Εφημερίδα ‘’συν-δεσμος 68’’ τεύχος 81
Ευάγγελος Γριβάκος
Την 18η Νοεμβρίου
1940, 22 ημέρες
μετά την έναρξη
του πολέμου 1940-41, από
τον εξώστη του Παλάτσο
Βενέτσια της Ρώμης, ο Μπενίτο Μουσολίνι, μετά από μεγαλειώδη
υποδοχή που του επιφυλάχθηκε με όλες τις φανφάρες του φασιστικού τελετουργικού,
απηύθυνε στομφώδη λόγο προς το πλήθος των οπαδών του κόμματός του που τον επευφημούσαν αλαλάζοντας
διάφορα συνθήματα.
Σκοπός της εκφώνησης του λόγου
ήταν η εξύψωση του ηθικού του Ιταλικού Λαού που είχε πληγεί
από την δυσμενή εξέλιξη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, όπου οι
ημέτερες δυνάμεις είχαν ήδη απωθήσει από
τα εδάφη τους τις ιταλικές και τώρα τις
καταδίωκαν μέσα στην Αλβανία. Συγχρόνως αποτελούσε και μια μορφή
απολογίας προς τον Χίτλερ
με τον οποίον ο Μουσολίνι
από 22 Μαΐου 1939 είχε υπογράψει το «Χαλύβδινο Σύμφωνο» Συμμαχίας.
Από την αρχή της ομιλίας του ο Μουσολίνι
εκφράσθηκε με τα χειρότερα λόγια για την
Ελλάδα την οποία
απεκάλεσε «ύπουλο και επικίνδυνο εχθρό» για τον λόγο ότι ενώ
φαινομενικά διατηρούσε ουδετερότητα, από την άλλη πλευρά είχε γίνει σύμμαχος με την Αγγλία. Συνεχίζοντας είπε ότι «οι Ελληνες μισούν την Ιταλία όσο κανείς άλλος λαός » και
χαρακτήρισε το μίσος αυτό «βαθύ » και «άσβεστο »,
οφειλόμενο «στην πολιτική της πλήρους συνενοχής της
Ελλάδος με την Αγγλία [ …] που ήτο πράξις συνεχούς έχθρας
κατά της Ιταλίας […]». Επίσης το χαρακτήρισε και «ανεξήγητο»,
αναρωτώμενος ρητορικά πως είναι δυνατόν
να υφίσταται , όταν
κατά καιρούς υπήρξαν
Ιταλοί Φιλέλληνες που θυσιάστηκαν για την Ελλάδα, όπως ο Ανιμάλε Σανταρόζα που
έπεσε στην Σφακτηρία το 1825 μαχόμενος κατά
των αιγυπτιακών δυνάμεων
ή ο γαριβαλδινός Αντώνιο
Φράττι που σκοτώθηκε στο Δομοκό
κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Ως
ένα αποφασιστικό παράγοντα της αποτυχίας του
πολέμου ο Μουσολίνι ανέφερε
το λίαν ορεινό
έδαφος του Θεάτρου Επιχειρήσεων
λέγοντας ότι «αι τραχείαι
οροσειραί της Ηπείρου και αι λασπώδεις χαράδραι της δεν είναι κατάλληλοι δια
τον αστραπιαίον πόλεμον που ηξίουν οι
αδιόρθωτοι πιστοί της στρατηγικής με τας
επί των καρφίδων μικράς σημαίας εις τους χάρτας των».
Θεωρητικός και υποστηρικτής της τακτικής του αστραπιαίου πολέμου (blitzkrieg, γερμανιστί)
– τον οποίον
εφάρμοσαν οι Γερμανοί κατά τον Β’ΠΠ - ήταν ο
Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα,
Διοικητής των εν
Αλβανία ιταλικών δυνάμεων,
ο οποίος προσπάθησε - ανεπιτυχώς, βέβαια- κάποιες από
τις Αρχές του blitzkrieg (όπως του στρατηγικού αιφνιδιασμού και της κάμψεως της
θελήσεως του αντιπάλου
για άμυνα δια
ταχυτάτων διεισδύσεων από
τα ασθενή σημεία
του μετώπου και αποδιοργάνωση των μετόπισθεν αυτού),
να τις εφ αρμόσει και στον πόλεμο κατά της Ελλάδος. Ομως η μικρή αλλά δυναμική
Ελλάδα, όχι μόνο δεν αιφνιδιάστηκε, αλλά
πολύ γρήγορα πέρασε στην
αντεπίθεση, ανατρέποντας τα
σχέδια του αντιπάλου. Εχουμε, με άλλα λόγια, αντιστροφή του blitzkrieg
από τον αμυνόμενο (Ελλάς) προς
τον επιτιθέμενο (Ιταλία)
και μάλιστα με απόλυτη επιτυχία.
