ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ (19-20 Ὀκτωβρίου 1912)

ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΕ ΠΕΡΙΕΓΡΑΨΕ ΚΑΙ ΚΑΤΕΓΡΑΨΕ Ο ΚΡΩΦΟΡΔ ΠΡΑΪΣ-ΠΟΛΕΜΙΚΟΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗΣ ΤΩΝ «ΤΑΪΜΣ»
http://eistorias.wordpress.com/,
    Ἡ 7η Μεραρχία εἶχε φθάσῃ στὴν γέφυρα τοῦ Νισέλ, [στὸν Ἴναχο, παραπόταμο τοῦ Σπερχειοῦ  καλούμενο τότε Βιστρίτσα ἤ Βιστριτζᾶ], ἀπό τὶς 17 Ὀκτωβρίου, καὶ διατάχθηκε νὰ προστατεύσῃ τὸ κύριο σῶμα ἀπό πλευρικὴ ἐπίθεση ἐκ μέρους τῶν τούρκων, φτάνοντας ἔως τὶς γέφυρες τοῦ Λουδία (ὁ Πράις τὸν ἀναφέρει γιὰ τὴν ἐποχή ἐκείνη μὲ τὴν τουρκικὴ του ὀνομασία ὡς Καρᾶ-Ἀσμᾶκ).
    Ὁπωσδήποτε τὰ Γιαννιτσᾶ εἶναι φύσῃ ὀχυρή θέση καθὼς ἡ πόλη ἐκτείνεται στοὺς πρόποδες ἀπόκρημνης ὁροσειρᾶς, τῆς ὁποίας ἡ διεύλεση εἶναι ἀδύνατη καὶ ἡ ὁποία εἶχε ὁχυρωθεῖ γιὰ νὰ κυριαρχῇ στὴν πεδιάδα μέχρι τὴν λίμνη καὶ τὸ ἕλος. Συνεπῶς τὰ Γιαννιτσᾶ ἦταν θέση στὴν ὁποία ὁ ἁμυνόμενος στρατὸς, θὰ μποροῦσε νὰ χρησιμοποιήσῃ μὲ ἐπιτυχία καὶ νὰ ἀποκλείσῃ κάθε ἀπόπειρα προελάσεως κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης.
    Ὁ τοῦρκος λοιπὸν στρατηγὸς θὰ μποροῦσε ἀφοῦ ἐκκένωσε τὴν Βέρροια, νὰ προελάσῃ στὰ Γιαννιτσᾶ, νὰ τοποθετήσῃ ἐκεῖ τὰ πυροβόλα του καὶ νὰ κατασκευάσῃ ἰσχυρές τάφρους.   Ἀλλά ἀντί νὰ πράξῃ αὐτά, ὁ Χασᾶν Ταχσίν πασσᾶς, σκέφτηκε ὅτι οἱ Ἕλληνες θὰ προσπαθοῦσαν νὰ στείλουν ὅλοι τὴν δύναμί τους μέσῳ τοῦ Πλατὺ, διότι εἶχε ὁρίσει ὡς στρατηγεῖο του τὸ Κοιλᾶρ κοντὰ στὸν ποταμὸ Λουδία, ἐκεῖ δὲ εἶχε συγκεντρώσει τὰ ὑπολείμματα τοῦ στρατοῦ του μαζὺ μὲ τὶς ἐνισχύσεις ποὺ εἶχαν φτάσει ἀπό τὸ Σόροβιτς καὶ τὴν Κατερίνη, καθὼς καὶ τοὺς 10.000 ἄνδρες τῶν λειψάνων τοῦ στρατεύματος τοῦ Ἀλῆ Ναδίρ πασσᾶ. Ἔτσι οἱ τουρκικὲς δυνάμεις, ἀνέρχονταν συνολικὰ σὲ 30.000 ἄνδρες.
    Ὅταν πληροφορήθηκε γιὰ τὴν προέλαση τῶν Ἑλλήνων πρὸς τὴν Σκύδρα (ὁ Πράις τὴν ἀναφέρει γιὰ τὴν ἐποχή ἐκείνη μὲ τὴν τότε ὀνομασία ὡς Βερτεκόπι), τότε ἀναγκάστηκε νὰ μεταφέρῃ τὸ στράτευμά του δυτικώτερα πρὸς τὰ Γιαννιτσᾶ. Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἡ διόρυξη ταχυσκάπτων στὶς τουρκικὲς θέσεις ἦταν ἀνεπαρκής.
