Για τις µάχες, οι οποίες διεξήχθηκαν από 30 Απριλίου έως και 2 Μαΐου στη πεδιάδα µεταξύ Λούρου και Αράχθου,
µπορεί κανείς να κερδίσει µια εικόνα απο τις περιγραφές των ξένων ανταποκριτών.
Σε αυτή την πεδιάδα, που χωρίζει ο µεγάλος δρόµος Αρτας – Γιάννενα, βρίσκονται µερικές βουνοπλαγιές που προσφέρονται
για αµυνα, εξ αιτίας των δασών
Στις 30 Απριλίου το απόγευµα,
ο σ/χης Μπαϊρακτάρης µε µια φάλαγγα αποτελούµενη
απο µια ταξιαρχία πεζικού, 3 ίλες ιππικού
και δύο µοίρες πυροβολικού, πλησίασε στο ύψος του Ιµαρετίου, όπου είχε µερικές αψιµαχίες µε τον
εχθρό.
Την ιδια ώρα µια δεύτερη φάλαγγα µε 8 τάγµατα και 2 µοιρες πυροβολικού, υπο
τις διαταγές του σ/χη Γκολφινόπουλου, βάδιζε
µέσω του κάµπου της Αρτας προς την γέφυρα
Καλογήρου, για να την κρατήσει απο µια πιθανή επίθεση των τούρκων.
Οι άτακτοι
του Μάρκου Μπότσαρη είχαν την αποστολή να χτυπήσουν εχθρικές µονάδες,
που θα βγαίνανε απο την Πρέβεζα και να γίνουν κύριοι του δρόµου που οδηγεί στα
Γιάννενα.Ο Μπαϊρακτάρης έλαβε διαταγή να κρατήσει αποκλειστικά αµυντική θέση,
έτσι ώστε σε περίπτωση κινδύνου να µπορεί να ενισχύσει την ταξιαρχία του Γκολφινόπουλου στον ποταµό Λούρο, του οποίου
αποστολή ηταν να βοηθήσει τα άτακτα ηπειρώτικα σώµατα.
Αντίθετα όµως, ο Μπαϊρακτάρης την 1η Μαΐου προέβει σε επίθεση εναντίων των θέσεων που
κρατούσαν οι τούρκοι στην Στρεβίνα, στο
Χανόπουλο και στην Γρεµµενίτσα. Οι θέσεις αυτές, οι οποίες είχαν ήδη λάβει ενίσχυση 8000 ανδρών
υπο τις διαταγές του Σααντ Εντίρ, είχαν
οχυρωθεί µε πυροβόλα. Μετα απο µια σκληρή µάχη του πυροβολικού, στην οποία έλαβαν
µέρος και τα πυροβόλα/κανόνια που βρίσκονταν στα φρούρια απο την πλευρά της
Αρτας, ρίχτηκαν στη µάχη οι εύζωνοι αψηφώντας τον θάνατο και µε ψηχρότητα (παληκαριά) έτρεψαν τον εχθρό σε φυγή, µέχρι που στους
τούρκους ηρθε ενίσχυση και µπόρεσαν να κρατηθούν πιο πέρα.
Ξαφνικά όµως άρχισαν και τα ελληνικά
πυροβόλα, διαµέτρου των 10εκ. να εκτοξεύουν πυρά. Ερχοντας το σούρουπο µπήκε τέλος
στη µάχη. Οι ελληνες παρέµειναν νικητές και αποφασιστικοί απέναντι µιας υπερδύναµης
και πολέµησαν γενναία. Με την κάθοδο της νυκτός άρχισε να πέφτει και βροχή. Αυτό
δεν εµπόδισε και το ελληνικό και το τουρκικό πυροβολικό, που βρισκοτανε σε δύο
λόφους να ανοίξουν πύρ. Ενας θανατικός
πυροβολισµός άρχισε. Μόνο όταν άρχισε να πέφτει οµίχλη σταµάτησαν οι εχθροπραξίες.Η
νύχτα, εξ αίτιας της βροχής, του κρύου και την έλλειψη τροφίµων ηταν για τους
πολέµιους απελπιστική.
Την Παρασκευή 2 Μαϊου, ο σ/χης
Μπαϊρακτάρης ενισχυόµενος απο ενα τάγµα
της ταξιαρχίας Γκολφινόπουλου, άρχισε πάλι την επίθεση.Τρεις φάλαγγες, η
µια απο στο στενό της Κιάφας, οι άλλες
δύο πιο πέρα ανατολικά, βάδιζαν εναντίον του Χανόπουλου.
Η επίθεση άρχισε σφοδρή και φαίνονταν, στο πρώτο στάδιο, ότι θα είχε επιτυχία.