Περαιτέρω ο Μουσολίνι προσπάθησε να αποτινάξει την
οποιαδήποτε ευθύνη της
αποτυχίας των μέχρι
τότε επιχειρήσεων με την φράση «Καμμία
πράξις, κανείς λόγος ιδικός μου ή
της κυβερνήσεως ή
οιουδήποτε άλλου υπευθύνου παράγοντος δεν είχε εξαγγείλει τον τοιούτον αστραπιαίον πόλεμον. Δεν νομίζω
ότι αξίζει τον κόπον να διαψεύσω όλας τας πληροφορίας της ελληνικής προπαγάνδας
και των αγγλικών μεγαφώνων της».
Μετά την αποτίναξη των ευθυνών, ο Ντούτσε
έκρινε ότι ήλθε η ώρα των απειλών. «Spezzeremo le
reni alla Grecia» (=θα τσακίσουμε τα πλευρά της Ελλάδος)
διακήρυξε, για να αποκρύψει
ότι εκείνη την
χρονική στιγμή ο Ελληνικός
Στρατός «τσάκιζε
τα πλευρά» του
ιταλικού στο υψίπεδο Μόροβας-Ιβάν και ότι
κινδύνευε να πέσει η Κορυτσά, γεγονός βαρυσήμαντο που συνέβη μετά
από 4 ημέρες (22 Νοεμβρίου), όταν το «Απόσπασμα Μπεγέτη» του Γ΄ΣΣ εισήλθε θριαμβευτικά
στην πόλη. Ούτε και πιθανώς να φαντάζονταν ότι με το τέλος της 2ης περιόδου του
πολέμου (13 Δεκεμβρίου 1940), το 1/3 περίπου
του αλβανικού εδάφους - η Βορ. Ηπειρος
- από την Χειμάρα και τους Αγ.
Σαράντα στο Ιόνιο Πέλαγος, μέχρι το Πόγραδετς
και την λίμνη Αχρίδα θα περιέπιπταν
στην ελληνική κατοχή.
Με την έναρξη του πολέμου, η 3η Μεραρχία αλπινιστών «Τζούλια», με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη του Μετσόβου
επιτέθηκε στην Πίνδο κατά του «Αποσπάσματος Πίνδου», δυνάμεως 2.000 ανδρών που γενναιόψυχα
αμύνονταν εκεί με Διοικητή τον ηρωικό Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, καταγόμενο από τα Κεχριάνικα Λακωνίας. Μέχρι την 3η
Νοεμβρίου οι Ιταλοί κατόρθωσαν να
δημιουργήσουν μια βαθειά εισχώρηση (θύλακα) μεταξύ Σμόλικα
και Γράμμου και μέχρι τα χωριά Δίστρατο
και Βωβούσα.
Εν τω μεταξύ, από 1ης Νοεμβρίου οι Ελληνικές Δυνάμεις του Β΄ΣΣ ( I Μεραρχία και Μεραρχία Ιππικού) με δριμείες
αντεπιθέσεις άρχισαν να περισφίγγουν
ολόπλευρα τον θύλακα,
απειλώντας με αποκοπή
τα τμήματα της «Τζούλια». Με την ανακατάληψη των
χωρίων Σαμαρίνα και Βωβούσας την 3η
Νοεμβρίου και του Δίστρατου την 8η Νοεμβρίου οι
ιταλικές δυνάμεις νοτίως του Σμόλικα
άρχισαν, κυκλωμένες, να
υποχωρούν προς Κόνιτσα,
μέσω της κοιλάδας του Αώου. Μέχρι το βράδυ της 13ης
Νοεμβρίου ο Ελληνικός Στρατός είχε θέσει
υπό έλεγχο τις κύριες συνοριακές διαβάσεις σε ολόκληρο τον τομέα της Πίνδου, με εξαίρεση την περιοχή της Κόνιτσας όπου άλλες ιταλικές δυνάμεις
κατόρθωσαν να την διατηρήσουν μέχρι 16 Νοεμβρίου,
προκειμένου να καλύψουν την διέλευση των υπολειμμάτων της «Τζούλια».
