Μια φορά και ένα καιρό, μιά σφήκα κάθισε
πάνω στο κεφάλι ενός φιδιού και το τσιμπούσε ξανά και ξανά και δέν έλεγε να
φύγει.
Το φίδι τίναζε το κεφάλι του
εδώ κι εκεί, η σφήκα δέν έφευγε.
Το φίδι τότε είπε:
"Αυτή η σφήκα πάει να με θανατώσει και να με
ντροπιάσει τσιμπώντας με, εμένα που τσιμπώ όλους τους άλλους. Αφού είναι να
πεθάνω απο τη σφήκα, καλύτερα να πεθάνω μαζί με αυτήν", και έβαλε το κεφάλι του να το πατήσει μιά βαρυφορτωμένη άμαξα στο
δρόμο..
Ελεύθερη απόδοση. Ανδρέας Μελεζιάδης
***************************************************************
Σφὴξ καὶ ὄφις
Σφὴξ ἐπὶ κεφαλὴν ὄφεως
καθίσας καὶ συνεχῶς τῷ κέντρῳ πλήσσων ἐχείμαζεν.
Ὁ δὲ περιώδυνος
γενόμενος καὶ τὸν ἐχθρὸν οὐκ ἔχων ἀμύνασθαι, ἐξελθὼν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ἰδὼν ἅμαξαν
ἐρχομένην, τὴν κεφαλὴν τῷ τρόχῳ ὑπέθηκε, φάσκων·
‘’Συναπόλλυμαι τῷ ἐχθρῷ
μου.’’
Ο ΜΥΘΟΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΟΤΙ…
Πρὸς τοὺς συγκινδυνεύειν τῷ ἐχθρῷ ἐπιχειροῦντας..