε εδώ και χρόνια να ενθαρρύνει την είσοδο στα εδάφη της ΕΕ ενός νέου
πληθυσμού, υποτίθεται για να αντιμετωπίσει τη γήρανση των ευρωπαϊκών εθνών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το
2013, δίχως μετανάστες, ο πληθυσμός της Ευρώπης θα μειωθεί από 507,3 εκ. σε
399,2 το 2080.
Δηλαδή, μέσα σε 65 χρόνια 100.000.000
Ευρωπαίοι, δηλαδή το 20% του ιθαγενούς πληθυσμού της ηπείρου, θα έχουν
εξαφανιστεί.
Εάν δει κανείς τις μεγάλες χώρες με τη
σειρά, τα νούμερα είναι εντυπωσιακά. Η Γερμανία από 80 εκ πληθυσμό σήμερα θα
πέσει στα 50 εκ, η Ισπανία από 46,4 στα 30 και η Ιταλία από 60 στα 39.
Κάποιες χώρες θα παραμείνουν σταθερές. Το
2080 η Γαλλία από 66 εκ. που έχει σήμερα θα φτάσει τα 68,7 και η Βρετανία από
67 θα πέσει στα 65.
Είναι η μετανάστευση από μόνη της κάτι «κακό»; αναρωτιέται ο Ιβ Μαμού. Ο ίδιος απαντά «βεβαίως όχι». Η μετανάστευση από χώρες χαμηλών εισοδημάτων
σε χώρες υψηλών εισοδημάτων είναι σχεδόν φυσική. Αρκεί, επισημαίνει, ο αριθμός των γεννήσεων
των ντόπιων να είναι τέτοιος που να διατηρεί τον πληθυσμό τους μεγαλύτερο από
τους μετανάστες. Τότε όλοι ωφελούνται. Όταν όμως η μετανάστευση χρησιμοποιείται
για να αυξηθεί ο πληθυσμός, επειδή οι ντόπιοι έχουν υπογεννητικότητα και
γερνάνε, τότε η κατάσταση αλλάζει και από εξέλιξη καταλήγει σε επανάσταση.
Αυτό που θέλει να πει ο Ιβ Μαμού είναι ότι
οι μετανάστες όταν θα έχουν πληθύνει και θα είναι ισχυρότεροι ως νεανικός
πληθυσμός, τότε θα διεκδικήσουν και θα πάρουν τη χώρα από τους ντόπιους για να
την κάνουν δική τους.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται εξαιτίας της
κουλτούρας των μεταναστών. Οι περισσότεροι είναι μουσουλμάνοι, αραβικής ή
τουρκικής κουλτούρας, που βρίσκεται από παλιά σε ιστορική σύγκρουση με την
κυρίαρχη (ακόμα;)
χριστιανική κουλτούρα της Ευρώπης. Και κυρίως γιατί αυτή η μουσουλμανική
μετανάστευση συμβαίνει σε μια ιστορική στιγμή ριζοσπαστικοποίησης του
παγκόσμιου ισλαμικού πληθυσμού.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται εξαιτίας της
εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας από τα έθνη της Ένωσης στη γραφειοκρατία των
Βρυξελλών.
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, εξηγεί ο Ιβ
Μαμού, για να μην ζήσουν ξανά πολέμους όπως ο Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος,
ενεπλάκησαν στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποφάσισαν να
προγραμματίσουν την εξαφάνιση των εθνικών τους κρατών μεταφέροντας όλο και
περισσότερες εξουσίες σε μια γραφειοκρατική, μη εκλεγμένη και αδιαφανή
εκτελεστική Επιτροπή (Κομισιόν) στις Βρυξέλλες.
Γιατί η Γαλλία, η Γερμανία και άλλες
ευρωπαϊκές χώρες της Ένωσης δέχθηκαν τη μαζική μετανάστευση δίχως να την
ομολογήσουν στους λαούς τους και δίχως να θέσουν το όλο θέμα σε δημόσιο
διάλογο;
Ίσως γιατί θεώρησαν ότι ένας νέος πληθυσμός
φορολογούμενων ίσως θα έσωζε τα εθνικά συστήματα υγείας και ασφάλισης των χωρών
τους. Για να αποφύγουν τη χρεοκοπία της κοινωνικής ασφάλισης και τα κοινωνικά
προβλήματα από δυσαρεστημένους συνταξιούχους, η Ευρωπαϊκή Ένωση έλαβε την
απόφαση να μεταμορφώσει έθνη-κράτη σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Πολιτικοί και οικονομολόγοι αποδείχτηκαν
τυφλοί στις πολυπολιτισμικές συγκρούσεις. Έδειξαν ούτε να υποψιάζονται τη
σημασία ταυτοτικών και θρησκευτικών ζητημάτων. Αυτά τα ζητήματα αφορούν τα έθνη
και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η λέξη «έθνος»
θεωρήθηκε «κακή».
Πολιτικοί και οικονομολόγοι θεώρησαν κάθε
πολιτισμικό και θρησκευτικό ζήτημα ως δευτερεύον. Παρά την αυξανόμενη απειλή
της ισλαμικής τρομοκρατίας (εσωτερικής και εισαγόμενης από τη Μέση Ανατολή),
απάντησαν ότι κάθε βίαιη αντιπαράθεση μπορεί να επιλυθεί μέσα από μια κοινωνία
που όλοι θα εργάζονται. Πολλοί έδειξαν
να πιστεύουν τον Ομπάμα, που είπε ότι οι δουλειές, οι θέσεις εργασίας, θα παύσουν
τον τζιχαντισμό.
