ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

«Θα επιτεθεί όντως το Ισραήλ στο Ιράν εντός ενός έτους;»


Με τίτλο «Θα επιτεθεί όντως το Ισραήλ στο Ιράν εντός ενός έτους;» δημοσιευθηκε στο blog της δημοσιογράφου Natasha Mozgovaya στην Haaretz άρθρο που πραγματεύεται το ενδεχόμενο ...

αεροπορικής επίθεσης της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας (IAF) εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν εντός του επόμενου 12μηνου, χωρίς την πρότερη έγκριση των ΗΠΑ. Το δημοσίευμα βασίζεται σε πολύμηνη έρευνα του ανταποκριτή του αμερικανικού περιοδικού Atlantic, Jeffrey Goldberg, που περιλάμβανε συνεντεύξεις με δεκάδες Αμερικανούς, Ισραηλινούς και Άραβες αξιωματούχους. Η εν λόγω έρευνα θα δημοσιευτεί στο τεύχος Σεπτεμβρίου του περιοδικού, προδημοσίευση του οποίου εξασφάλισε η Haaretz.
Το βασικό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ο Goldberg είναι ότι εάν η Τεχεράνη δεν μεταβάλει την πολιτική που ακολουθεί ως προς το πυρηνικό της πρόγραμμα και η αμερικανική κυβέρνηση δεν καταφέρει να πείσει την ισραηλινή πολιτική ηγεσία ότι ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είναι έτοιμος να σταματήσει το Ιράν δια της βίας, εφόσον χρειαστεί, τότε το Ισραήλ ενδέχεται να προχωρήσει, μονομερώς, σε αεροπορική προσβολή των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν.
Ο ανταποκριτής του Atlantic υποστηρίζει ότι η πιθανότητα πραγματοποίησης μιας τέτοιας επίθεσης ξεπερνά το 50% και θα μπορούσε να υλοποιηθεί με τον ακόλουθο τρόπο:
«… Μία μέρα, την προσεχή άνοιξη, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ, Ούζι Αράντ, και ο Ισραηλινός Υπουργός Άμυνας Εχούντ Μπαράκ θα τηλεφωνήσουν στους ομολόγους τους στον Λευκό Οίκο και στο Πεντάγωνο, για να τους ενημερώσουν ότι ο Πρωθυπουργός τους, Μπενιαμίν Νετανιάχου, μόλις διέταξε την απογείωση 100 F-15E, F-16I, F-16C και άλλων αεροσκαφών της IAF, με προορισμό το Ιράν – είτε διασχίζοντας τη Σαουδική Αραβία, είτε παραβιάζοντας τα σύνορα Συρίας – Τουρκία, είτε πετώντας πάνω από το Ιράκ, παρότι ο εναέριος χώρος του είναι γεμάτος με αμερικανικά αεροσκάφη…».
Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας επίθεσης, που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον βομβαρδισμό των πυρηνικών εγκαταστάσεων στη Natanz, στο Qom και στο Esfahan, ακόμα δε και στον ρωσικής κατασκευής πυρηνικό αντιδραστήρα του Bushehr παραμένουν άγνωστες.
Αμερικανοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η χρονική καθυστέρηση που θα υποστεί η διαδικασία ολοκλήρωσης του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν θα είναι περιορισμένη, άποψη που δεν συμμερίζονται ορισμένοι Ισραηλινοί ειδικοί, βασιζόμενοι στην προϊστορία των επιτυχημένων επιχειρήσεων της ΙAF εναντίον των πυρηνικών αντιδραστήρων της Συρίας και του Ιράκ.
Εντούτοις, μια αρκούντως πιθανή εξέλιξη αφορά στην εμπλοκή της Χεζμπολάχ και σε επίθεση της στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ, κάτι που θα περιορίσει την χρονική διάρκεια της αποστολής στο Ιράν, καθώς τα αεροσκάφη της IAF θα υποχρεωθούν να επιστρέψουν στο Ισραήλ για να βάλλουν κατά θέσεων της ισλαμικής οργάνωσης. Παράλληλα, η διεξαγωγή μονομερούς επιχείρησης από το Ισραήλ ενδέχεται να οδηγήσει τις σχέσεις του με τις ΗΠΑ σε πρωτοφανή κρίση, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα μίας ευρύτερης περιφερειακής σύρραξης με σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, στις οποίες θα προστεθεί το υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές.

