Θέλετε να δείτε πως θα είναι η Ελλάδα της «νέας δραχμής» που ονειρεύονται ορισμένοι;
Πως θα είναι η Ελλάδα απαλλαγμένη από το «άγος» του σκληρού νομίσματος το οποίο
δήθεν δεν της ταιριάζει διότι είναι κατάλληλο μόνο για χώρες που «παίζουν στην Α’ Εθνική»;
Θέλετε να δείτε ποιες θα είναι οι επιδόσεις της Ελλάδος στο ΑΕΠ, στα δημόσια
οικονομικά και στις εξαγωγές, αν τυχόν ποτέ αποκτήσει και πάλι εθνικό νόμισμα,
χωρίς όμως να σοβαρευτεί το πολιτικό σύστημα; Αν ναι, δείτε τότε την Ελλάδα του Ανδρέα και του
Γεράσιμου Αρσένη, δείτε την Ελλάδα της δεκαετίας του ‘80!
Δεν υπάρχει τρανότερη απόδειξη για το πόσο
τραγικά παλαιό και χρεοκοπημένο είναι το δήθεν νέο που φέρνει ο Αλέξης και το παρεάκι του, από το σοκαριστικό
γεγονός για όσους θυμούνται πολιτική ιστορία και γνωρίζουν από οικονομικά, του
ότι ο κ. Τσίπρας εκφώνησε τον επικήδειο
του Γεράσιμου Αρσένη! Ο Αλέξης Τσίπρας, ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης
της αριστεράς η οποία δήθεν δεν κυβέρνησε ποτέ,ο διαπρύσιος κήρυκας του
ξεμπερδέματος με το «παλαιό», έπλεξε το
εγκώμιο ενός αποθανόντος μεγαλοστελέχους του ΠΑΣΟΚ, ίσως του πιο γνήσιου εκφραστή του «παλαιού» και της
έμπρακτης αποτυχίας του! Αν και οι οικονομικές ιδέες του Γεράσιμου Αρσένη, εμπνευσμένες από τις
λατινοαμερικάνικες εμπειρίες του ‘60 και του ’70, καταδίκασαν σε υπανάπτυξη και
οπισθοδρόμηση την ελληνική οικονομία της δεκαετία του ‘80, ο Πρωθυπουργός του «νέου» στον επικήδειό που εκφώνησε για τον
πρώην «Τσάρο» της οικονομίας, τον χαρακτήρισε "έναν
σπουδαίο πολιτικό και διανοούμενο, που σημάδεψε με το έργο και την παρουσία του
το σοσιαλιστικό κίνημα στην πατρίδα μας και άφησε το δικό του ξεχωριστό
αποτύπωμα στην πολιτική ιστορία της χώρας»"
Προφανώς ο Αλέξης
μας, αμελέτητος και προχειράτζας όπως είναι γενικώς, αγνοεί ότι αυτό το αποτύπωμα
του Γεράσιμου Αρσένη είναι γενικά
εξαιρετικά αρνητικό. Ο Αρσένης υπήρξε
το ‘80 ο «τσάρος» των υποτιμήσεων και της
αποβιομηχάνισης της χώρας. Υπήρξε όμως και ο αμίλητος και ακίνητος Υπουργός Εθνικής Αμύνης εκείνος ο οποίος
διαχειρίστηκε την Κρίση στα Ίμια
το 1996 με αξιοθαύμαστη απάθεια (όλοι θυμόμαστε τo παντελώς ανέκφραστο ύφος
του υπουργού Αρσένη τότε, όταν μας έλεγε ότι κατέπεσε το ελληνικό ελικόπτερο
επειδή οι πιλότοι μας έπαθαν vertigo).
«Το χθές» το οποίο δήθεν θέλει να
αποτελειώσει ο Αλέξης, ήταν όλο εκεί
σύσσωμο στην κηδεία του Γεράσιμου Αρσένη.
Όλο το πράσινο, μπλε και ροζ ΠΑΣΟΚ.
Και ο Αλέξης, αντί να απουσιάζει με
νόημα, ήταν και παρών και μάλιστα ήταν κεντρικός ομιλητής!
Τη μόνη εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε
σχετικά είναι ότι ο Αλέξης είχε μια
κρίση ευγνωμοσύνης για τον τέως υπουργό
Παιδείας ο οποίος, άθελά του προφανώς, υπήρξε
η αφορμή που το ευφυές αλλά αδούλευτο, ανεπάγγελτο αυτό παιδί, έγινε διάσημο
και στη συνέχεια αναρριχήθηκε πολιτικά μέχρι την κορυφή.