Διαρκούσης της μάχης
της Πίνδου, επί του υψώματος Τσούκα - στα όρια της περιοχής των χωριών Ζούζουλη
και Φούρκα- έπεσε μαχόμενος την 1η
Νοεμβρίου1940 ο πρώτος Ελληνας Αξιωματικός, Υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος, Διοικητής 2ου Λόχου του 4ου
Συντάγματος Πεζικού, από την Χάλκη
Δωδεκανήσου. Ομοίως, την 2α Νοεμβρίου,
στην περιοχή Προφήτης Ηλίας του χωρίου Κάντζικο
τραυματίσθηκε σοβαρά ο Συνταγματάρχης
Δαβάκης ο οποίος τον Ιανουάριο
1943 πνίγηκε όταν το πλοίο που τον
μετέφερε ως όμηρο από την Πάτρα
στην Ιταλία τορπιλίσθηκε στην Αδριατική από συμμαχικό
υποβρύχιο.
Ο Μουσολίνι
στην ομιλία του ισχυρίσθηκε ότι ο Στρατηγός Σοντού
επισκέφθηκε την Μεραρχία «Τζούλια» την 12η
Νοεμβρίου - δηλαδή πριν ακόμη
περατώσει την άτακτη σύμπτυξή της – και, στη συνέχεια,
τηλεγράφησε σε αυτόν (τον Μουσολίνι
) και του ανέφερε «την λαμπράν
εντύπωση που απεκόμισε από
την θαυμασίαν αυτήν
μονάδα, στερεωτέραν και
πλέον υπερήφανον παρά
ποτέ, με τους
γρανιτώδεις αλπινιστάς της» (!!). Τώρα κατά πόσον μια Μεγάλη
Μονάδα όπως ήταν η «Τζούλια», αμέσως
μετά από τέτοιο μακέλλεμα που
υπέστη και προτού
προλάβει να αναδιοργανωθεί, μπορεί να
είναι «στερεά» και «υπερήφανος»
, επαφίεται στη κρίση κάθε σώφρονος
ανθρώπου.
Στις επόμενες αποστροφές του λόγου του ο δικτάτορας ακούστηκε να λέει
ότι : Δεν τον ενδιέφερε καθόλου ο χρόνος που θα χρειάζοταν για να «τσακίσει τα ελληνικά πλευρά», διαθέτει επαρκές
ανθρώπινο δυναμικό και μέσα για
να επιτύχει τον σκοπό του, οι Αγγλοι δεν θα μπορέσουν να τον παρεμποδίσουν στις
αποφάσεις του ούτε να σώσουν τους
Ελληνες από την
καταστροφή και να
μην αμφιβάλλει κανένας
πως όταν αυτός
ξεκινήσει κάτι (είναι τόσο πείσμων
που) το φέρει
πάντοτε εις πέρας.
Φαντάζεται κανείς πόσο ανάλγητος ήταν αυτός ο «ηγέτης», αφού
αδιαφορούσε για το πόσες ανθρώπινες ζωές θα χάνονταν , αρκεί να ικανοποιούσε την άκρατη μισαλλοδοξία του.
Ο
λόγος του Μουσολίνι τελείωσε με την
υπόσχεση - απειλή ότι «τους 372 νεκρούς, τους 1072
τραυματίες και τους 650 εξαφανισθέντας κατά
την διάρκειαν των πρώτων 10 ημερών του αγώνος εις το
ηπειρωτικόν μέτωπον , θα τους εκδικηθώμεν. [ …. ] » . Ομως η δίψα της εκδίκησης έφερε σε αυτόν
αντί της νίκης, την ήττα, αντί της δόξας, τον όλεθρο. Την νίκη των Ελληνικών Οπλων υποσχέθηκε η Ιδια η Υπέρμαχος Στρατηγός, η Οποία με τις πολλαπλές
εμφανίσεις της «μπροστάρισσα» στα πεδία των μαχών, καθοδηγούσε και προστάτευε
τους μαχητές μας στον δίκαιο αγώνα τους.
Δικαίως, λοιπόν και η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της Αγίας Σκέπης Της, την 28η Οκτωβρίου εκάστου έτους.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΕΤΑΞΑ ΣΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ
ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ ΤΗΣ 18ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1940.
