(του αείμνηστου Νίκου Κατούντα)
Γράφει ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Αντιστράτηγος ε.α.
Κόρη αψηλή , κόρη ακριβή , κόρη
μαλαματένια
της Καλαμάτας τα στενά μου είπανε για
σένα.
Σαν περπατείς χαίρεται η γης, γεμίζει ο αγέρας ρόδα
κι απ` τη φωνή σου αναπηδά του Ελληνισμού η φλόγα !!
————-
Σε καμαρώνει από ψηλά εκείνος ο λεβέντης
,
που μίσεψε σαν τον άνεμο κι ακόμη
να επιστρέψει.
Στης Αφροδίτης το νησί που πέταξε, που πήγε,
κει πολεμώντας μοναχός, η δόξα πως τον
ηύρε ?
———-
Οι Θερμοπύλες ρίγησαν, εσείστηκε τ` Αρκάδι
Μανιάκι
- Κούγκι σκίρτησαν περήφανα και
πάλι.
Κι
η Πάτρα σαν μάνα καρτερεί, το γυιό της περιμένει,
ρωτάει το κύμα πού `ρχεται απ` το νοτιά και κλαίει.
————-
Κόρη αψηλή σαν λυγαριά , κόρη Ελληνοπούλα
να ` ρθει στη Κύπρο λευτεριά κι ο κύρης
σου στη Πούλια.
Θα στέκει εκεί γαλάζιο φως, στην άκρα
αυτού του κόσμου,
μ`
άλλες ψυχές ηρώων μας, εκεί δε θα `ναι μόνος.
————-
Τότε και συ μη ξεχαστείς σε κείνο το
γιορτάσι,
το βλέμμα ανάτειλε σιγά μη τύχει και
τους χάσεις.
Γνέψ` τους πως ο αγώνας τους δε πήγε πια
χαμένος
κι ο σπόρος τους πως θέριεψε, γιατ` ήτο ματωμένος.
————-
Κόρη αψηλή, κόρη ακριβή, κόρη
μαλαματένια,
της Κερύνειας τα στενά δακρύσανε για
σένα.
Κι η Πάτρα σαν μάνα καρτερεί κι ακόμη περιμένει ,
ρωτάει το κύμα που `ρχεται απ` το νοτιά
και κλαίει!!
Ο τότε Υπολοχαγός
(ΠΖ) Κατούντας Νικόλαος , «το
Λιοντάρι της Κερύνειας » , πολέμησε ως άλλος Λεωνίδας, αντιμετωπίζοντας με εξήνταδυό καταδρομείς , με ελαφρύ οπλισμό, χωρίς καμ
ία υποστήριξη , χωρίς ούτε
καν σταγόνα νερού, την πλημμυρίδα των
Toύρκων εισβολέω ν. Δεν
ρώτησε πόσοι είναι οι εχθροί αλλά που
είναι και όρμησε για τον δήμο των
αθανάτων!!!
Στο τέλος, καλύπτοντας μ ε αυταπάρνηση την
απαγκίστρωση των στρατιωτών του,
καταμεσήμερο της 22ας
Ιουλίου 1974, εμάχετο μόνος και από τότε αγνοείται
. Η κόρη του, και η κόρη όλων μας, στην οποία απευθύνομαι,
είναι διδάκτωρ του Ελληνικού Πο λιτισμού - Ελληνικής Φιλολογίας, ερευνήτρια και συγγραφέας.