ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Το πολύ το ΚΚ…

…..κάνει το παιδί καλαμάκα
( όπως είναι το πλήρες )
    Ο ποιητής έχει δίκιο: έρχεται η στιγμή που θα αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ΄ αφήσεις. Όμως αυτή η στιγμή δεν αφορά κάθε τι που ζεις, προσλαμβάνεις ή σκέφτεσαι. Ευτυχώς, τα πραγματικά διλήμματα είναι κάτι σπάνιο.
    Τα σκεφτόμουν αυτά αφού με αφορμή το Μουντιάλ διάβαζα διάφορα στο Facebook για τις φαβέλες, την τρομερή κοινωνική ανισότητα της χώρας, αλλά και το επίπεδο διαβίωσης ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της Βραζιλίας που πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας φυτοζωεί.
    Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν πως είναι ανήθικο να γιορτάζεται το υπερθέαμα του Μουντιάλ, όταν λίγο παραδίπλα οι συνθήκες ζωής είναι άθλιες. Φαντάζομαι πως είναι οι ίδιοι που πιστεύουν ότι δεν πρέπει κανείς να πηγαίνει σε “trendy bar” όσο συμπατριώτες μας παίρνουν σύνταξη 300 ευρώ ή να βλέπουμε χαζοκωμωδίες όσο τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων χαλκεύουν την επικαιρότητα και ούτω καθεξής.
    Με την… ποινικοποίηση κάθε απόλαυσης όμως, μικρής ή μεγάλης, άκρη δεν βγαίνει. Οι ενοχές είναι καλή ιδέα για να κινητοποιήσεις κόσμο προς κάποιο σκοπό πρέπει όμως να έχουν το ποσοτικό τους όριο για να μην καταλήγει το πράγμα σε παραλογισμό. Στην Ελλάδα και σχεδόν παντού, δύο είναι οι “οργανισμοί” που παραδοσιακά λειτουργούν χρησιμοποιώντας κατά κόρον την ενοχή: H εκκλησία και η αριστερά. Και αν μεν τα της εκκλησίας είναι εύκολα απορίψιμα αφού δύσκολα υπάρχει άνθρωπος που θα νιώσει αμαρτωλός επειδή έκανε σεξ την Τετάρτη, με την αριστερά το πράγμα είναι πιο περίπλοκο.
    Ο λόγος είναι προφανής. Οι αδικίες που επικαλούνται οι ομονοούντες είναι συνήθως υπαρκτές και ζητούν την προσοχή μας για να απαλειφθούν. Όμως η επίθεση σε κάθε σκέψη που δεν είναι στρατευμένη στην πολιτική ορθότητα ή την πολιτική δικαιοσύνη δεν είναι η λύση- τουλάχιστον για όσους δεν θέλουν να αποκοπούν εντελώς από την πραγματικότητα και να περιθωριοποιηθούν μαζί με τις ιδέες τους.
    Τις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν τον Δεύτερο παγκόσμιο Πόλεμο, η δεξιά στην Ευρώπη είχε σημαντική άνοδο. Η εξέλιξη ήταν αντίθετη με τα όσα περίμενε η αριστερά να συμβούν, έχοντας στο μυαλό της τα όσα τράβηξαν οι λαοί από την ακροδεξιά του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Όντως οι λαοί έψαχναν το αντίδοτο για τις δυστυχίες που πέρασαν στον πιο πολύνεκρο πόλεμο της ιστορίας. Τις έψαχναν όμως στην ηρεμία και όχι στις πολιτικές εντάσεις και τις ρήξεις. Ο αμερικανικός φιλελευθερισμός, που αναγκαστικά εφάρμοζαν και τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη, έδωσε την ευκαιρία στις δεξιές πολιτικές να φανούν σχετικά ευέλικτες και ταυτόχρονα απαλλαγμένες από δεσμευτικές ρητορικές όπως εκείνες του Μαρξισμού που κουβαλούσε μαζί της η αριστερά. Έτσι, η μαχητική φρασεολογία της ευρωπαϊκής αριστεράς δεν προχώρησε και τη σκυτάλη πήραν οι σοσιαλδημοκράτες με τον ηπιότερο λόγο και τις κεντρώες τάσεις.
    Αντίστοιχα, στα καθ’ ημάς, νομίζω ότι η πενταετία της κρίσης που ολοκληρώνεται τώρα αντί να ξυπνήσει επαναστατικές τάσεις στην ελληνική κοινή γνώμη- γεγονός που δικαιολογημένα ίσως θα περίμεναν αρκετοί- δημιούργησε την ανάγκη για ηρεμία και λιγότερη καταγγελία. Είναι πιθανόν λοιπόν ότι και η ίδια η αριστερά χάνει με τον αδιάκριτα καταγγελτικό της λόγο έναντι κάθε πράγματος που δεν συντελεί στην αποκατάσταση των αδικιών ή που δεν συστρατεύεται με την καταγγελία του Μνημονίου.
    Δεν ξέρω αν μπορεί το καθήκον να διαμαρτύρεσαι για αδικίες να συνυπάρχει με «ποταπές» επιθυμίες κατανάλωσης και αναψυχής, οι οποίες περνούν από το μυαλό μου συχνά πυκνά και φροντίζω να ικανοποιώ όσο μπορώ περισσότερες. Ελπίζω να γίνεται. Αν όχι, φαντάζομαι ότι θα καώ στην κόλαση της αριστερίστικης διανόησης, αφού δεν νιώθω καν τύψεις.
    Λέω λοιπόν ότι μπορεί κάποιος να σκέφτεται να πάει στη Μύκονο ή στη Γαύδο και ταυτόχρονα να ψήφισε για να βγει ο ΣυΡιΖα πρώτο κόμμα ή να απόλαυσε κάποιους αγώνες του Μουντιάλ χωρίς να έχει ταυτόχρονα στο μυαλό του τις φαβέλες. Αυτοί που απαιτούν πλήρη αφοσίωση είναι γεννημένοι καταπιεστές, δεν βοηθούν τις ιδέες τους να διαδοθούν και προσπαθούν να φτιάξουν τάξεις ενόχων χωρίς κανένα όφελος.