Mε την απαραίτητη λογοκρισία βέβαια...
Κάλλιο μάνα του φονιά, παρά του σκοτωμένου.
Του κλέφτη κλέψανε κουπί κι αυτός τους κλέβει βάρκα.
Στον τόπο τον καταραμένο το Μάη μήνα βρέχει.
Το δέντρο που περιγελάς στη πόρτα σου φυτρώνει.
Όποιος τη νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
Εδώ γαμ… αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη.
Καράβι που αργεί… σκατά είναι φορτωμένο.
Οι γύφτοι τα μαλώματα τα ‘χουν για πανηγύρια.
Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, το ένα μπαίνει στον κ*&ο του.
Παρακαλετό μ…., ξινό γα@*σι.
Παιδιά, σκατά και σύννεφα δεν πιάνονται.
Πέρσι έχεσε, φέτος βρόμησε.
Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούνι τ’ αρχί….
Πολλά μ… τριγύρω μου, στον π….ο μου κανένα.
Πολύ κό-κό, κανέν΄ αβγό.
Το μ…. και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει.
Το μ…. και το πριόνι όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει.
Το ράσο θέλει καλοπέραση κι η που*&νιά φτιασίδι.
Τον κό@ο βάζεις μάγειρα, σκατά θα μαγειρέψει.
Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κό@ους.
Της γυναίκας ο καημός: λούσα, π…. και χορός.
Σαν δεις καράβι στο βουνό, μ… θα το ‘χει σύρει.
Τον Τούρκο φίλεψέ τον, τον κ*&ο φύλαξέ τον.
Το φτωχό και το χωριάτη ξένοι πόνοι τον γερνάνε.
Του χοίρου το μαλλί δε γίνεται μετάξι.
Τσάμπα ξύδι, γλυκό σα μέλι.
Η που@*&να σαν γεράσει γίνεται καλόγρια.
Γάμος εις τα γέρατα: ή σταυρός ή κέρατα.
Οι που@#*ες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
Όπου σκατά και το φτυάρι.
Ανύπαντρος προξενητής για χάρη του γυρεύει.
Κάλλιο μάνα του φονιά, παρά του σκοτωμένου.
Του κλέφτη κλέψανε κουπί κι αυτός τους κλέβει βάρκα.
Στον τόπο τον καταραμένο το Μάη μήνα βρέχει.
Το δέντρο που περιγελάς στη πόρτα σου φυτρώνει.
Όποιος τη νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
Εδώ γαμ… αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη.
Καράβι που αργεί… σκατά είναι φορτωμένο.
Οι γύφτοι τα μαλώματα τα ‘χουν για πανηγύρια.
Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, το ένα μπαίνει στον κ*&ο του.
Παρακαλετό μ…., ξινό γα@*σι.
Παιδιά, σκατά και σύννεφα δεν πιάνονται.
Πέρσι έχεσε, φέτος βρόμησε.
Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούνι τ’ αρχί….
Πολλά μ… τριγύρω μου, στον π….ο μου κανένα.
Πολύ κό-κό, κανέν΄ αβγό.
Το μ…. και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει.
Το μ…. και το πριόνι όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει.
Το ράσο θέλει καλοπέραση κι η που*&νιά φτιασίδι.
Τον κό@ο βάζεις μάγειρα, σκατά θα μαγειρέψει.
Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κό@ους.
Της γυναίκας ο καημός: λούσα, π…. και χορός.
Σαν δεις καράβι στο βουνό, μ… θα το ‘χει σύρει.
Τον Τούρκο φίλεψέ τον, τον κ*&ο φύλαξέ τον.
Το φτωχό και το χωριάτη ξένοι πόνοι τον γερνάνε.
Του χοίρου το μαλλί δε γίνεται μετάξι.
Τσάμπα ξύδι, γλυκό σα μέλι.
Η που@*&να σαν γεράσει γίνεται καλόγρια.
Γάμος εις τα γέρατα: ή σταυρός ή κέρατα.
Οι που@#*ες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
Όπου σκατά και το φτυάρι.
Ανύπαντρος προξενητής για χάρη του γυρεύει.