Οι συνέπειες από τυχόν έξοδο από τη ζώνη
του ευρώ δεν πρέπει να αναλύονται μόνο βραχυχρόνια, όπως γίνεται στη σχετική
αρθρογραφία τα τελευταία χρόνια. Εκτός του αναμφίβολου τεραστίου βραχυχρονίου
κόστους σε όρους ευημερίας το οποίο παραδέχονται και οι ίδιοι οι υποστηρικτές της
δραχμής (Λαπαβίτσας
κλπ), πρέπει να μελετηθεί και το κατά πόσον μετά τα πρώτα
δύο-τρία έτη επιπρόσθετου πόνου, θα προκύψουν κάποια οφέλη που σε εύλογο
χρονικό διάστημα θα υπεραντισταθμίσουν τις όποιες ζημίες.
Η δεκαετία
1981-1990 των Ανδρέα-Αρσένη-Τσοβόλα
δίνει αμείλικτα οικονομικά διδάγματα σε εκείνους εντός και εκτός Ελλάδος που
σήμερα νοσταλγούν ή ονειρεύονται επιστροφή σε «μαλακό»
εθνικό νόμισμα ως δήθεν λύση στην οικονομική μας κρίση. Η εποχή εκείνη που
πρέπει να μελετηθεί από όλους εκείνους του «υπερπατριώτες» αριστερούς ή δεξιούς οι οποίοι
πιστεύουν ακόμη απλοϊκά ότι η κακοδαιμονία της χώρας οφείλεται στην ένταξη της
Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ, αγνοώντας ότι όλα τα οικονομικά προβλήματα της
χώρας, προϋπήρχαν της ένταξης αυτής και μάλιστα περισσότερο έντονα.
Αξιοποιώντας τα γνωστά από χρόνια στοιχεία
του ΔΝΤ (IMF, World
Economic Outlook Database), τα στοιχεία του ΟΟΣΑ νέα και παλαιά (Economic Outlook, Νο 98, Νοε 2015 και No 63, Ιούνιος
1998) αλλά και της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής (Statistical Annex to European Economy Νοε 2015) θα θυμίσουμε πέντε μόνο ζητήματα:
α) Η κυβέρνηση του σοσιαλιστικού ΠΑΣΟΚ το 1981 αποφάσισε να εφαρμόσει μια κεϋνσιανή
οικονομική συνταγή ενίσχυσης της συνολικής ζήτησης όπως εκείνη που διδάσκονται
οι φοιτητές οικονομικών σχολών στο πρώτο έτος μέσω του απλοϊκού υποδείγματος
IS-LM αδιαφορώντας παντελώς για τα οικονομικά της συνολικής προσφοράς ή για την
εκτόπιση (crowding-out)
του ιδιωτικού τομέα. Το δημοσιονομικό έλλειμμα το οποίο το 1980 επί ΝΔ ήταν 2,8% του ΑΕΠ,
επί ΠΑΣΟΚ άρχισε
σταδιακά να φουσκώνει χρηματοδοτούμενο από εξωτερικό δανεισμό και το 1989, τη χρονιά του «Τσοβόλα δώστα όλα» έφθασε το
ιλιγγιώδες 13,2% του ΑΕΠ (δηλ. παρόμοιο με
το έλλειμμα του 2009)!
β) Όμως παρά την εξαιρετικά επεκτατική
αυτή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική (ο Γεράσιμος Αρσένης την περίοδο 1982-1984
έγινε ο «Τσάρος» της οικονομίας, δηλ και υπουργός εθνικής οικονομίας και
Διοικητής στην Τράπεζα της Ελλάδος) και την πολιτική συνεχών
υποτιμήσεων της ισοτιμίας της δραχμής, η μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 1981-1990 ήταν μόλις
0,7% έναντι 2,4% της τότε Ευρωπαϊκής Ένωσης και έναντι 3,3% των προηγμένων οικονομιών του κόσμου και 3,4% των αναπτυσσομένων.
γ) Αντιθέτως, η μέση ετήσια αύξηση του
πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου εισοδήματος της Ελλάδος προ και μετά τους Ανδρέα-Αρσένη-Τσοβόλα
ήταν σημαντικά υψηλότερη: Τη δεκαετία της απόλυτης πρόσδεσης της δραχμής στο
δολάριο (καμία
υποτίμηση) 1961-70 η Ελλάδα αναπτυσσόταν κατά μέσο όρο με 8,5% ετησίως, ενώ την επόμενη δεκαετία 1971-1980 των δύο πετρελαϊκών κρίσεων η ετήσια
ανάπτυξη ήταν επίσης εξαιρετική (4,7%).
