Το έτος 1829 ο Υψηλάντης
επιχείρησε την απελευθέρωση της Θήβας της οποίας η φρουρά απαρτιζόταν
από περίπου 2.000 πεζούς και 300 ιππείς. Αυτή την περίοδο, στην περιοχή της Θήβας, υπό την τουρκική κατοχή βρίσκονταν ο φράγκικος πύργος και οι
συνοικίες των Αγίων Θεοδώρων και του Πυρίου. Ο Υψηλάντης
προκειμένου να πετύχει τον στόχο του έπρεπε να εξασφαλίσει ότι δε θα σταλούν
δυνάμεις για την ενίσχυση των Τούρκων από την Αττική και την Εύβοια. Για τον
λόγο αυτό, ο Βάσσος Μαυροβουνιώτης και ο Νικόλαος
Κριεζιώτης, με τη βοήθεια άλλων αγωνιστών, κατευθύνθηκαν στην περιοχή
ανάμεσα στη Χασιά και το Μενίδι και
στον Ανηφορίτη αντίστοιχα
έχοντας τον ρόλο του αντιπερισπασμού. Πράγματι, η φρούρηση της Θήβας παραμελήθηκε ενώ ο Ομέρ
Πασάς αντικαταστάθηκε από τους Νιζάμ
Πασά και Οτζάκ Αγά.
Ο Υψηλάντης ,λοιπόν, τη νύχτα της 18ης Μαΐου με επτακόσιους άντρες και
χρησιμοποιώντας το σκοτάδι προς όφελος του, ξεκίνησε από τη μονή της Πελαγίας και κατάφερε να εγκατασταθεί στα ερείπια της Θήβας. Οι αιφνιδιασμένοι Τούρκοι με βιασύνη
κατασκεύασαν δυο προμαχώνες, έναν πάνω στο Αμφείο και
έναν στη νότια άκρη των Αγίων Θεοδώρων. Όσον αφορά την
οργάνωση των Ελλήνων, ο Υψηλάντης
έστησε το στρατηγείο του στα ερείπια του ναού του Ευαγγελιστή Λουκά ενώ
τοποθέτησε τη φρουρά του με επικεφαλής τον Σπύρο
Μήλιο στο λόφο του Ισμήνιου Απόλλωνα. Επίσης, ο ναός του
Αγίου Νικολάου του Μορεοδένδρη μετατράπηκε σε πυριτιδαποθήκη. Τα
υπόλοιπα τμήματα των δυνάμεων του Υψηλάντη
παρατάχθηκαν σε διάφορους προμαχώνες υπό τις διαταγές των Ιωάννη Ρούκη, Χριστόδουλο
Χατζηπέτρο, Γεώργιο Σκουρτανιώτη,
Διονύσιο Ευμορφόπουλο, Ιωάννη Κλίμακα και Στέφανο Νεβίτσα. Τις 5 ημέρες που ακολούθησαν, η μάχη μεταξύ
Τούρκων και Ελλήνων πραγματοποιήθηκε με τη μορφή κανονιοβολισμών και σταμάτησε
όταν και τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα ανέμεναν την άφιξη ενισχύσεων. Ο Ομέρ Πασάς, όταν ενημερώθηκε για τις
εξελίξεις στην περιοχή της Θήβας και του Ανηφορίτη, αποφάσισε να επιτεθεί στην
τελευταία πράγμα και το οποίο έκανε με μεγάλη μανία χωρίς όμως επιτυχία με
αποτέλεσμα να επιστρέψει ηττημένος στη Χαλκίδα με 300 νεκρούς και τραυματίες. Οι Έλληνες
τον καταδίωξαν ως την Ξηρόβρυση όμως σώθηκε από σίγουρη
αιχμαλωσία με τη βοήθεια του Καραμπαμπά.
Τέλος, στη μάχη αυτή διέπρεψαν οι εκατόνταρχος Ψαρρόδημος
και πεντηκόνταρχος Μήτρος Λιακόπουλος
ενώ σκοτώθηκαν 4 και τραυματίστηκαν 13 Έλληνες στρατιώτες.
Τη
μάχη αυτή ακολούθησε η κατάληψη του Ωρωπού όχι μόνο του χωριού αλλά και
των Τουρκικών αποθηκών που βρίσκονταν εκεί. Όμως οι Έλληνες μετά από πιέσεις
απομακρύνθηκαν από την περιοχή. Μάλιστα εγκατέλειψαν και τον Ανηφορίτη διότι λόγω της ανάμειξης του Αυγουστίνου Καποδίστρια δεν πληρώνονταν και δεν λάμβαναν τρόφιμα. Έτσι, οι Τούρκοι της
Εύβοιας ακώλυτα βοηθούσαν τους ομογενείς τους στη Θήβα οι οποίοι
χωρίς φόβο πλέον επιδόθηκαν στις γεωργικές εργασίες στην πεδιάδα της Θήβας. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος ο Κριεζιώτης κατέλαβε για μία ακόμη φορά τον Ανηφορίτη ενώ ιδιαίτερα βοηθητική ήταν η
συμβολή του ελληνικού πυροβολικού του Ε. Φωκά
και των ιππέων του Χατζηχρήστου. Όταν
μάλιστα ο Υψηλάντης ενημερώθηκε για την
πρωτοβουλία του Χατζηχρήστου έστειλε
τον Ευμορφόπουλο και τον Σκουρτανιώτη ώστε να οργανώσουν μία επιχείρηση
με στόχο να πλήξουν σε μεγάλο βαθμό τους
Τούρκους.
Οι ιππείς του Χατζηχρήστου λοιπόν
ντύθηκαν με τούρκικες ενδυμασίες, διέσχισαν την πεδιάδα της Θήβας και χαιρέτησαν στα Τούρκικα μία ομάδα Τούρκων την οποία
συνάντησαν και που δεν υποψιάστηκε τίποτα. Όταν ο Χατζηχρήστος
βεβαιώθηκε πως οι Τούρκοι έπεσαν στην παγίδα του και πως οι Ευμορφόπουλος και Σκουρτανιώτης τον ακολουθούσαν με τα στρατεύματα τους, διέταξε έφοδο. Με
αυτή την αιφνιδιαστική επίθεση, προκάλεσαν μεγάλες ζημιές και κυνήγησαν τους
Τούρκους εργαζόμενους ως το Πυρί από όπου κατέφθασαν αργότερα 500 πεζοί και 300 ιππείς για την ενίσχυση
των τελευταίων. Ωστόσο, οι Τούρκοι από τα οχυρώματα δεν μπόρεσαν να στηρίξουν
εκείνους που μάχονταν στην πεδιάδα διότι εμποδίστηκαν από τους Έλληνες. Η μάχη
διήρκησε δύο ώρες και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο και την αιχμαλωσία αρκετών
Τούρκων και λίγων Ελλήνων. Η προσπάθεια αυτή αναδείχθηκε σε πραγματικό θρίαμβο!
Πηγή: Γεωργίου Δ. Τσεβά «Ιστορία της Θήβας και της Βοιωτίας από τα αρχαιότερα χρόνια
μέχρι σήμερα»,
σελ 517-520.