Εχθές, 27 Ιουλίου τιμήθηκε από την Εκκλησία ο Άγιος Παντελεήμων ο Μεγαλομάρτυς Και Ιαματικός, πολιούχος
της Φλώρινας και της Τήλου.
Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 – 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια (βλέπε 30 Μαρτίου). Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο (βλέπε 26 Ιουλίου) που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.
Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.
Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.
Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.
«Ο Άγιος Παντελεήμονας ήταν ιδιαίτερα γνωστός και αγαπητός στον Πόντο», όπως αναφέρει και ο Ιωάννης Μελετίδης. «Ήταν και είναι γιατρός για όλες τις ασθένειες και τα σωματικά ελαττώματα. Χαρακτηριστικά έλεγαν:
«Ούμπαν κοτζοί κι ούμπαν στραβοί στον Αι Παντελεήμονα» (δηλαδή όπου κουτσοί και όπου στραβοί στον άγιο Παντελεήμονα).
Όλοι προσδοκούσαν ότι θα έβρισκαν γιατρειά από τον Άγιο. Μόνο η γερασμένη καρδιά, πίστευαν, δεν παίρνει θεραπεία. «Οι άρρωστοι ολ’ χαίρουνταν, ελπίζ’ νε να λαρούνταν και μονάχον το γερασμένον η καρδά λαρωμονήν κι παίρει (δηλ. οι άρρωστοι όλοι χαίρονταν, ελπίζανε να θεραπευτούν και μόνο η γηρασμένη η καρδιά θεραπεία δεν παίρνει)».
Στον Πόντο και το Καρς (Καύκασος) υπήρχαν πολλές εκκλησίες και εξωκλήσια στη χάρη του Αγίου. Μάλιστα λέγεται πως την ημέρα της γιορτής του επικρατούσε αυστηρά αργία από κάθε χειρωνακτική εργασία. Εξαίρεση, αποτελούσε μόνο η βοήθεια σε χήρες, ορφανά και ανήμπορους.
Η συρροή του κόσμου στα θρησκευτικά πανηγύρια, που είχαν και εμπορικό χαρακτήρα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στα εξωκλήσια. Πήγαιναν και από μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια, ως τάμα για να εναποθέσουν τις ελπίδες τους στον Άγιο για τη θεραπεία κάποιας ασθένειας. Μάλιστα, έταζαν ή έφερναν τάματα
Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 – 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια (βλέπε 30 Μαρτίου). Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο (βλέπε 26 Ιουλίου) που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.
Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.
Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.
Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.
«Ο Άγιος Παντελεήμονας ήταν ιδιαίτερα γνωστός και αγαπητός στον Πόντο», όπως αναφέρει και ο Ιωάννης Μελετίδης. «Ήταν και είναι γιατρός για όλες τις ασθένειες και τα σωματικά ελαττώματα. Χαρακτηριστικά έλεγαν:
«Ούμπαν κοτζοί κι ούμπαν στραβοί στον Αι Παντελεήμονα» (δηλαδή όπου κουτσοί και όπου στραβοί στον άγιο Παντελεήμονα).
Όλοι προσδοκούσαν ότι θα έβρισκαν γιατρειά από τον Άγιο. Μόνο η γερασμένη καρδιά, πίστευαν, δεν παίρνει θεραπεία. «Οι άρρωστοι ολ’ χαίρουνταν, ελπίζ’ νε να λαρούνταν και μονάχον το γερασμένον η καρδά λαρωμονήν κι παίρει (δηλ. οι άρρωστοι όλοι χαίρονταν, ελπίζανε να θεραπευτούν και μόνο η γηρασμένη η καρδιά θεραπεία δεν παίρνει)».
Στον Πόντο και το Καρς (Καύκασος) υπήρχαν πολλές εκκλησίες και εξωκλήσια στη χάρη του Αγίου. Μάλιστα λέγεται πως την ημέρα της γιορτής του επικρατούσε αυστηρά αργία από κάθε χειρωνακτική εργασία. Εξαίρεση, αποτελούσε μόνο η βοήθεια σε χήρες, ορφανά και ανήμπορους.
Η συρροή του κόσμου στα θρησκευτικά πανηγύρια, που είχαν και εμπορικό χαρακτήρα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στα εξωκλήσια. Πήγαιναν και από μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια, ως τάμα για να εναποθέσουν τις ελπίδες τους στον Άγιο για τη θεραπεία κάποιας ασθένειας. Μάλιστα, έταζαν ή έφερναν τάματα