Την περίοδο της «σκληρής δραχμής» 1991-2000 ήταν 2,5%,
ενώ την περίοδο της ζώνης του ευρώ 2000-2009 επιταχύνθηκε στο 2,8%.
δ) Πολλοί αγνοούν επίσης ότι τη
δεκαετία του ’80 αν και ασκήθηκε πολιτική έντονης υποτίμησης της δραχμής (ανάλογη
πολιτική με αυτήν που ονειρεύονται πολλοί καλοπροαίρετοι σήμερα
υποστηρικτές της εξόδου από το ευρώ), αυτή δεν είχε ωστόσο κανένα
ευνοϊκό αποτέλεσμα στην εξαγωγική επίδοση της ελληνικής οικονομίας. Παρά τις
δύο υποτιμήσεις του 1983 και 1985 και τη συνεχή ενδιάμεση διολίσθηση της
ισοτιμίας της δραχμής (με εξαίρεση το σταθεροποιητικό πρόγραμμα Σημίτη 1985-1987
το οποίο πολεμήθηκε εκ των έσω από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ), η μέση ετήσια αύξηση του όγκου των εξαγωγών μας την
περίοδο 1981-1990 ήταν μόλις 1,8%, έναντι μέσης ετήσιας ανόδου 14% την προηγούμενη δεκαετία του ’70!
Τη δεκαετία του ‘90 της «σκληρής δραχμής»
η μέση ετήσια αύξηση των εξαγωγών μας επιταχύνθηκε στο 7,5%,
ενώ την περίοδο της πρώτης δεκαετίας της ζώνης του ευρώ ήταν 3,5%
ε) Η εξωστρέφεια της ελληνικής
οικονομίας τελικά μειώθηκε την περίοδο Ανδρέα-Αρσένη και αυξήθηκε την περίοδο της
ζώνης του ευρώ: Το 1980 οι εξαγωγές αγαθών
και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας ήταν 19,3%
του ΑΕΠ. Παρά τη «μαλακή» δραχμή
οι εξαγωγές υποχώρησαν σταδιακά στο 14,8%
του ΑΕΠ το 1990. Ο κύριος λόγος
ήταν ότι έγιναν πανάκριβες οι εισαγωγές πρώτων υλών και ενδιάμεσων αγαθών για
την ελληνική βιομηχανία η οποία ακριβώς τότε επλήγη θανάσιμα και τελικά
περιορίστηκε δραματικά. Τη δεκαετία του ‘90 όπου ακολουθήθηκε αυστηρότερη
συναλλαγματική πολιτική για τη δραχμή, το μερίδιο των εξαγωγών στο ελληνικό ΑΕΠ
αυξανόταν σταδιακά και τις παραμονές εισόδου στο ευρώ είχε ανέλθει στο 19,3%του ΑΕΠ. Την περίοδο της ζώνης του
ευρώ οι ελληνικές επιχειρήσεις αξιοποίησαν τη νομισματική σταθερότητα του ευρώ
και αύξησαν την εξωστρέφειά τους η οποία έφθασε σταδιακά στο 23,4% το 2008,
παραμονή της κρίσης.
Άρα η οικονομική πολιτική που ονειρεύονται
ή διεκδικούν πολλοί σήμερα της επέκτασης των δημοσίων καταναλωτικών δαπανών με
«μαλακό» νόμισμα και εκτύπωση πληθωριστικού χρήματος, έχει εφαρμοστεί
στην Ελλάδα από τον τότε Σύριζα
και απέτυχε παταγωδώς.
Οι οικονομικές αντιλήψεις του ζεύγους Αρσένη ευθύνονται για τις δυο υποτιμήσεις της δραχμής το 1983 και το 1985
και γενικά για την αλλοπρόσαλλη μακροοικονομική διαχείριση της εποχής με τα
διψήφια ετήσια δημοσιονομικά ελλείμματα, την κατακόρυφη αύξηση του δημοσίου
χρέους, τον υψηλό πληθωρισμό για λόγους seigniorage,
τη μεγάλη κατ έτος διολίσθηση της δραχμής και άρα την αδυναμία εισαγωγής πρώτων
υλών και τελικά την αποβιομηχάνιση της χώρας ακριβώς την ώρα που έπρεπε να
επωφεληθούμε από την είσοδό μας στην τότε ΕΟΚ. Η παλαιοσοσαλιστικές ιδέες του Αρσένη, υπό την ανοχή του Ανδρέα για κάποια διαστήματα, συνέβαλαν στην
τεράστια απόκλιση παραγωγικότητας και εθνικού εισοδήματος της Ελλάδος και του
υπόλοιπου προηγμένου κόσμου. Ήταν η δεκαετία της οπισθοδρόμησης σε όλα τα
οικονομικά μας μεγέθη, αλλά και της αύξησης της εισοδηματικής ανισότητας στο
εσωτερικό της χώρας λόγω του υψηλού πληθωρισμού.