    Τὸ πρωῒ τῆς 19ης Ὀκτωβρίου, ὅταν [ὁ Κρόφορδ Πράις] ἀνέβηκε σὲ στρατιωτικὴ ἀμαξοστοιχία γιὰ νὰ μεταβῇ στὸ Κιρτζαλᾶρ, στὸ σημεῖο συγκεντρώσεως τῶν τούρκων, οἱ κεραυνοί τῶν πυροβόλων ἀκούγονταν μέχρι τὴν Θεσσαλονίκη, γνωστοποιῶντας ὅτι ἡ μεγάλη μάχη εἶχε αρχίσει.
    Οἱ τοῦρκοι ἦταν κύριοι τῶν ὑψωμάτων πάνω ἀπό τὰ Γιαννιτσᾶ, ἐνῶ οἱ Ἕλληνες βάδιζαν στὴν πεδιάδα μὲ διεύθυνση Βορειοανατολικὴ κατανεμημένοι σὲ πέντε Μεραρχίες.
    Ἡ 2η Ἑλληνική Μεραρχία ἀκολουθώντας τὴν δημόσια ὁδό, στάθμευσε σὲ σημεῖο ὅπου ποταμὸς πλάτους 75 ποδῶν ἀπέκλειε τὸν δρόμο. Οἱ τουρκικὲς πυροβολαρχίες, σκόπευαν μὲ τὰ φονικὰ τους πυρᾶ ἐναντίον τῆς γέφυρας, ἔτσι ὥστε οἱ Ἕλληνες δὲν μποροῦσαν νὰ θέσουν σὲ δράση τὸ πυροβολικὸ τους.
    Ταυτόχρονα ἡ 3η Μεραρχία ποὺ κατεῖχε τὸ δεξιὸ τῆς παρατάξεως, ἀναμίχθηκε στὴν σύρραξη καὶ ἀκολούθησε γιὰ ἀρκετή ὥρα πυκνότατη καὶ ἐντονότατη μονομαχία πυροβολικοῦ καὶ ἐνῶ οἱ Ἕλληνες ἦταν ἀποτελεσματικοί στὶς βολὲς τους, οἱ περισσότερες τουρκικὲς ὀβίδες δὲν ἐκρήγνυντο.
    Ἐν τῷ μεταξὺ, ἡ 4η Ἑλληνική Μεραρχία, ἀπειλοῦσε τὸ δεξὶ τῶν τούρκων καὶ ὡς ἐκ τούτου τὸ ἀπόγευμα, οἱ ὀθωμανοί ἀποπειράθηκαν νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς Ἕλληνες, ἐπιχειρῶντας ἀντεπίθεση, παραβλέποντας ὅμως τὴν παρουσία τῆς 6ης Ἑλληνικῆς Μεραρχίας ἡ ὁποία κατέχοντας τὸ ἀριστερό ἄκρο τοῦ Ἑλληνικοῦ μετώπου, ἐφόρμησε κατὰ τῶν τούρκων μὲ ἀποτέλεσμα τὴν δεινὴ τους ἥττα.  Ἡ ἀνεπιτυχής ἀντεπίθεση εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν μείωση τῆς ἐντάσεως τῶν τουρκικῶν πυρῶν, καὶ οἱ Ἕλληνες ἐπωφελούμενοι τῆς ὀμίχλης ἀπό τὸ ἕλος, πέρασαν τὴν γέφυρα καὶ πλησίασαν σὲ μικρὴ ἀπόσταση τὶς τουρκικὲς θέσεις.
