Ρωτάμε λοιπόν με το στόμα του Νίκου
Ξανθόπουλου τους απανταχού ΣΥΡΙΖΑίους και
έναν έναν χωριστά: « Πόσα θέλεις
για να με τρελάνεις, για να σου τα δώσω όλα μετρητοίς».
Πόσα θέλεις
για να με τρελάνεις / Πόσα θέλεις για να με τρελάνεις, για να σου τα
δώσω όλα μετρητοίς. Αυτά τραγούδαγε εκεί κάπου το 1978 ο Νίκος
Ξανθόπουλος. Τη μουσική του τραγουδιού, έχει γράψει ο Χρ. Νικολόπουλος, πάνω σε στίχους του Ηλία Πολυδώρου. Ένα μικρό μπρέϊκ (τρομάρα μας)
στα καλλιτεχνικά και θα επανέλθω. Στα διάφορα στρατιωτικά σχολεία, όταν
προτείναμε μία λύση σε ένα πρόβλημα τακτικής έπρεπε ταυτοχρόνως να αναπτύξουμε
και τις «δικαιολογητικές σκέψεις», που
μας οδήγησαν σ’ αυτή μας την απόφαση. Εννοείται ότι οι σκέψεις αυτές θα
έπρεπε να στηρίζονται σε κανονισμούς και διαταγές. Εδώ με την πρώτη φορά
αριστερά (ας
προσέχαμε), συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Πρώτα παίρνει η κυβέρνηση ένα μέτρο καλώς ή
κακώς, τις περισσότερες φορές κακώς έως κάκιστα, διότι αυτό υπαγορεύουν αυτοί
που θα χόρευαν με τα νταούλια που θα έπαιζε ο ενδόξως πεσών Βαρουφάκης και μετά έρχονται οι φωστήρες της,
να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα και τα κάνουν, όπως είναι φυσικό, μαντάρα.
Διότι, να σου πει ο κ. Τσίπρας , που «σνιφάρει» και μνημόνια, κατά
το αγρίως λογοκριθέν και τελικώς αποκεφαλισθέν σκίτσο του κ. Ζερβού από την «Εφημερίδα των Συντακτών», την πιο
δημοκρατικιά, ως γνωστόν, εφημερίδα του πλανητικού μας συστήματος «Κύριε, έτσι μου γουστάρει. Πρωθυπουργός είμαι και δεν πάει να
γίνουν τσιμέντο τα πάντα όλα», να το καταλάβω. Είναι πολύ πιο
αντρίκιο αυτό, αν και εντελώς…χουντικό και σταλινικό, από το να προσπαθεί να
βγάλει έναν ολόκληρο λαό (ένα μεγάλο μέρος του το έχει καταφέρει δηλαδή…)
ηλίθιο.
Βγήκε π.χ. η κ. Τασία να μας πει ότι δεν υπάρχει συνοικισμός λαθρομεταναστών
στην Ομόνοια, αλλά περιστασιακοί τουρίστες που την μεν ημέρα παίρνουν χρώμα, το
δε βράδυ το βραδάκι, απλώς διακτινίζονται στο άναρχο Σύμπαν.
Έρχεται η κ. Φωτίου
και λύνει το επισιτιστικό πρόβλημα του λαού μας , που πραγματικά άρχισε να
πεινάει και όχι όπως τόσα χρόνια φωνάζανε οι αριστεροί με μπουκωμένα τα στόματά
τους με κοκορέτσια και σπληνάντερα. Λέει λοιπόν η κ. Φωτίου «φάτε ντομάτες γεμιστές».
Τώρα, εμένα γιατί μου δημιουργούνται συνειρμοί με τις παραγινομένες ντομάτες, όπως π.χ. με αυγά, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Εδώ να πω
ότι αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας τις πονηρές σκέψεις που κάνατε μερικοί από σας για άλλη χρήση των παραγινομένων λαχανικών.
Να και ο κ. Μουζάλας,
που σε όλον αυτό τον συρφετό των λαθρομεταναστών, που έχουν γονατίσει τον Νομό
Κιλκίς και τα νησιά του Αιγαίου, βλέπει Ωνάσηδες, Νιάρχους και Ντόναλντ
Τράμπηδες.
Όμως το καίριο, μέχρι στιγμής πάντοτε,
χτύπημα το έδωσε η ΣΥΡΙΖΑία κ. Αφροδίτη Θεοπεφτάτου, εκ Κεφαλληνίας
ορμωμένη: «Προσπαθήσαμε το ποσό του 23% στον ΦΠΑ να
μοιραστεί σε διάφορα είδη. Επειδή δύσκολα συμβαίνει και να πίνεις πολύ και να
καπνίζεις πολύ και να πηγαίνεις να πίνεις πολλούς καφέδες, δηλ. πρέπει να
συμπίπτουν πάρα πολλά πράγματα για να επιβαρυνθεί σοβαρά ένα νοικοκυριό, και
γι' αυτό μοιράστηκε».
