Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης
Ορκίστηκαν οι νέοι υπουργοί ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ
που ανέλαβαν τα καθήκοντα τους. Με τη δύναμή της η τηλεόραση κάνει
σήμερα και τον πιο άσημο γνωστό στο ευρύ κοινό, ενώ στα παλιά χρόνια, που δεν
υπήρχε, και πολλοί δεν διάβαζαν εφημερίδες, δεν μπορούσαν να ξέρουν κατ’ όψιν
τους πολιτικούς. Έτσι, στο δρόμο, ένας υπουργός περνούσε απαρατήρητος, χωρίς οι
πολίτες να του δώσουν σημασία, και φυσικά δεν έλειπαν τα παρατράγουδα, με
νέους, άγνωστους υπουργούς, όπως αυτά που θα σας διηγηθούμε.
Χωροφύλακας προς Μητσοτάκη: «Ψηλέ άσε την πλάκα, τα τρώμε εμείς αυτά;»
Φεβρουάριος 1951. Ορκίζεται κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου, στην οποία υφυπουργός Οικονομικών είναι ο 32χρονος
συμπατριώτης του Κων. Μητσοτάκης
που έγινε το 1990 πρωθυπουργός. Ξεκίνησε το απόγευμα να πάει στο υπουργείο, να
μελετήσει θέματα του χαρτοφυλακίου του. Όμως στην είσοδο, ο σκοπός χωροφύλακας
δεν τον άφηνε να περάσει.
«Τι
θέλ’ς;» τον ρώτησε.
«Να πάω
στο γραφείο μου, είμαι ο νέος υφυπουργός...».
«Ψηλέ,
άσ’ την πλάκα, βλέπ’ς να τα τρώω εγώ αυτά; Άντε, πάρε δρόμο, περιμένω τον
υπουργό να έρθ’, μη βρω κάνα μπελά...».
Είδε και απόειδε ο νέος υφυπουργός Κ. Μητσοτάκης να τον πείσει. Όταν όμως
εμφανίστηκε κάποιος διευθυντής του υπουργείου και χαιρέτησε τον υφυπουργό με
υπόκλιση, τότε πείστηκε ο χωροφύλακας και τον άφησε να περάσει λέγοντας «Και δεν σου φαίνεται ρε ψηλέα για υπουργός...».
Τσέλιγκας σε φρουρό του Νόβα: «Κάνε πέρα να περάσω ρε ζαγάρ’!»
Την ίδια περίοδο υπουργός Βιομηχανίας ορκίστηκε ο Γεώργιος
Αθανασιάδης-Νόβας, πρωθυπουργός επι αποστασίας το 1965. Ένας
συμπατριώτης του, ο κυρ-Λεωνίδας Κολοβός,
απο το χωριό Ρίζα Ναυπακτίας,
αρχοντοτσέλιγκας, πανύψηλος, με μεγάλες μουστάκες, παραδοσιακή φουστανέλα και
τσαρούχια, που θύμιζε αγωνιστή του ’21, κατέβηκε στην Αθήνα να τον δει. Ο Νόβας έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια γι’ αυτόν,
και σε ποίημα που έγραψε τον αποκαλούσε «σταυράδελφο
Λεωνίδα».
«Δε μ’ λες παιδί μ’, ιδώ είν’ του υπουργείου
Βιομηχανίας;», ρωτά ο τσέλιγκας τον χωροφύλακα.
«Εδώ
είναι μπάρμπα», απάντησε ο σκοπός. «Τι
ζητάς, ποιον θέλεις;».
«Σύρε
τότε και πέσ’ του Γιωργάκη πως ήρθε ο Λεωνίδας ο Κολοβός και τον θέλ’».
«Γιωργάκη;
ποιον Γιωργάκη;» ρώτησε αδιάφορα ο χωροφύλακας.
Ο τσέλιγκας μόλις είδε να αδιαφορεί, του
είπε αυστηρά: «Δεν γνωρίζεις παιδάκι μου
του Γιωργάκη του Νόβα τον υπουργό και σ’ έχουν να στέκ’ς ιδώ;».
«Α, τον
υπουργό θέλετε...» είπε ο χωροφύλακας κρυφογελώντας. «Το γραφείο του κ. Νόβα είναι στον επάνω όροφο, έχει
δουλειά και δεν μπορεί να τον δεί όποιος κι όποιος χωρίς ραντεβού».
Τι ήθελε και έλεγε ο χωροφύλακας το «όποιος- όποιος»... Του κυρ-Λεωνίδα του
ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι, έσμιξαν τα φρύδια του, άπλωσε την χερούκλα του
αρπάζοντας τον μικροσκοπικό χωροφύλακα, κι αφού τον κόλλησε στον τοίχο, φώναξε
οργισμένος: «Κάνε πέρα να περάσω ρε
ζαγάρ’!». Και πέρασε ανεβαίνοντας τα σκαλιά παρασέρνοντας όποιον
συναντούσε.
Το υπουργείο αναστατώθηκε. Ο ιδιαίτερος του
υπουργού έτρεξε κι ενημέρωσε τον Νόβα
για την παρουσία του οργισμένου πανύψηλου φουστανελοφόρου. Ο Νόβας, που απο την περιγραφή κατάλαβε ποιος
ήταν, βγήκε ο ίδιος απο το γραφείο του και έδωσε εντολή να τον αφήσουν να
περάσει. Και ο κυρ-Λεωνίδας αντικρίζοντας τον Νόβα, του λέει το αμίμητο: «Βρε Γιωργάκη, πού το βρήκες παιδάκι μ’ και το
μάζεψες ούλο τούτο το σκυλολόι;».
Φρουρός προς Τσαλδάρη: «Την ψώνισες κι εσύ; Άντε πάρε δρόμο, έχουμε
και δουλειές...»
Το 1928,
στην πεντακομματική οικουμενική κυβέρνηση, ο Παναγής
Τσαλδάρης αφού ορκίστηκε υπουργός
Εσωτερικών πήγε χωρίς συνοδεία
στο υπουργείο.
Στην είσοδο ο φρουρός χωροφύλακας τον
σταματά:
«Απαγορεύεται
η είσοδος για τους ιδιώτες, αύριο, αύριο...».
«Μα δεν είμαι ιδιώτης, αλλά ο υπουργός»,
του λέει ο Τσαλδάρης.
Και ο χωροφύλακας με πιο αυστηρό ύφος,
παρατηρεί: «Άντε, άντε, την ψώνισες κι εσύ;
Άλλος Δελαπατρίδης! Άντε δρόμο, έχουμε και δουλειές...».
Μπροστά στην άκαμπτη στάση του χωροφύλακα,
ο Τσαλδάρης βγάζει την ταυτότητα του κι
έτσι εδέησε να τον αφήσει να περάσει.