    Μέχρι νὰ πέσῃ τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας, τὰ πυροβόλα καὶ τῶν δύο ἀντιπάλων δὲν σταμάτησαν. Μὲ τὸν ἐρχομό τῆς νύχτας, τέθηκε τέρμα στὴν δράση τοῦ πυροβολικοῦ καὶ ἡ ῥαγδαιότατη βροχὴ ποὺ ἄρχισε νὰ πέφτῃ ἀνάγκασε ὅλους νὰ ζητήσουν ἅσυλο. Οἱ τοῦρκοι, ἀνήγγειλαν ὅτι οἱ Ἕλληνες διώχθηκαν πρὸς τὰ πίσω ἀλλά γιὰ τὸν Πράις ὡς παρατηρητὴ, ὁ ἀγώνας δὲν εἶχε ἀκόμη κριθῇ. Μάλιστα ὁ τοῦρκος στρατηγὸς ποὺ διοικοῦσε τρία τάγματα καὶ δύο πυροβολαρχίες, τοῦ εἶπε [τοῦ Πράις] μὲ ἐνθουσιασμό ὅτι θὰ ἐνεργοῦσε νυκτερινὴ ἐπίθεση γιὰ νὰ ἐκτοπίσῃ δύο τάγματα Ἑλλήνων ἐγκατεστημένα στὸ Πλατὺ. (…)
    Ἡ ἔκβαση τῆς συμπλοκῆς δὲν ἐβράδυνε γιὰ πολὺ. Ἐπρόκειτο περὶ συμπλοκῆς πεζικοῦ καὶ οἱ ἀτυχεῖς τούρκοι τράπηκαν σὲ ὑποχώρηση ἀποδεκατισμένοι ἀπό τοὺς Ἕλληνες.
    (…) Ἀξιωματικοί καὶ ὁπλίτες ἔσπευσαν νὰ σωθοῦν, ἀναρριχώμενοι ἐπί τῆς ἀναχωρούσης ἀμαξοστοιχίας.  Ἦταν ἡ ἀληθινή εἰκόνα τοῦ «ὁ σώζων ἑαυτόν σωζέσθω». Τέτοιος ὁ πανικὸς ποὺ ὁ αἰσιόδοξος μέχρι πρότεινως στρατηγὸς, δὲν πρόλαβε ν’ ἀνατινάξῃ οὔτε τὴν παγιδευμένη μὲ ἐκρηκτικά γέφυρα καὶ ἔτσι οἱ Ἕλληνες τὴν διέβησαν σώοι. Συγχρόνως τὰ «νικηφόρα» τουρκικὰ στρατεύματα τοῦ χθὲς, ἐτρέποντο σὲ ἄτακτη φυγὴ ἀπό τὰ Γιαννιτσᾶ.
    Ματαίως ὁ Χασᾶν Ταχσὶν πασσᾶς ἔστειλε ἀπόσπασμα ἱππικοῦ στὴν γέφυρα τοῦ Ἀξιοῦ γιὰ νὰ ὁδηγήσῃ πίσω τοὺς φυγάδες.  Ἔτσι ὑποχρεώθηκε νὰ μεταφέρῃ τὸ στρατηγεῖο του στὸ Τοψίν καὶ νὰ προετοιμάσῃ τὴν τελευταία γραμμὴ ἅμυνας πρὸς τὴν Θεσσαλονίκη. Στὸ πεδίο τῶν Γιαννιτσῶν, οἱ τοῦρκοι ἄφησαν 3.000 αἰχμαλώτους καὶ 14 πυροβόλα μὲ πλήρεις σειρὲς βλητοφόρων. Οἱ ἀπώλειες τῶν Ἑλλήνων ἀνῆλθαν σὲ 2.000 περίπου νεκροὺς καὶ τραυματίες.


    Μετὰ τὴν νίκη στὸ Σαραντάπορο, ἡ νέα λαμπρὴ νίκη τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὰ Γιαννιτσᾶ, ἄνοιξε τὸν δρόμο πρός τὴν Θεσσαλονίκη. Γύρω στὶς 11 π.μ. μπῆκε στὴν ἐλεύθερη πιὰ πόλη καὶ ὁ ἀρχιστράτηγος Κωνσταντῖνος μὲ τὸ Ἐπιτελεῖο του. Δημογέροντες τῆς ἑλληνικῆς κοινότητας καὶ πλῆθος κόσμου, τοὺς ὑποδέχονταν μέσα σὲ παραλήρημα χαρᾶς καὶ ζητωκραυγῶν. Ἐπακολούθησε νεκρώσιμη ἀκολουθία στὸν Ναὸ τῆς Παναγίας, γιὰ τοὺς νεκροὺς στρατιῶτες. Γυναῖκες τοὺς καθάρισαν, τοὺς ἔπλυναν μὲ κρασὶ καὶ τοὺς στόλισαν μὲ λουλούδια. Κατόπιν ἄρχισε μεγάλη Δοξολογία μπροστὰ σὲ ἀξιωματικούς, στρατιῶτες καὶ κατοίκους τῆς πόλης