ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Όταν ένα φιλί μπορούσε να κοστίσει μια ζωή ή φυλάκιση!


Η άσπιλη καλόγρια Αθανασία και η επίθεση με το γκρα
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς 
    Ατέλειωτες ιστορίες και βιβλία ολόκληρα μπορούν να γραφτούν για το φιλί. Ακόμη και απάντηση στο «…πόσο πάει το φιλί στη δύση, στην ανατολή…» του περίφημου άσματος δόθηκε κάποτε από έναν φοιτητή της νομικής, τον Πύρρο Οικονομίδη. Ο οποίος καταδικάσθηκε από το Πταισματοδικείο Αθηνών σε 100 δραχμές πρόστιμο διότι βιαίως είχε φιλήσει στην οδό Αχαρνών την 18έτιδα Σοφία Ταμπάκη.
    Από τότε (1926) όλοι κοστολογούσαν το φιλί ένα κατοστάρικο, ενώ η λαϊκή μούσα, πολλά χρόνια νωρίτερα, το είχε εκτιμήσει σε φλουριά και μάλλον αλμυρούτσικα: «Της παντρεμένης τέσσερα, της χήρας δεκατέσσερα»! Πάντως, πιο ακριβά απ’ όλους το πλήρωσε, την δεκαετία 1930, ένας δύσμοιρος κτίστης ο οποίος λιμπίστηκε τα χείλια μιας καλόγριας καταβάλλοντας ως τίμημα τη ζωή του! Δύο δεκαετίες περίπου αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας 1950, το φιλί αποτιμάτο με φυλάκιση 29 ημερών!
Το εξωκκλήσι
    Ας ξεκινήσουμε όμως από την Μονή Αγίου Αθανασίου, στην κορυφή ενός γραφικού λοφίσκου, δυο ώρες από το χωριό Λιάτανη (σήμερα Άγιος Θωμάς) και επτά περίπου ώρες από τη Θήβα. Ήταν τέλη Μαΐου 1934 και υπήρχε το μικρομονάστηρο, το οποίο δεν υφίσταται στις ημέρες μας. Πρόκειται προφανώς για το εξωκκλήσι του Αγίου Αθανασίου το οποίο σώζεται σε θαυμάσια κατάσταση και κοντά στο οποίο σήμερα βρίσκεται η Ιερά Μονή Ανάληψης του Κυρίου με το πλούσιο πνευματικό έργο. Εν πάση περιπτώσει όταν οι εφημερίδες στην Αθήνα σχολίαζαν το πάθημα με το φιλί του φοιτητή Οικονομίδη, ένα 16χρονο κορίτσι εύπορης οικογένειας εγκατέλειπε το σπίτι του για να αφοσιωθεί στα θεία.
    Προκειμένου να αποφύγει τις παρακλήσεις της οικογένειας να επιστρέψει στο σπίτι της, πήγε στο εγκαταλελειμμένο μοναστήρι και στο παρεκκλήσι του, το οποίο σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες ήταν αλειτούργητο από τότε που ανεγέρθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Εκεί, συντροφιά με την ερημιά, τα δένδρα και τα πουλιά εγκαταστάθηκε η μικρή μελαχρινή Αθανασία, ζώντας στην απόλυτη γαλήνη και την υπηρεσία του Αγίου Αθανασίου. Χωριάτισσες την προμήθευαν με λίγο ψωμί, ενώ εκείνη αρκείτο στα ωμά χορτάρια του βουνού. Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών πολλά συζητούσαν για τη μοναχική καλόγρια, ενώ ένας δασοφύλακας την προμήθευσε με ένα γκρα και 12 σφαίρες για την προστασία της.
Τον σκότωσε
    Ζούσε λοιπόν ειρηνικά η θεοσεβής Αθανασία μέχρι που έφτασε μέχρι τον μικρό λοφίσκο ένας φτωχός και πεινασμένος, ο Ανδρέας Τσελέπης. Τον λυπήθηκε, του ανέθεσε να επισκευάσει το μικρό κελί της και να φτιάξει ένα ακόμη μικρό κελί για τυχόν ξένους. Του έδωσε τροφή και η εργασία κράτησε τέσσερις ημέρες, κόστισε δε στην Αθανασία 250 δραχμές. Όταν κατέβηκε στη Θήβα ο κτίστης αφηγήθηκε την περιπέτειά του στο καφενείο. Εκεί προφανώς για να τον πειράξουν οι γνωστοί του, του είπαν πως έχασε μια καλή ευκαιρία διότι η ερημίτισσα δεν ήταν η αγνή κόρη που φανταζόταν. Ο αφελής χωρικός πίστεψε τα λόγια τους και ξεκίνησε πάλι για το μοναστήρι με άλλους σκοπούς.
    Η καλόγρια τον καλοδέχτηκε και του πρόσφερε νερό. Μόλις το ήπιε όμως όρμησε πάνω της και πριν εκείνη προλάβει να αμυνθεί τη φίλησε στο στόμα. Η ασέβεια του βέβηλου όπλισε το χέρι της Αθανασίας, η οποία πήρε το γκρα και του μπουμπούνισε μία στο μέτωπο αφήνοντάς τον επί τόπου. Η Αθανασία, η οποία είχε ήδη ζήσει έξι χρόνια απομονωμένη, παραδόθηκε στην Αστυνομία λέγοντας «έπεσε απάνω μου και μ’ εφίλησε. Ήμουνα αφίλητη, ως τη στιγμή εκείνη. Άρπαξα το γκρα και τον εσκότωσα». Εξετάστηκε από ιατροδικαστές και βρέθηκε άσπιλος κόρη η Αθανασία, διαψεύδοντας έτσι τις διάφορες φήμες που την ήθελαν φίλη του θύματος.
    Η Αθανασία οδηγήθηκε στη φυλακή, ενώ τον επίλογο του δράματος έγραψε ο Σπύρος Μελάς επισημαίνοντας: «Μα θάνατος για ένα φιλί; Όχι, πάει πολύ, αδελφή Αθανασία»!