Και μετά το μπρέϊκ (ξαναμανατρομάρα μας), να ξανάρθουμε στα καλλιτεχνικά. Ρωτάμε λοιπόν με το στόμα του Νίκου Ξανθόπουλου τους απανταχού ΣΥΡΙΖΑίους και έναν έναν χωριστά: «Πόσα θέλεις για να με τρελάνεις, για να σου τα δώσω όλα μετρητοίς».
Και μετά το μπρέϊκ (ξαναμανατρομάρα μας), να ξανάρθουμε στα καλλιτεχνικά. Ρωτάμε λοιπόν με το στόμα του Νίκου Ξανθόπουλου τους απανταχού ΣΥΡΙΖΑίους και έναν έναν χωριστά: «Πόσα θέλεις για να με τρελάνεις, για να σου τα δώσω όλα μετρητοίς».
Η κ. Θεοπεφτάτου
(μ’ αυτήν θα
ασχοληθούμε, γατί με τους άλλους κλείσαμε ως σχολιαστές…) ή μας
δουλεύει ή δεν έχει ιδέα ούτε μουσικής, ούτε και το τι γίνεται στην Ελληνική
κοινωνία. Διότι αν είχε, θα ήξερε ότι τα διάφορα τραγούδια που γράφονται, είναι
εμπνευσμένα από την πραγματικότητα της καθημερινότητάς μας.
Έτσι θα ήξερε ότι ο Μιχάλης Σουγιούλ μελοποίησε τους στίχους του Νίκου Φατσέα, που τραγούδησε ο Τώνης Μαρούδας και λέγανε: «Το τσιγάρο μου σε μια γωνία φουμάρω.
Και τραβάω και καφέ μια ρουφηξιά»
Και επειδή ο Σουγιούλ είναι παλιός, ας ακούσει και τον Μίλτο Πασχαλίδη και τις «Κακές συνήθειές» του.
Και επειδή ο Σουγιούλ είναι παλιός, ας ακούσει και τον Μίλτο Πασχαλίδη και τις «Κακές συνήθειές» του.
Αν αυτά δεν τα γνωρίζει η κ. Αφροδίτη ας ψάξει στο διαδίκτυο, να βρει το
τραγούδι των Ζακ Ιακωβίδη και Γιάννη Βέλα πάνω σε στίχους των Θίσβιου-Γιαλαμά-Πρετεντέρη (του πατρός
βέβαια…), που πρωτακούστηκε το 1956
από την Ρένα Βλαχοπούλου και έλεγε: «Δεν βαριέσαι ότι κι’ αν γίνει, θα μου
φτάσουνε γι’ απόψε το αλκοόλ κι’ η νικοτίνη».
Δεν θα αναφέρω βέβαια την επιτυχία του Χρ. Νικολόπουλου «και φούμα φούμα», διότι θα βάλω ιδέες. Είναι και
ο ΓΑΠ που ακούει…
Επειδή όμως:
α. Όπως ο επίσης επτανήσιος κ. Κοντονής (αλήθεια είδατε κ. Κοντονή μια και δεν είδατε τον δικό
μας, διότι είχατε…δουλειά, είδατε τουλάχιστον τους τελικούς Κυπέλλων το
Σαββατοκύριακο σε άλλες χώρες της Ευρώπης και αν ναι τι αισθανθήκατε ή δεν
αισθανθήκατε τίποτα;) έτσι και η κ. Αφροδίτη
έχουν βαλθεί να μας αποτελειώσουν, αφού αποκλείεται να τα κάνουμε και τα τρία
μαζί ήγουν να μπεκρουλιάζουμε, να καπνίζουμε σαν θερμαστές σε γκαζάδικο ή να
μαυρίζουμε το συκώτι μας, με αυτό που αποκαλούν καφέ οι καφετέριες.
β. Και επειδή υπάρχει και η περίπτωση
να πιάσαμε αδίκως από τα μούτρα την κ. Αφροδίτη,
η οποία μπορεί να οδηγήθηκε στην ιστορικής σημασίας αερολογία της για
προληπτικούς και μόνον λόγους καθ’ όσον όπως λέει και ο Χρ. Κυριαζής: «Τα
τσιγάρα τα ποτά και τα ξενύχτια έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια»,
τότε πάω πάσο. Και όχι μόνον πάω πάσο, αλλά να την βοηθήσω να τους ξεχωρίσουμε
αυτούς τους δαίμονες που κατέστρεψαν την Ελληνική οικονομία.
Καταθέτω λοιπόν τις προτάσεις μου:
α. Την Δευτέρα, κάνουμε ένα – δυό τσιγάρα.
β. Την Τρίτη, πίνουμε έναν μέτριο με ολίγη.
γ. Την Τετάρτη, κατεβάζουμε ένα – δυό ποτηράκια από κείνο
το καλό που μας έστειλε ο κουμπάρος από το χωριό.
δ. Την Πέμπτη ρευόμαστε ή και εν ανάγκη κάνουμε και εμετό
γιατί μας έχουν πέσει βαριές οι ανοησίες των κυβερνώντων.
ε. Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή σταματάμε τις κραιπάλες
να ηρεμήσουμε και λίγο και άντε μη σας κοπανήσουμε κανένα ΦΠΑ 52% στο ψωμί
γιατί σαν να παραπαχύνατε.