Η κατάσταση δυσκολευότανε, γιατί ο λόφος που κρατούσαν οι τούρκοι είχε πυκνή οµίχλη,
ενώ ταυτόχρονα στο σηµείο στο οποίο κινούνταν οι ελληνες, κάθε κίνηση µπορορούσε
να παρατηρηθεί απο τουςτούρκους και να χτυπηθεί.
Οταν η επιθεση του Μπαϊρακτάρη άρχισε να αναπτύσσεται, 2 τουρκικές µοίρες πυροβολικού, µεταξύ αυτών µια
µοιρα µε πυροβόλο των 10εκ., αρχισαν να χτυπάνε τους έλληνες µε διασταυρούµενα
πυρά.Τρία άλλα ορεινά πυροβόλα ενίσχυαν την τουρκική παραταξη, η οποία άρχισε
σφοδρό πυρ εναντίον των ελληνικών πυροβόλων, που όλο και πιό πολύ αδυνατούσανε.
Ακόµη και το ατρόµητο κλειστό προβάδισµα του ελληνικοιύ πεζικού, κάτω απ΄αυτές
τις συνθήκες δεν συνοδευότανε απο επιτυχία. Πίσω απο φυσικές προκαλύψεις και
γερά χαρακώµατα, το αλβανικό σύνταγµα και οι οβίδες θεριζαν το ελληνικό πεζικό,
του οποίου η ανδρεία τιµητικά αναγνωρίζεται απο τον άγγλο ανταποκριτή.
Στις 4 το απόγευµα άρχισε µια τελευταία
προσπάθεια επίθεσης απο τις τρείς φάλαγγεςτης ταξιαρχίας του Μπαϊρακτάρη. Πυρά απο τις δύο πλευρές, τα οποία
σε κάναν αναίσθητο και αντιλαλούσανε στους γειτονικούς λόφους , σχηµάτιζαν ηδη
το τέλος της πράξης του πολέµου, µιάς και η βροχή που άρχιζε να πέφτει έκανε
τον δρόµο στον στην ορεινή έκταση αδιάβατο, έτσι ώστε το πύρ σιγά – σιγά άρχισε
να εξασθενεί, µέχρι που έπαυσε.
Ωρα 5:00 οι τριήµερες µάχες είχαν φτάσει στο τέλος.
Ολο και πιο πολλή βροχή επεφτε στο πεδίο µάχης και παρ΄ όλα αυτά οι έλληνες
ηταν ακόµη κύριοι των αρχικών θέσεων.
Οταν το Σάββατο το πρωΐ της 3ης Μαΐου, µετα απο µια δύσκολη νύχτα, την οποία µε γλαφυρά χρώµατα περιγράφει
ο ανταποκριτής της Daily News, µπορούσε κανείς να πάρει µια εικόνα απο τα
αιµατηρά γεγονότα στο Χανόπουλο και στο
Γρίµποβο, µπορούσε κανείς να δεί, πώς
οι τούρκοι µε ζήλο σκάβανε χαρακώµατα και θέσεις για να τοποθετήσουν τα πυροβόλα
τους. Στον κάµπο µπορούσε κανείς να παρατηρήσει τις ίλες του τουρκικού ιππικού.Αλλά
και στις δύο πλευρές η φλόγα του αγωνιστικού θάρρους είχε σβήσει και οι δυνάµεις
τους είχαν εξαντληθεί. Που και πού βροντούσε καµιά οβίδα µεσα στο λασπωµένο και
µε οµίχλη τοπίο απο την ταξιαρχία του Γκολφινόπουλου,
που η δράση τους στην γέφυρα του Λούρου ειχε περιοριστεί σε µικρές αψιµαχίες µε
τον εχθρό.
Αν και οι έλληνες δεν έχασαν κατα τις
επιχειρήσεις έδαφος και κρατούσαν τις αρχικές τους θέσεις, ο ανώτερος διοικητής
συνταγµατάρχης Μάνος, έδωσε εντολή οπισθοχώρησης προς τη γέφυρα της Αρτας.
Η οπισθοχώρηση εγινε µε τάξη, χωρίς να αφήσουν στον εχθρό πυροβόλα και αλλο
υλικό πολέµου. Περίπου στις 5 το πρωΐ οι περισσότερες µονάδες τραβήχτηκαν προς
τα πίσω, σε υποδεικνυόµενες θέσεις στην περιοχή της Αρτας, απ΄όπου τρείς µέρες
νωρίτερα είχε αρχίσει ο σ/χης Μάνος την
επίθεση. Μερικά αποσπάσµατα κρατούσαν ακόµη τη δεξιά όχθη του Αράχθου υπό κατάληψη.