Τέσσερεις ημέρες αργότερα, την 22α
Νοεμβρίου 1940, ανήμερα της εισόδου του Ελληνικού Στρατού στην Κορυτσά, η απάντηση που
από ραδιοφώνου έδωσε ο Μεταξάς στον Μουσολίνι, ανεπιτήδευτα θα μπορούσε να
χαρακτηρισθεί ως απάντηση ενός πραγματικού Ηγέτη που
αγωνίζεται με σύσσωμο το Εθνος
εναντίον ενός ιταμού επιδρομέα που άδικα
και απρόκλητα επιβουλεύεται την
ελευθερία της Πατρίδος του. Τιμής ένεκεν παρατίθεται
κατωτέρω αυτούσιο - και στην απλή
καθαρεύουσα που εκφωνήθηκε - το
κείμενο της απάντησης του Μεταξά με
σκοπό να αφεθεί ο αναγνώστης
ανεπηρέαστος στην εξαγωγή των συμπερασμάτων σχετικά με
τον πατριωτισμό και
τον δυναμισμό αυτού
του πρωτεργάτη του Έπους
1940-41.
«Προ
26 ημερών ύπουλος
και δόλιος εχθρός
μας επετέθη χωρίς καμμίαν
αφορμήν και με
μόνον σκοπόν να μας αφαιρέσει ό,τι πολυτιμότερον έχομεν
και ό,τι δίδει αξίαν εις την ζωήν μας, δηλαδή
την ελευθερίαν μας, την εθνικήν
μας ανεξαρτησίαν και την τιμήν μας. Όλη
η Ελλάς ηγέρθη ως ένας άνθρωπος ηνωμένη εις ένα
αδιάσπαστον σύνολον και εις την
πρόσκλησιν του Βασιλέως έδραμεν εις τα όπλα.
Σκληροί
αγώνες ήρχισαν ευθύς εξ αρχής και το πρώτον βάρος έπεσεν εις
τον Στρατόν της
Ηπείρου, του οποίου
η σθεναρά αντίστασις εκάλυψεν την
επιστράτευσιν και την συγκέντρωσιν των Πολεμικών μας Δυνάμεων. Εκτοτε και εφ΄όσον συνεκεντρούτο ο Στρατός
και μετά την συγκέντρωσιν αυτού ήρχισαν
και αι νίκαι η μία μετά την
άλλην. Στρατός, Αεροπορία και Ναυτικόν
συνηγωνίζοντο και ημιλλώντο εις πράξεις ανδρείας, αι οποίαι
θα δοξάζουν εσαεί το ελληνικόν
όνομα.
Δια
τούτο εκ μέρους ολοκλήρου του έθνους εκφράζω την βαθυτάτην ευγνωμοσύνην
του προς τον θρυλικό Στρατόν, την
ηρωικήν Αεροπορίαν μας και το
αδάμαστον Ναυτικόν μας δια τας ενδόξους
σελίδας, τας οποίας προσθέτουν εις την τρισχιλιετή ιστορία μας, καθώς επίσης
αποτίω φόρον θαυμασμού προς τους κατοίκους των πόλεων και των χωρίων της
Ελλάδος, οι οποίοι με θάρρος και γενναιοψυχίαν υπέστησαν τους βομβαρδισμούς του
εχθρού. Είμαι προσέτι βέβαιος, ότι
ερμηνεύω την κοινήν επιθυμίαν εκφράζων την ευγνωμοσύνη του Ελληνικού
Έθνους προς τους γενναίους συμμάχους μας τους Άγγλους δια την ολόψυχον βοήθειαν
την οποίαν δίδουν
εις τον αγώνα
μας και ιδίως δια τα κατορθώματα
του απαραμίλλου Ναυτικού των
και της περιφήμου
Αεροπορίας των. Ο
αγών από 10 ημερών έλαβε την μεγαλυτέραν αυτού έντασιν
εις τον τομέα της Δυτικής Μακεδονίας και
τα πέριξ, όπου η μάχη υπήρξε σκληρά
και αδιάκοπος καθ΄όλας
τας ημέρας, καταλήξασα μετά την πτώσιν του ορεινού
προμαχώνος της Μόροβας εις την κατάληψιν της Κορυτσάς σήμερον, και εις την
φυγήν του εχθρού εφ΄ όλου του μετώπου της Δυτ. Μακεδονίας και της Ηπείρου.
