Το έστειλε ο Γιώργος Επιτήδειος
Ενώ οι επενδυτές ήταν απασχολημένοι με τον
πρόεδρο Τραμπ και το χάος της Ουάσιγκτον, τις εκλογικές αναμετρήσεις στην
Ευρώπη και την αβεβαιότητα που έχει προκληθεί από την πολιτική της αμερικανικής
Ομοσπονδιακής Τράπεζας και την απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την
Ευρωπαϊκή Ένωση, μία γνώριμη και δυνητικά ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τις
παγκόσμιες αγορές ενισχύεται στο παρασκήνιο. Η Κίνα.
Δύο χρόνια μετά την κατάρρευση των
κινεζικών χρηματιστηρίων, την υποτίμηση του γουάν και την ανησυχία για την
αύξηση του χρέους που είχαν προκαλέσει συναγερμό μεταξύ των επενδυτών, πολλοί
δείχνουν να έχουν ξεχάσει αυτά τα προβλήματα. Στο μεταξύ, οι κινεζικές μετοχές
έχουν αναρριχηθεί σε επίπεδο ρεκόρ. «Η επικρατούσα άποψη είναι πως η Κίνα είναι μια
χαρά», λέει ο Κέβιν Σμιθ,
ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Crescat Capital με έδρα το Ντένβερ. Αναφερόμενος γενικά στο
κινεζικό χρέος και στα χρηματοπιστωτικά παρατηρεί πως «ο κόσμος πράγματι δεν
εξετάζει τη δυνητική φούσκα, η οποία εξακολουθεί να μεγαλώνει». Ήδη ορισμένοι ενθαρρύνουν τους επενδυτές
να εισέλθουν στην κινεζική αγορά. Τον
Μάρτιο η Goldman Sachs είχε συστήσει στους επενδυτές να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους
σε κινεζικές μετοχές επικαλούμενη τον βελτιωμένο ρυθμό ανάπτυξης, τη σταθερή
πολιτική και άλλα.
Ωστόσο, ορισμένοι επενδυτές έχουν αρχίσει να ανησυχούν και πάλι. Σε έρευνα μεταξύ διαχειριστών επενδυτικών κεφαλαίων που είχε δημοσιεύσει τον Μάιο η Bank of America, η πλειονότητα είχε εκτιμήσει, πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2016, πως η Κίνα αποτελεί την πιθανότερη πηγή αρνητικής έκπληξης για τις παγκόσμιες αγορές. Τον περασμένο μήνα η Moody’s είχε υποβαθμίσει το αξιόχρεο της Κίνας πρώτη φορά έπειτα από 28 χρόνια. Η εντεινόμενη ανησυχία αφορά στην αύξηση του κινεζικού χρέους. Στην προσπάθειά του να σταθεροποιήσει την οικονομία, το Πεκίνο έχει αυξήσει την παροχή πιστώσεων αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το βουνό του χρέους. Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) το κινεζικό χρέος είχε ανέλθει στα τέλη του 2016 στο 257% του ΑΕΠ, δηλαδή είναι λίγο μεγαλύτερο από το αμερικανικό και σημαντικά υψηλότερο από αυτό των υπόλοιπων αναδυόμενων οικονομιών που ανήλθε στο 184% του ΑΕΠ. Όμως αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τους επενδυτές είναι ο ρυθμός αύξησης του κινεζικού χρέους, το οποίο βρισκόταν στα τέλη του 2007 μόλις στο 152% του ΑΕΠ. Σε μελέτη που είχε δημοσιευτεί τον Ιούνιο η εταιρεία Capital Economics προειδοποιούσε πως το κινεζικό χρέος «έχει αυξηθεί ταχύτερα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη σημαντική οικονομία» και πως η συνεχιζόμενη αύξηση του αποτελεί «τη σημαντικότερη απειλή που αντιμετωπίζει η αναδυόμενη Ασία». Τους τελευταίους μήνες το Πεκίνο είχε προσπαθήσει να αντιστρέψει αυτή την τάση, αλλά και αυτό προκάλεσε ανησυχία στις αγορές που φοβήθηκαν πως ο περιορισμών των πιστώσεων θα πλήξει την οικονομική ανάπτυξη και θα φέρει σε δύσκολη θέση υπερχρεωμένες εταιρείες.
Ωστόσο, ορισμένοι επενδυτές έχουν αρχίσει να ανησυχούν και πάλι. Σε έρευνα μεταξύ διαχειριστών επενδυτικών κεφαλαίων που είχε δημοσιεύσει τον Μάιο η Bank of America, η πλειονότητα είχε εκτιμήσει, πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2016, πως η Κίνα αποτελεί την πιθανότερη πηγή αρνητικής έκπληξης για τις παγκόσμιες αγορές. Τον περασμένο μήνα η Moody’s είχε υποβαθμίσει το αξιόχρεο της Κίνας πρώτη φορά έπειτα από 28 χρόνια. Η εντεινόμενη ανησυχία αφορά στην αύξηση του κινεζικού χρέους. Στην προσπάθειά του να σταθεροποιήσει την οικονομία, το Πεκίνο έχει αυξήσει την παροχή πιστώσεων αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το βουνό του χρέους. Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) το κινεζικό χρέος είχε ανέλθει στα τέλη του 2016 στο 257% του ΑΕΠ, δηλαδή είναι λίγο μεγαλύτερο από το αμερικανικό και σημαντικά υψηλότερο από αυτό των υπόλοιπων αναδυόμενων οικονομιών που ανήλθε στο 184% του ΑΕΠ. Όμως αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τους επενδυτές είναι ο ρυθμός αύξησης του κινεζικού χρέους, το οποίο βρισκόταν στα τέλη του 2007 μόλις στο 152% του ΑΕΠ. Σε μελέτη που είχε δημοσιευτεί τον Ιούνιο η εταιρεία Capital Economics προειδοποιούσε πως το κινεζικό χρέος «έχει αυξηθεί ταχύτερα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη σημαντική οικονομία» και πως η συνεχιζόμενη αύξηση του αποτελεί «τη σημαντικότερη απειλή που αντιμετωπίζει η αναδυόμενη Ασία». Τους τελευταίους μήνες το Πεκίνο είχε προσπαθήσει να αντιστρέψει αυτή την τάση, αλλά και αυτό προκάλεσε ανησυχία στις αγορές που φοβήθηκαν πως ο περιορισμών των πιστώσεων θα πλήξει την οικονομική ανάπτυξη και θα φέρει σε δύσκολη θέση υπερχρεωμένες εταιρείες.