Βέβαια, για όσους θέλουν να ζουν σε μύθους
και σύννεφα ή «να φλερτάρουν με πολιτικές αυταπάτες»
κατά την παραδοχή του ΠτΒ κ. Βούτση (Ιανουάριος 2016), ο θλιβερός αυτός οικονομικός
απολογισμός του ’80 τους είναι και άγνωστος και αδιάφορος.
Για όσους όμως απαντούν απλοϊκά «ναι αλλά φάγαμε ψωμάκι τότε», χωρίς να εξετάζουν
τίνος το ψωμάκι έφαγαν τότε τη δεκαετία του ’80 – δηλ. των παιδιών και εγγονιών τους που σήμερα
είναι υπερχρεωμένα, άνεργα ή κακοπληρωμένα–καλόν είναι να
κατανοήσουν τις συνέπειες των όσων συνέβησαν τότε.
Η διεθνής ανταγωνιστικότητα ΔΕΝ είναι
συναλλαγματικό ή νομισματικό θέμα. Με μαλακό νόμισμα και υποτιμήσεις δεν
γίνεσαι μεγάλος εξαγωγέας όπως αφελώς υποστηρίζουν ακόμη μερικοί πολιτικοί και
δημοσιογράφοι, αλλά αντιθέτως φτωχοποιείς συνολικά τα νοικοκυριά και τις
επιχειρήσεις ολόκληρης της οικονομίας επιβραδύνοντας το ρυθμό
ανάπτυξης. Οι υποτιμήσεις μόνο πρόσκαιρα θετικά αποτελέσματα επιφέρουν,
για λίγους μόνο μήνες, μας διδάσκει τόσο η οικονομική θεωρία, όσο και η
προηγούμενη εμπειρία της Ελλάδος όπως παραπάνω αναλύσαμε.
Έχουμε τονίσει σε άλλο μας άρθρο (Ευρώ ή Δραχμή,
21/5/2014) ότι οι προϋποθέσεις ταχείας εξόδου από την κρίση υπάρχουν
και είναι εκείνες που ίσχυσαν την χρυσή εικοσαετία της Ελλάδος 1954-1973:
α) νομισματική και συναλλαγματική
σταθερότητα (τότε
είχαμε σκληρή δραχμή με πρόσδεσή της συναλλαγματικής της ισοτιμίας στο
δολάριο 30δρχ = 1 USD)
β) Δημοσιονομική πειθαρχία με μηδενικά
ελλείμματα, και
γ) φιλικό περιβάλλον του κράτους προς
τις παραγωγικές επενδύσεις, ελλήνων και ξένων.
Τα προβλήματα της χαμηλής ανταγωνιστικότητας και της χρεοκρατίας στην ελληνική οικονομία είναι προβλήματα που εδράζονται στα σαθρά θεμέλια των θεσμών της (κόμματα, δικαιοσύνη, ΜΜΕ, συνδικαλισμός, διαφάνεια και λογοδοσία κρατικής διοίκησης, επιχειρηματικές πρακτικές κλπ) και όχι στο νόμισμα. Η μελέτη των συγκριτικών οικονομικών επιδόσεων της Ελλάδος και της υπόλοιπης προηγμένης Ευρώπης της δεκαετίας του ’80 μας διδάσκει ότι αν δεν αλλάξεις την ποιότητα των θεσμών αυτών, όποιο νόμισμα και να έχεις, στο ίδιο θλιβερό αποτέλεσμα θα καταλήξεις.
Τα προβλήματα της χαμηλής ανταγωνιστικότητας και της χρεοκρατίας στην ελληνική οικονομία είναι προβλήματα που εδράζονται στα σαθρά θεμέλια των θεσμών της (κόμματα, δικαιοσύνη, ΜΜΕ, συνδικαλισμός, διαφάνεια και λογοδοσία κρατικής διοίκησης, επιχειρηματικές πρακτικές κλπ) και όχι στο νόμισμα. Η μελέτη των συγκριτικών οικονομικών επιδόσεων της Ελλάδος και της υπόλοιπης προηγμένης Ευρώπης της δεκαετίας του ’80 μας διδάσκει ότι αν δεν αλλάξεις την ποιότητα των θεσμών αυτών, όποιο νόμισμα και να έχεις, στο ίδιο θλιβερό αποτέλεσμα θα καταλήξεις.