Το έστειλε ο Κώστας Καρασιώτος
Ήταν ένα μεγάλο οικοδομικό τετράγωνο, διπλάσιο της πλατείας Συντάγματος, περιφραγμένο με έναν ψηλό άσπρο φράχτη !!!
Ήταν ένα μεγάλο οικοδομικό τετράγωνο, διπλάσιο της πλατείας Συντάγματος, περιφραγμένο με έναν ψηλό άσπρο φράχτη !!!
Είχε μια εντυπωσιακή κεντρική είσοδο, την
μοναδική.
Μπαίνοντας, υπήρχε ένας μεγάλος ακάλυπτος
χώρος.
Προχωρώντας υπήρχε άλλη μια μάντρα η οποία
αυτή όμως είχε 3 εισόδους.
Όποια είσοδο και να επέλεγε κανείς
συναντούσε την ίδια εικόνα.
Τρία κτήρια -ουσιαστικά στρατώνες- με έναν
στενόμακρο διάδρομο ο καθένας, έως και 40 μέτρα μήκος και 7 μέτρα πλάτος, όπου
εκατέρωθεν υπήρχαν πορτούλες που οδηγούσαν σε μικρούλια,
χαμηλοτάβανα δωματιάκια ενώ υπήρχε ένα μεγάλος χώρος που λειτουργούσε ως
καφενείο.
Πριν ή μετά τον καφέ σου επέλεγες το
δωματιάκι που ήθελες, έκανες τι έκανες και πως τόκανες (ποιος ξέρει;), πλήρωνες και
έφευγες γνωρίζοντας πια ότι «τίμησες»
μια από τις μεγαλύτερες ξευτίλες του νεοελληνικού κράτους, το Χαμαιτυπείον στα Βούρλα στη Δραπετσώνα, το πιο οργανωμένο πολύ-μπουρδέλο του τελευταίου
τετάρτου του 19ου αιώνα στη χώρα και ίσως στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το όνομα Βούρλα το πήρε από τα βούρλα που φύτρωναν στις προσχώσεις στη σημερινή περιοχή του Ναού του Αγίου Διονυσίου, γύρω από τον οποίο, άρχισαν να χτίζονται γύρω στο 1873 και άνοιξαν τα πιο βρωμερά πλην αγιοποιημένα μπουρδέλα.
Το όνομα Βούρλα το πήρε από τα βούρλα που φύτρωναν στις προσχώσεις στη σημερινή περιοχή του Ναού του Αγίου Διονυσίου, γύρω από τον οποίο, άρχισαν να χτίζονται γύρω στο 1873 και άνοιξαν τα πιο βρωμερά πλην αγιοποιημένα μπουρδέλα.
Την εργολαβία για την κατασκευή και
λειτουργία τους ανέλαβε σαν εκπρόσωπος ομάδας κρυφών ιδιοκτητών, κάποιος
εργολάβος Μπόμπολας, με το αζημίωτο,
προς χρήση των πληρωμάτων των ξένων καραβιών, αλλά και για να βρίσκονται μακριά
απ' το κοινωνικό γίγνεσθαι των κατοίκων του Πειραιά, στην έρημη τότε
Δραπετσώνα.
Περνώντας τα χρόνια μετατράπηκε σε ένα οργανωμένο μεγαθήριο με πουτάνες επί πληρωμή και
αδίστακτα καθάρματα που τους τα έπαιρναν.
Σμυρνιές, Πολίτισσες, Μακεδόνισσες,
Θεσσαλές, Ηπειρώτισσες, Στερεοελλαδίτισσες και Πελοποννήσιες, βλάχες,
μπορούσανε να καλύψουνε όλα τα γούστα μένοντας όμως οι ίδιες ακάλυπτες για μια
ζωή περιθωριοποιημένες από την Πειραϊκή κοινωνία.
Το Χαμαιτυπείον Βούρλων ήταν τόσο ελεεινό που, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, το κράτος εγκατέστησε ακριβώς μέσα στο «μπουρδελομάγαζο» αστυνομικό σταθμό αποκλειστικά για να διατηρεί την τάξη.
Το Χαμαιτυπείον Βούρλων ήταν τόσο ελεεινό που, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, το κράτος εγκατέστησε ακριβώς μέσα στο «μπουρδελομάγαζο» αστυνομικό σταθμό αποκλειστικά για να διατηρεί την τάξη.
Η διαταγή της Αστυνομικής
Διεύθυνσης Αττικοβοιωτίας του 1894 βγάζει γούστα:
Αι κοιναί γυναίκες διαιρούνται εις τρείς τάξεις: πρώτης,
δευτέρας και τρίτης. Και αι μεν πρώτης τάξεως θέλουν διαμένει εις ιδιαιτέρας
κατοικίας, αι δε δευτέρας εις τινά των εν ταις πόλεσιν Αθηνών και Πειραιώς
τηρουμένων οίκων ασωτείας και αι τρίτης εις τα εν Αθήναις μεν χαμαιτυπεία τα
κείμενα πλησίον των καταστημάτων του Αεριόφωτος, εν Πειραιεί δε εις τας προς
δυσμάς του νεκροταφείου Πειραιώς υπάρχοντα τοιαύτα δημοτικά οικήματα.