Η Γερμανία για να αποφύγει συγκρούσεις στο
εσωτερικό της, εξαιτίας των μουσουλμάνων, θα μπορούσε να εισάγει εργαζόμενους
από τις χώρες τις Ένωσης που αντιμετωπίζουν υψηλή ανεργία, όπως Γαλλία,
Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα. Αλλά αυτή η «λευκή»
εργατική δύναμη θεωρείται «ακριβή» από τις
μεγάλες εταιρείες, που προτιμούν φτηνά εισαγόμενα εργατικά χέρια από τη Μέση
Ανατολή, την Τουρκία και τη βόρεια Αφρική.
Επίσης κρίθηκε ότι η εσωτερική μετανάστευση
από τον ευρωπαϊκό νότο δεν θα έλυνε το πρόβλημα της γενικότερης γήρανσης του
ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Μπορεί η Ευρώπη να δανειστεί έναν
μουσουλμανικό πληθυσμό από την Τουρκία, τη βόρεια Αφρική, την υποσαχάρια Αφρική
και τη Μέση Ανατολή και να γίνει παγκόσμια δύναμη στηριζόμενη σε έναν πληθυσμό
πολυπολιτισμικό και πολυθρησκευτικό;
Αυτό δεν το απάντησαν, δεν το εξέτασαν
ποτέ. Γνωρίζουμε όμως τι αποφάσισαν το 2004 εν αγνοία των ευρωπαϊκών εθνών.
Σύμφωνα με τη Γαλλίδα κοινωνιολόγο Μισέλ
Τριμπαλά (Michèle
Tribalat), στη Σύνοδο της 19ης Νοεμβρίου 2004 [πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στην Ελλάδα]
οι Ευρωπαϊκές χώρες συμφώνησαν να τηρήσουν έντεκα βασικές δεσμεύσεις. Μεταξύ
αυτών, να μη λαμβάνεται υπόψη καμία ασυμμετρία μεταξύ των ντόπιων και των
μεταναστών, δηλαδή να μην υπολογίζονται «ποσοστώσεις» για τη διατήρηση των
ντόπιων ως κυρίαρχου πληθυσμού. Δεν αναγνωρίζονται προνόμια στους Ευρωπαίους ή
στην πολιτιστική τους κληρονομιά. Όλες οι κουλτούρες θα έχουν την ίδια
εθνικότητα, η οποία αντικατέστησε κι ως όρος την «υπηκοότητα». Δεν αναγνωρίζεται
καμία ουσιώδης Ευρωπαϊκή κουλτούρα που θα ήταν χρήσιμη να διατηρηθεί. Κάθετη
διάσταση προς την ιστορία και το παρελθόν, το ιστορικό παρελθόν είναι περιττό.
Στη Γαλλία, στη Γερμανία και στη Σουηδία
έγινε ξεκάθαρο ότι η αυξανόμενη ροή ριζοσπαστικοποιημένων μουσουλμανικών
πληθυσμών άρχισε να αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού της ενσωμάτωσης.
Επειδή οι μετανάστες δεν είναι υποχρεωμένοι
να προσαρμοστούν είναι ελεύθεροι να αναπαράγουν τις θρησκευτικές και
πολιτισμικές τους συνήθειες.
Οι ντόπιοι, οι Ευρωπαίοι «ιθαγενείς», διατάχθηκαν να μην αντιστέκονται στις
«περιβαλλοντολογικές αλλαγές» της
μετανάστευσης. Όσοι προσπάθησαν να αντισταθούν χαρακτηρίστηκαν από τον Τύπο και
το πολιτικό σύστημα ως ρατσιστές, ακροδεξιοί κ.α. Τότε βρήκαν «γόνιμο» έδαφος
να καρπίσουν τα μέχρι πρότινος περιθωριακά ακροδεξιά και νεοναζιστικά κόμματα
για να φτάσουν σήμερα κάποια από αυτά να διεκδικούν τις κυβερνήσεις της
Ευρώπης.
Οι ντόπιοι υποχρεώθηκαν να «κάνουν χώρο» στους νεοφερμένους και να αποδεχτούν
τη συνύπαρξη. Την οποία -εκ του αποτελέσματος- ποτέ δεν αποδέχτηκαν και
σήμερα πλέον εισερχόμαστε σε περίοδο κοσμοϊστορικών αλλαγών.
Τι προειδοποιούν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι:
Ο Πλάτων, πριν 25 αιώνες, γράφει:
«Αν όμως ο πληθυσμός [της
πόλης, δηλ. του κράτους] ελαττωθεί
και πέσει κάτω από τον επιθυμητό αριθμό, δεν πρέπει να φέρνουμε στην πόλη
ξένους πολίτες που δεν έχουν εκπαιδευθεί με τον σωστό τρόπο» («Νόμοι»,
741a).
Και ο Πλούταρχος, 20 αιώνες πριν, εξηγεί
γιατί:
«Οι πολλές και ποικίλες ποιότητες, που περικλείουν
αντιθέσεις και είναι δύσκολο να τις δαμάσεις, καταστρέφονται προτού βρεθούν
μαζί, εφόσον, όπως σε πόλη με ανθρώπους μιγάδες που έχουν συγκεντρωθεί από
παντού, δεν είναι εύκολο να φτάσουν σε κατάσταση ενότητας και ομοιοπάθειας,
αλλά κάθε μία τραβάει προς αυτό που της είναι οικείο και είναι δύσκολο να
συνδυαστεί με το αλλόφυλο» («Συμποσιακά», Δ΄, Πρόβλημα Α΄, 661C).