Λάζαρος – Κίμων Μπερβερίδης
Εσένα που τα δειλινά στη σκέψη
μου ερχόσουν
πήγες και αγάπησες το κύμα που
βαστούσα
στης αμμουδιάς το πλάτωμα
μονάχη σου καθόσουν
χάραζες τις σκέψεις σου, την
αλμύρα του κρατούσα
Εσένα λαχτάρησα, με χρώματα στα
μάτια
μα εσύ αιχμάλωτη κρύα σαν τα
χιόνια
πολύ χαμόγελο σου έλειψε της
μοναξιάς τα πλάτια
το πέρασμα της θάλασσας
θωρείς από τα μπαλκόνια.
Ολόψυχα σου δόθηκα, σφήνωσε
γλυκιά ελπίδα
μα εσύ πίσω από τα τόσο
παιχνιδίσματα
τον ουρανό μου εγκατέλειψες
μετά την καταιγίδα
χάραξες τα σύνορα μέσα στα
χίλια κύματα.
Η στέρνα της λογικής σου
θόλωσε, σκοτάδι η ψυχή σου
χάρτινα τα διαστήματα στο δρόμο
ξεμακραίνουν
πλημμυρισμένη θάλασσα βαθειά
στη θύμηση σου
παρέσυρε τις ξέρες σου χωρίς να
ξέρεις που διαβαίνουν.