Καλά διαβάσατε «δημοτικά οικήματα» καθότι το πολύ-μπουρδελοκατάστημα ανήκε στον Δήμο αλλά «ταμίας» ήταν η οικογένεια του μετέπειτα
πρωθυπουργού, συνεργάτη του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της Χούντας Παναγιώτη Πιπινέλη. Οι δαιμόνιοι Πιπινέληδες ξεζουμιζαν καθημερινά τις 70-80 -
άλλοτε και
διπλάσιος αριθμός - εκδιδόμενες - άραγε πόσες να πέρασαν στις τόσες δεκαετίες
- για να βγάζουν φράγκα από ναυτάκια ζουμπουρλούδικα και όχι μόνο. Οι δαιμόνιοι
Πιπινέληδες πληρώνανε το νοίκι τους στο
κράτος, πηγαίνανε και στην εκκλησία κάνανε και τον σταυρό τους με το δεξί και
με το άλλο γράφανε ιστορία. Όπως λέει και το άσμα «πρώτα Βούρλα μετά Τρούμπα γειά σου Πιπινέλη λούμπα,
παριστάνεις τον τζελέπη έχεις όμως τρύπια τσέπη». Το μικρασιατικό
φιάσκο του 22' ήταν μια έξοχη ευκαιρία για το Χαμαιτυπείον να ανανεώσει το
δυναμικό του με ξυπόλητες Σμυρνιές. Το ελληνικό κράτος για όλους φρόντιζε
ανέκαθεν.
Αυτή η μικροκοινωνία λοιπόν από ρουφιάνους, νταβατζήδες, πόρνες κάθε λογής, και διεφθαρμένους πολιτσμάνους, αποτέλεσε μια μοναδική μπουρδελαγορά που λειτούργησε μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ώσπου οι Γερμαναράδες την κάναν φυλακή, είχε τις προϋποθέσεις φαίνεται.
Αποτελεί ειρωνεία ότι από τις Φυλακές των Βούρλων στα 60 περίπου χρόνια που τα Βούρλα λειτούργησαν ως υπερ-μπουρδέλο οι πιθανότητες απόδρασης των «φυλακισμένων» γυναικών τρίτης τάξης, ήταν μηδαμινές.
Αυτή η μικροκοινωνία λοιπόν από ρουφιάνους, νταβατζήδες, πόρνες κάθε λογής, και διεφθαρμένους πολιτσμάνους, αποτέλεσε μια μοναδική μπουρδελαγορά που λειτούργησε μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ώσπου οι Γερμαναράδες την κάναν φυλακή, είχε τις προϋποθέσεις φαίνεται.
Αποτελεί ειρωνεία ότι από τις Φυλακές των Βούρλων στα 60 περίπου χρόνια που τα Βούρλα λειτούργησαν ως υπερ-μπουρδέλο οι πιθανότητες απόδρασης των «φυλακισμένων» γυναικών τρίτης τάξης, ήταν μηδαμινές.
Το πρώτο μπορδέλο στο Πειραιά το έφτιαξε ο Μπόμπολας! Έτσι εξηγούνται πολλά !!
Πάντα είχα το ερώτημα ποιός εργολάβος έφτιαξε το πρώτο μπορδέλο
στον Πειραιά, στην περιοχή της Τρούμπας! Η απάντηση
είναι, όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ απο ενα άρθρο που έγραψε ο
Φαήλος Κρανιδιώτης, ο
Νικόλαος Μπόμπολας το 1876 με δάνειο του Δήμου! Η κατασκευή του
διήρκεσε 4-5 χρόνια όπως οι δρόμοι που κατασκευάζονται και ξανακατασκευάζονται
στην Ελλάδα απο τον γνωστό Εθνικό εργολάβο, οποίος κατά καιρούς συμβουλεύει και
τον αρχηγό του σημερινού καθεστώτος.
Το μπορδέλο αυτό ήταν το πρώτο αναπτυξιακό έργο της εποχής εκείνης.Φαίνεται
ότι η παράδοση αυτή συνεχίζεται και μέχρι σήμερα μόνο που το μπορδέλο έχει
γίνει μεγαλύτερο και η μάμα του δεν είναι στο Πειραιά αλλά εικάζεται ότι
εισέρχεται συχνά απο τη πίσω πόρτα στο Μαξίμου τις βραδυνές ώρες και συνομιλεί
με τον αρχηγό του καθεστώτος. Δεν ξέρω τι σχέση έχει ο γνωστός ιδιοκτήτης
του MEGA με τον αείμνηστο Νίκο Μπόμπολα στον οποίο οι Πειραιώτες και οι
ναύτες της εποχής εκείνης χρωστούσαν πολλά, όπως αυτός χρωστάει σήμερα πολλά
στις τράπεζες που ελέγχονται απο τους Γερμανούς αλλά σίγουρα ο σημερινός ηγέτης
του καθεστώτος πρέπει να του χρωστάει ευγνωμοσύνη για τη στήριξη που του
προσφέρει. Με ποιό δημοκρατικό δικαίωμα και με ποιό τρόπο αποδεικνύει το
σεβασμό του στο πολίτευμα δεν είναι ξεκάθαρο. Αυτό χρήζει έρευνας απο τη
Δικαιοσύνη, όταν κάποτε λειτουργήσει εξίσου για όλους τους πολίτες και βάσει
του υπάρχοντος συντάγματος.