Μια φορά ήταν ένας βάτραχος και ένα ποντίκι που
ήταν πολύ καλοί φίλοι. Η φιλία τους όλο και μεγάλωνε μέρα με την μέρα. Όπως
είναι κατανοητό τα σπίτια που έμεναν ήταν τελείως διαφορετικά μεταξύ τους. Ο
ποντικός ζούσε σε μία τρύπα στο έδαφος και ο βάτραχος ζούσε μέσα σε μια λίμνη.
Ο βάτραχος μπορούσε να ζήσει μέσα στο νερό, ο ποντικός όμως όχι. Όταν ήθελαν να
συναντηθούν ο βάτραχος έπρεπε να βγαίνει έξω από το νερό. Όταν τελείωνε η
συνάντησή τους αμέσως ο βάτραχος πηδούσε μέσα στο νερό και το ποντίκι έτρεχε
στην φωλιά του μέσα στην γη.
Μια ημέρα που ο βάτραχος βγήκε από την λίμνη για να συναντήσει το ποντίκι, του ήρθε μια πονηρή ιδέα. Πήρε ένα κομμάτι σπάγγου, το έδεσε στο πόδι του και την άλλη άκρη την έδεσε στο πόδι του ποντικού. Ήταν απλά ένα παιχνίδι! Όμως αργότερα ο βάτραχος πήδηξε μέσα στο νερό ενώ τα πόδια τους ήταν δεμένα μαζί. Φυσικά ο ποντικός δεν μπορούσε να ζήσει μέσα στο νερό και πνίγηκε.
Λίγο μετά ο ποντικός φούσκωσε και ανέβηκε στην επιφάνεια του νερού. Ένα γεράκι είδε το ποντίκι και με ένα κάθετο πέταγμα άρπαξε στον αέρα το πτώμα του αλλά μαζί και τον βάτραχο αφού ήταν ακόμη δεμένοι μεταξύ τους. Το γεράκι προγειώθηκε σε ένα δέντρο και εκεί έφαγε και τους δυο.
Μια ημέρα που ο βάτραχος βγήκε από την λίμνη για να συναντήσει το ποντίκι, του ήρθε μια πονηρή ιδέα. Πήρε ένα κομμάτι σπάγγου, το έδεσε στο πόδι του και την άλλη άκρη την έδεσε στο πόδι του ποντικού. Ήταν απλά ένα παιχνίδι! Όμως αργότερα ο βάτραχος πήδηξε μέσα στο νερό ενώ τα πόδια τους ήταν δεμένα μαζί. Φυσικά ο ποντικός δεν μπορούσε να ζήσει μέσα στο νερό και πνίγηκε.
Λίγο μετά ο ποντικός φούσκωσε και ανέβηκε στην επιφάνεια του νερού. Ένα γεράκι είδε το ποντίκι και με ένα κάθετο πέταγμα άρπαξε στον αέρα το πτώμα του αλλά μαζί και τον βάτραχο αφού ήταν ακόμη δεμένοι μεταξύ τους. Το γεράκι προγειώθηκε σε ένα δέντρο και εκεί έφαγε και τους δυο.
Ελεύθερη απόδοση. Ανδρέας Μελεζιάδης
***************************************************************
Μῦς καὶ βάτραχος
Χερσαῖος μῦς κακῇ
μοίρᾳ βατράχῳ ἐφιλιώθη. Ὁ δὲ βάτραχος κακῶς βουλευσάμενος τὸν πόδα τοῦ μυὸς τῷ
ἑαυτοῦ ποδὶ συνέδησε. Καὶ πρῶτον μὲν ἐπὶ τῆς χώρας ἦλθον σῖτον δειπνήσοντες·
ἔπειτα δὲ τῷ χείλει τῆς λίμνης πλησιάσαντες, ὁ μὲν βάτραχος τὸν μῦν εἰς τὸ
βάθος κατῆγεν, αὐτὸς βρυάζων τῷ ὕδατι καὶ τὸ βρεκεκεκὲξ ἀνακράζων.
Ὁ δὲ ἄθλιος μῦς τῷ
ὕδατι φυσηθεὶς ἐτεθνήκει· ἐπέπλει δὲ τῷ ποδὶ τοῦ βατράχου συνδεδεμένος.
Ἰκτῖνος δὲ τοῦτον ἰδὼν
τοῖς ὄνυξιν ἣρπασεν· βάτραχος δὲ δεσμώτης ἐπηκολούθει, δεῖπνον καὶ αὐτὸς τῷ
ἰκτίνῳ γενόμενος...
Ο ΜΥΘΟΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΟΤΙ…
Ὅτι, κἂν νεκρὸς ᾖ τις ἰσχύει πρὸς ἄμυναν· ἡ γὰρ θεία δίκη
ἐφορᾷ πάντα καὶ τὸ ἴσον ἀποδίδωσι ζυγοστατοῦσα.