Λάζαρος – Κίμων Μπερβερίδης
Ξεχείλισαν
το χρώματα στον ουρανό, πάνω από το ήρεμο λιμανάκι
Οι
άσπρες βάρκες στο γιαλό, με κάνουν να νιώθω σαν παιδάκι
Ήταν
η ματιά μου πινελιά, άγγιζε το τοπίο η καρδιά μου
Μένω
πάντα ανήσυχος εραστής, στη απέραντη ερημιά μου.
Τα
καραβάκια φεύγουν νωρίς, από το ήσυχο λιμανάκι
Όμορφο
ηλιοβασίλεμα χάνεται μέσα στο γκρίζο συννεφάκι
Σε
λίγο γαλάζιοι ουρανοί, σε αστέρια θα γεμίσουν
Αυτή
η σχέση μου η φιλική, φιλιά με την φύση θα χαρίσουν.
Βραδιάζει
ή μέρα πάνω στο ήρεμο λιμανάκι
Πρασινογάλαζες αστροφεγγιές ακουμπούν στο κυματάκι
Πέταξαν
τα νυχτοπούλια μέσα στη σκοτεινιά
Χόρεψε
ξυπόλητη η ψυχή μου, περιπλανώμενη με τα πουλιά
Μέσα
στη νύχτα περπάτησα στο λιμανάκι πλάι στη θάλασσα
Την
ελπίδα εκεί κατέθεσα και της ψυχής μου τα φτερά άπλωσα
Το
τέλος μιας διαδρομής το ξεκίνημα μιας νέας φυγής
Στο
λιμανάκι της καρδιάς θα παραμείνω παρηγοριά της αυριανής.
Από
ψηλά το λιμανάκι ρεμβάζω με τα καράβια
Τριγύρω
απλώνεται η αλμύρα και η αύρα
Καραβάκια
φεύγουν χωρίς εμένα και μόνο το λιμανάκι βλέπω
Την
γνωριμία μου με αυτό σε χορτασμό πάθους μετατρέπω.