Η κυβέρνηση της Γερμανίας επιδιώκει να περιορίσει δραστικά την πρόσβαση στα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας για τους
μετανάστες από άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, συγχρονίζοντας κατά τα φαινόμενα το βήμα της με τη Βρετανία.
Σύμφωνα με σχέδιο νόμου το οποίο κατήρτισε
η υπουργός Εργασίας Αντρέα Νάλες (SPD) και τα κυριότερα σημεία
του αποκαλύφθηκαν σήμερα από τον γερμανικό Τύπο, οι Ευρωπαίοι υπήκοοι που ζουν στη Γερμανία δεν θα δικαιούνται στο εξής
κανένα επίδομα κοινωνικής πρόνοιας εάν δεν εργάζονται.
Το κείμενο –το οποίο ήδη επικρίνεται με σφοδρότητα από
την αντιπολίτευση– προβλέπει ότι οι
Ευρωπαίοι μετανάστες στη Γερμανία που είναι άνεργοι δεν θα μπορούν να λαμβάνουν
κανένα επίδομα κοινωνικής πρόνοιας εάν δεν έχουν ήδη συμπληρώσει μια πενταετία
νόμιμης παραμονής στη χώρα.
Η Γερμανίδα υπουργός Εργασίας διαβεβαίωσε
ότι το νομοσχέδιο αντιστοιχεί σε «αυτό που ήδη
πρακτικά εφαρμόζεται σήμερα», ενώ εκτίμησε ότι η πενταετία αποτελεί
«σε όλη την Ευρώπη» μια «δεσμευτική προθεσμία».
Όσοι θα αποκλειστούν προσεχώς από τα
κοινωνικά επιδόματα θα δικαιούνται πάντως να λάβουν ένα μεταβατικό επίδομα για τέσσερις εβδομάδες,
το οποίο θα χορηγείται εφάπαξ για την κάλυψη βασικών αναγκών τους, όπως η αγορά
τροφίμων, η εξασφάλιση ιατρικής περίθαλψης ή στέγης.
Προβλέπεται ακόμη η δυνατότητα χορήγησης δανείων για την κάλυψη των εξόδων
επιστροφής των μεταναστών στη χώρα προέλευσής τους, όπου θα μπορούν
να υποβάλουν αίτηση για να λαμβάνουν επιδόματα.
Τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο
νομοσχέδιο, το οποίο θα πρέπει καταρχήν να εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο
πριν υποβληθεί στη Βουλή για συζήτηση και ψήφιση, αντηχούν σε μεγάλο βαθμό τις
διεκδικήσεις του Βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ
Κάμερον, ο οποίος διεξάγει προεκλογική εκστρατεία για να αποφευχθεί το
λεγόμενο Brexit, ενόψει του
δημοψηφίσματος του Ιουνίου. Ο συντηρητικός Βρετανός πρωθυπουργός επιδιώκει με
τον τρόπο αυτό τη μείωση των αφίξεων
μεταναστών εργαζομένων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ στο βρετανικό
έδαφος.
Τα μέτρα αυτού του χαρακτήρα όμως
χαρακτηρίζονται εξαιρετικά αμφιλεγόμενα, καθώς καταγγέλλεται πως συνιστούν
διάκριση και παραβίαση της θεμελιώδους ευρωπαϊκής αρχής της ελεύθερης κίνησης
των προσώπων, ενώ έχουν θορυβήσει τα κράτη της κεντρικής και ανατολικής
Ευρώπης, που θεωρούν ότι θέτουν στο στόχαστρο τους υπηκόους τους.
Το Βερολίνο αντιτασσόταν επί μακρόν σε αυτά
τα αιτήματα, πριν κάνει μια στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών, όταν ένα γερμανικό
ομοσπονδιακό δικαστήριο αρμόδιο για κοινωνικές υποθέσεις είχε αποφανθεί, στα
τέλη του 2015, πως όλοι οι υπήκοοι της ΕΕ, ακόμη κι
αν δεν έχουν εργασία, έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν επιδόματα έπειτα από
διαμονή έξι μηνών.
Η απόφαση εκείνη πυροδότησε έντονο διάλογο
στη Γερμανία και ενέτεινε την ανησυχία στους δήμους και τις κοινότητες –οι οποίες
χρηματοδοτούν το σύστημα πρόνοιας– ότι πολίτες χωρών της ΕΕ όπου το
βιοτικό επίπεδο είναι πολύ κατώτερο από αυτό της Γερμανίας,
όπως η Ρουμανία ή η Βουλγαρία, θα μεταναστεύσουν μαζικά στη
Γερμανία. Πολλοί Γερμανοί πολιτικοί έσπευσαν να ταχθούν εναντίον αυτού που
αποκαλούν «επιδοματικό
τουρισμό».
Η Νάλες
έχει προτείνει να τροποποιηθεί ο νόμος για να μεταβληθούν επί το αυστηρότερο οι
όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση επιδομάτων.
Παραδεχόμενη ότι δεν έχει υπάρξει καμία
ξαφνική μεγάλη άνοδος των αιτήσεων για τη χορήγηση επιδομάτων μετά την απόφαση
του δικαστηρίου, η Νάλες σημείωσε
μολαταύτα πως η επιδίωξή της είναι «να κλείσει αυτό
το παραθυράκι».
Δεχόμενη πυρά από την αντιπολίτευση, η Νάλες υπεραμύνθηκε της πρότασής της λέγοντας
ότι δεν αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο.
«Καθένας από
αυτούς τους πολίτες έχει το δικαίωμα να λαμβάνει επιδόματα πρόνοιας από τη χώρα
του, στο επίπεδο (των
επιδομάτων) των χωρών αυτών»,
επιχειρηματολόγησε.
Δεν υπάρχει «Ένωση επιδομάτων πρόνοιας στην Ευρώπη», είχε εξάλλου
δηλώσει η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα
Μέρκελ. «Όλοι οι Ρουμάνοι πολίτες είναι ευπρόσδεκτοι.
Αλλά σε ό,τι αφορά την είσπραξη κοινωνικών επιδομάτων, όσοι δεν διαθέτουν
δουλειά (...) είμαι της γνώμης πως είναι αποδεκτό πως θα επιστρέφουν στη χώρα
τους».
Το κόμμα Η
Αριστερά (Die Linke) καταφέρθηκε έντονα εναντίον του
νομοσχεδίου της Νάλες, χαρακτηρίζοντάς
το μια σπασμωδική αντίδραση στην άνοδο του αντιμεταναστευτικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).