Ο θεός Ερμής για να
δοκιμάσει τον μάντη Τειρεσία αν πραγματικά ξέρει να μαντεύει, έκανε το εξής
τέχνασμα: έκλεψε τα βόδια του Τειρεσία στην εξοχή, και ύστερα πήρε μορφή
ανθρώπου και πήγε στο σπίτι του Τειρεσία στην πόλη και έγινε «ξένος»,
φιλοξενούμενος του.
Ο
θεσμός της φιλοξενίας ήταν ιερός στους αρχαίους, «ξένος» σήμαινε φίλος, και
μάλιστα δεμένος με ιερή φιλία που κρατούσε μια ζωή, και κληρονομούνταν ακόμη
στους απογόνους.. Ο φιλοξενούμενος έπρεπε να τιμάται σαν θεός.
Έτσι λοιπόν ο Ερμής σαν απλός άνθρωπος έγινε φιλοξενούμενος του
Τειρεσία. Εκεί που καθόταν, σαν απλός άνθρωπος, μαζί με τον Τειρεσία, έρχονται
από την εξοχή και λένε στον Τειρεσία
«Κάποιος ή κάποιοι έκλεψαν τα βόδια σου».
Λέει τότε ο Τειρεσίας:
«Πάμε στην εξοχή να μαντέψουμε παρατηρώντας τους
οιωνούς (δηλαδή
τα πουλιά). Ξένε μου, αν θέλεις έλα
κι εσύ μαζί μου, εσύ θα μου λές τί βλέπεις και εγώ θα ερμηνεύω, για να
μαντέψουμε ποιος έκλεψε τα βόδια».
(Ο Τειρεσίας ήταν
τυφλός, δέν μπορούσε να δεί πουλιά ή άλλα σημάδια για να μαντέψει. Πάντα
κάποιοι άλλοι του περιέγραφαν τα σημάδια και αυτός ερμήνευε).
Βγήκανε λοιπόν στην εξοχή, σταθήκανε με
πρόσωπο προς το βορρά όπως πάντα οι αρχαίοι Έλληνες όταν μάντευαν, ώστε να
έχουν την δύση στα αριστερά και την ανατολή στα δεξιά. (Με τέτοιο προσανατολισμό μαντεύουν επίσης
οι Αφρικανοί, ενώ αντιθέτως οι Κινέζοι μάντευαν με πρόσωπο προς το νότο).
Και ρωτάει ο Τειρεσίας:
«Πές μου,
ξένε μου, τί πουλιά βλέπεις, τί σημάδια;»
«Βλέπω έναν
αετό», λέει ο Ερμής, «που πετάει από τα
αριστερά προς τα δεξιά»
«Αυτό άσ’το,
δέν είναι για εμάς».
Είπε και μερικά ακόμη πουλιά που έβλεπε ο
Ερμής, και ο Τειρεσίας του έλεγε:
«Αυτό δέν είναι για εμάς».
Έπειτα ο Ερμής είπε:
«Βλέπω μία
κουρούνα, κάθεται πάνω σε ένα κλαδί και κοιτάζει μια πάνω και μια κάτω».
«Ά, ναι»,
λέει τότε ο Τειρεσίας, «αυτή η κουρούνα
ορκίζεται στον ουρανό και στη γή ότι θα βρώ τα χαμένα βόδια μου αν αυτό
είναι το θέλημά σου!»..
Ελεύθερη απόδοση. Ανδρέας Μελεζιάδης
***************************************************************
Ἑρμῆς καὶ Τειρεσίας
Ἑρμῆς βουλόμενος τὴν Τειρεσίου μαντικὴν εἰ ἀληθής
ἐστι γνῶναι, κλέψας τὰς αὐτοῦ βοῦς ἐξ ἀγροικίας, ἧκεν ὡς αὐτὸν εἰς ἄστυ, ὁμοιωθεὶς
ἀνθρώπῳ, καὶ παρ᾿ αὐτῷ κατήχθη.
Τῆς δὲ τῶν βοῶν ἀπωλείας ἀγγελθείσης τῷ
Τειρεσίᾳ, ἐκεῖνος παραλαβὼν τὸν Ἑρμῆν ἐξῆλθεν, οἰωνόν τινα περὶ τοῦ κλέπτου
σκεψόμενος καὶ τούτῳ παρῄνει φράζειν αὐτῷ ὅντινα ἂν τῶν ὀρνίθων θεάσηται.
Ὁ δὲ Ἑρμῆς τὸ μὲν πρῶτον θεασάμενος ἀετὸν ἐξ
ἀριστερῶν ἐπὶ τὰ δεξιὰ διιπτάμενον, ἔφρασε.
Τοῦ δὲ φήσαντος μὴ πρὸς αὐτοὺς εἶναι τοῦτον,
ἐκ δευτέρου κορώνην εἶδεν ἐπί τινος δένδρου καθημένην, καὶ ποτὲ μὲν ἄνω
βλέπουσαν, ποτὲ δὲ πρὸς τὴν γῆν κατακύπτουσαν, καὶ τῷ μάντει φράζει.
Καὶ ὃς ὑποτυχὼν εἶπεν·
«Ἀλλ᾿ αὕτη
γε ἡ κορώνη διόμνυται τόν τε Οὐρανὸν καὶ τὴν Γῆν ὡς, ἐὰν σὺ θέλῃς, τὰς ἐμὰς
ἀπολήψομαι βοῦς.».
Ο ΜΥΘΟΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΟΤΙ…
Τούτῳ τῷ λόγῳ
χρήσαιτο ἄν τις πρὸς ἄνδρα κλέπτην..