Βασικό ερώτημα, εν προκειμένω, αποτελεί η χρονική στιγμή κατά την οποία το Ισραήλ θα μπορούσε να προχωρήσει στην πραγματοποίηση της εν λόγω επίθεσης.

Ο Goldberg υποστηρίζει ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έχει θέσει μια προθεσμία για να αποτιμήσει την όποια επιτυχία των «μη στρατιωτικών μεθόδων ανακοπής του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν», η οποία λήγει στα τέλη Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους.
Παράλληλα, ο Goldberg επισημαίνει ότι οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι που του παραχώρησαν συνέντευξη έδειξαν να προβληματίζονται έντονα για την αποφασιστικότητα του Ομπάμα να καταφύγει σε στρατιωτικά μέσα προκειμένου να ανασχέσει τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Τεχεράνης.
Όπως δήλωσε άλλωστε υψηλόβαθμος Ισραηλινός αξιωματικός «εάν πρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα σε ένα Ιράν με πυρηνικά όπλα και στο να επιχειρήσουμε μόνοι μας αυτό που ο Ομπάμα δεν θα επιχειρήσει, τότε μάλλον θα διαλέξουμε το δεύτερο». Σημειώνεται ότι ο ισραηλινός στρατός αναγνωρίζει πως θα ήταν δύσκολο να αναλάβει μια τέτοια επιχείρηση χωρίς την αρωγή των ΗΠΑ, ωστόσο ο Νετανιάχου θα μπορούσε κάλλιστα να διακινδυνεύσει και να διατάξει την μονομερή διεξαγωγή της, εφόσον πειστεί ότι η κατοχή πυρηνικών όπλων από το Ιράν «αντιπροσωπεύει μια απειλή εφάμιλλη του Ολοκαυτώματος».
Ο Νετανιάχου θεωρεί δεδομένο, συνεχίζει το δημοσίευμα, ότι μία πυρηνική βόμβα στα χέρια του ισλαμικού καθεστώτος όχι μόνο θα ισχυροποιήσει τους αντιπάλους του Ισραήλ αλλά και θα υπονομεύσει την ικανότητα του ισραηλινού κράτους να παρέχει ασφαλές καταφύγιο στους Εβραίους, θα αποθρασύνει τους απανταχού τρομοκράτες και θα ενισχύσει την διστακτικότητα των αραβικών χωρών στην σύναψη ειρηνευτικών συμφωνιών με το Ισραήλ.
Εν τω μεταξύ, η πρόθεση του Ομπάμα να κινηθεί στρατιωτικά κατά του Ιράν τελεί υπό αμφισβήτηση και από το σύνολο των Αράβων αξιωματούχων που συμμετείχαν στην έρευνα του Goldberg. Ένας δε εξ αυτών δήλωσε χαρακτηριστικά πως «Ο καλύτερος τρόπος να αποφευχθεί το χτύπημα στο Ιράν είναι να κάνουμε το Ιράν να πιστέψει ότι οι ΗΠΑ θα του επιτεθούν. Πρέπει να ξέρουμε τις προθέσεις του Προέδρου Ομπάμα σε αυτό το θέμα. Είμαστε σύμμαχοι του».
Ενώ οι προθέσεις του Αμερικανού Προέδρου σε περίπτωση αποτυχίας του νέου γύρου κυρώσεων κατά του Ιράν παραμένουν άγνωστες, ο ειδικός σύμβουλος του Ομπάμα, Ντένις Ρος εξέφρασε στο Atlantic την συγκρατημένη αισιοδοξία του για την αποτελεσματικότητα τους, με το σκεπτικό ότι η ιρανική κυβέρνηση θα αναγκαστεί να υποχωρήσει λόγω της διαρκώς αυξανόμενης πίεσης της εγχώριας κοινής γνώμης που δυσανασχετεί για τις επιπτώσεις του εμπάργκο.

Τέλος, αναφοράς χρήζει η είδηση που μετέφερε ο ανταποκριτής των New York Times, David Sanger ότι ο Νετανιάχου, κατά το πρόσφατο ταξίδι του στην Ουάσιγκτον, δεν συμπεριέλαβε το Ιράν στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης των συνομιλιών του με τον Ομπάμα, σε αντίθεση με τις προηγούμενες συναντήσεις όπου το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης βρισκόταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός έλαβε, προφανώς, επαρκείς εγγυήσεις από τις ΗΠΑ, που κατέστησαν περιττή την εκ νέου συζήτηση του θέματος.