Όταν ο
Ιταλός δικτάτωρ απήγγειλε
τον τελευταίον αυτού λόγον, τον
τόσον γεμάτον από χολήν και οργήν εναντίον
της Ελλάδος, δεν
εφαντάζετο βέβαια ότι ο
Ελληνικός Στρατός θα του
έδινε τόσον ταχείαν απάντησιν.
Μετά τοιαύτην απάντησιν, η οποία
θα του μείνει αλησμόνητος, δεν χρειάζονται πολλά λόγια δικά
μου. Μόνον ολίγα έχω να προσθέσω. Η
Ελλάς δεν λησμονεί ούτε τον Σανταρόζαν,
ούτε τον Φράττι, ούτε τον Γαριβάλδην, ούτε τόσους και τόσους
άλλους Ιταλούς οι
οποίοι έχυσαν το
αίμα των, όπως δεν λησμονεί και τόσους και τόσους
Ελληνας οι οποίοι έχυσαν το αίμα των υπέρ της αγωνιζομένης δια την ελευθερίαν
και ανεξαρτησίαν της
κατά τον παρελθόντα
αιώνα Ιταλίας.
Οι Ιταλοί οι αγωνισθέντες υπέρ ημών κατά
τους εθνικούς μας αγώνας θα μας είναι πάντοτε διπλά προσφιλείς και δια το αίμα
το οποίον έχυσαν και διότι εάν έζων σήμερα θα ήσαν οι καταδιωκόμενοι και
αποδιοπομπαίοι τράγοι του φασισμού, όστις δεν είναι δυνατόν να ανεχθεί ποτέ εις
τους κόλπους του ανθρώπους αγωνιζομένους δια τα μεγάλα και υψηλά ιδανικά δια τα
οποία ηγωνίσθησαν εκείνοι άλλοτε και ημείς αγωνιζόμεθα σήμερον. Θέλω να
προσθέσω ακόμη και το εξής: Ο κ.
Μουσολίνι απορών διότι η θέλησίς του να
υποδουλώσει την Ελλάδα προκάλεσε κατ΄αυτού το μίσος του ελληνικού λαού, έθεσεν ως σκοπόν του πολέμου της
φασιστικής Ιταλίας την εξόντωσιν της
Ελλάδος. Τον διαβεβαιούμεν ότι
έχομεν λάβει την απόφασιν να μη
εξοντωθώμεν και να ζήσωμεν ως έθνος ελεύθερον και ανεξάρτητον, και θα
ζήσωμεν, και μαζί
με τους Αγγλους συμμάχους
μας θα υπερισχύσωμεν. Ποίαι θα είναι αι συνέπειαι της τοιαύτης
επικρατήσεώς μας δια την Ιταλίαν ας το
κρίνει ο ιταλικός λαός όταν θα
εκκαθαρίσει ημέραν τινά
τους λογαριασμούς του με τον δικτάτορά
του [….]».
«Προφητική» ήταν
η τελευταία φράση
του Μεταξά
σχετικά με την
εκκαθάριση των λογαριασμών
του Ιταλικού
Λαού με τον Μουσολίνι. Από τις
αρχές Ιουνίου 1944 και ενώ τα συμμαχικά
στρατεύματα προέλαυνασν στην ιταλική χερσόνησο, ο «Ντούτσε» (που είχε πια προ πολλού απολέσει την εξουσία ) προσπαθεί να δραπετεύσει στην Ελβετία, αλλά την
27η
Ιουνίου 1945 συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς αντάρτες της
Αντίστασης και την επόμενη ημέρα εκτελείται δι΄ απαγχονισμού μαζί με άλλα 16
άτομα, τα περισσότερα της
κυβέρνησης Σαλό.
Ο Ιταλικός
Λαός υποδέχθηκε τον αφανισμό του Μουσολίνι με ανακούφιση και χωρίς τύψεις. Τους
είχε υποσχεθεί ρωμαϊκά μεγαλεία και αντ΄αυτών τους έδωσε ένα άδικο
πόλεμο, αίμα, θλίψη και δυστυχία. Αντίθετα ο
Ελληνικός Λαός ακολούθησε πιστά
τον Ηγέτη Μεταξά
στο «ΟΧΙ» κατά των εισβολέων
και με τιτάνιο αγώνα το υλοποίησε και το δόξασε στα πεδία της τιμής, εμπνέοντας
με τις υπέρτατες θυσίες του τον Κωστή Παλαμά να γράψει ότι « Η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς
το πύρωμα μετριέται, και με αίμα».