Πάμπολλα τα πολιτικά και νομικά ατοπήματα
στα οποία υπέπεσε η διαπραγμάτευση, το περιεχόμενο, η κύρωση και η μέχρι τώρα
εφαρμογή της Συμφωνίας
της (Μεγάλης) Πρέσπας, και όχι των
Πρεσπών. Και αυτό γιατί οι Ψαράδες,
δηλαδή το χωριό όπου υπεγράφη, βρίσκονται στην όχθη της μίας, της Μεγάλης
Πρέσπας, και όχι και των δύο λιμνών. Το «Πρεσπών» που προβάλλει η σημερινή κυβέρνηση,
μάλλον θέλει να δημιουργήσει συνειρμούς με την ευρύτερη περιοχή όπου
συναντώνται τα σύνορα τριών βαλκανικών χωρών (Ελλάδος, Σκοπίων και Αλβανίας), ώστε να υπάρξει η ψευδαίσθηση ότι
μεταβαίνουμε σε μία νέα εποχή συνεργασίας, καλής γειτονίας και «υπέρβασης» των
συνόρων, της οποίας θεμέλιο βέβαια θα είναι «η Συμφωνία των Πρεσπών».
Πίσω, βέβαια, από αυτήν την ειδυλλιακή
εικόνα, κρύβονται οι ιδεοληψίες των κυρίων Τσίπρα–Κοτζιά που μας γυρίζουν
ρεβανσιστικά στο 1949 και προωθούν «τον
προλεταριακό διεθνισμό», βέβαια όχι πια μέσω μιας «βαλκανικής κομμουνιστικής ομοσπονδίας»,
αλλά μέσω της επέκτασης του («ψυχροπολεμικού») ΝΑΤΟ
και σύντομα της ΕΕ στο σύνολο των δυτικών Βαλκανίων. Οποία ιστορική ειρωνεία
και ανατροπή για τους ριζοσπάστες αριστερούς του 21ου αιώνα.
Ας
δούμε, όμως, τον κατάλογο των εκτροπών της Συμφωνίας:
1. Η κυβέρνηση της χώρας μας δεν ρώτησε τη γνώμη
του εμφανώς αντιδρώντος λαού μας (συλλαλητήρια κλπ) ούτε μέσω δημοψηφίσματος ούτε με
προηγούμενες εκλογές, για ένα τόσο μείζον εθνικό θέμα. Ούτε καν διαβουλεύτηκε
με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ούτε ζήτησε τη γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου
Εξωτερικής Πολιτικής, ούτε διεξήγαγε έγκαιρα συζήτηση στη Βουλή, παρά μόνον
αναγκαστικά, λόγω της πρότασης δυσπιστίας της ΝΔ (16
Ιουνίου 2018). Δεν πήρε καν την έγκριση του ίδιου του υπουργικού
της συμβουλίου (λόγω ΑΝ.ΕΛ.)!
2. Επί της ουσίας της διαπραγμάτευσης, ενώ τα
Σκόπια επιζητούσαν διακαώς την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, η κυβέρνηση δεν
αξιοποίησε διαπραγματευτικά αυτό το υπέρ της χώρας μας πλεονέκτημα, ώστε να
επιτύχει μία κατά κράτος κατίσχυση των ελληνικών θέσεων και την επίτευξη μιας
ασφαλούς και συμφέρουσας συμφωνίας για τη χώρα μας. Μάλιστα, σε ένα θέμα που
τόσο η Ιστορία και ο πολιτισμός όσο και η γεωγραφία και το πληθυσμιακό στοιχείο
βαρύνουν καταλυτικά υπέρ της χώρας μας, στο ισοζύγιο με τα Σκόπια.
Προφανώς, υπήρξαν δεσμεύσεις προς
Αμερικανούς και Ευρωπαίους, όσο και πρόθεση για επίδειξη μιας επιτυχίας στην
εξωτερική πολιτική της αποτυχημένης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝ.ΕΛ., για να ενισχύσει
τη θέση της, ενόψει των πολλαπλών εκλογών που την αναμένουν μέσα στο 2019.
Προσχηματικές αντιπαροχές
3. Εκχώρησαν, λοιπόν, με προσχηματικές μόνο και
αδύναμες αντιπαροχές, τόσο το κρατικό όνομα της Μακεδονίας (ως
Βόρειας, που ελάχιστα όμως διαφοροποιεί την κατάσταση) όσο και την ιθαγένεια, την εθνότητα, τη
γλώσσα και (ερμηνευτικά μέσω του άρθρου 7) ακόμη και την Ιστορία του μακεδονικού
κληροδοτήματος της Ελλάδος. Έτσι, αναιρέθηκε η όποια σημασία του «Βόρεια».
4. Οι κύριοι Τσίπρας–Κοτζιάς, οι λοιποί
κυβερνητικοί αξιωματούχοι αλλά και η διπλωματική μας υπηρεσία ανέχθηκαν χωρίς
αντίδραση τις εκατοντάδες επαναληπτικές αναφορές περί «Μακεδονίας, μακεδονικού
έθνους, μακεδονικής ταυτότητας και μακεδονικής γλώσσας» των Σκοπιανών επισήμων,
που έγιναν με θρασύ και προκλητικό τρόπο. Μάλιστα, συνεχίζονται από την ώρα της
υπογραφής της βλαπτικής και ετεροβαρούς για μας Συμφωνίας, μέχρι σήμερα, με
επιπτώσεις που θα είναι παρούσες και στο αύριο των ελληνο-σκοπιανών σχέσεων.
Αυτό
παραβιάζει κατάφωρα την πρόβλεψη της Συμφωνίας
της Βιέννης (1969) για το Δίκαιο των Διεθνών Συνθηκών. Βάσει αυτής,
από της υπογραφής άρχονται οι υποχρεώσεις των Διεθνών Συνθηκών, με πρώτιστη την
αποφυγή κάθε ενέργειας που αντιστρατεύεται στον σκοπό και στο περιεχόμενο της
υπογραφείσας (και μη εισέτι κυρωθείσης) συνθήκης.
5. Το δημοψήφισμα στα Σκόπια (30 Σεπτεμβρίου 2018), που ελευθέρως αποφάσισε να διεξαγάγει ο κ.
Ζάεφ και το υποστήριξε -χωρίς να αναφέρει από πριν περί «συμβουλευτικού»
χαρακτήρα του-, καλώντας τους πολίτες να συμμετάσχουν, απέτυχε λόγω μη συμμετοχής
του 50% και πλέον του εκλογικού σώματος. Η αιτία ήταν η προφανής αντίθεση του
63% των ψηφοφόρων, που έδειξαν έτσι (μποϊκοτάζ) την αντίθεσή τους στη Συμφωνία,
ακολουθώντας τη γραμμή του προέδρου της χώρας Γκιόργκε Ίβανοφ. Ωστόσο, το κόμμα
VMRO που ήταν επίσης αντίθετο, έδωσε ελευθερία κατά συνείδησιν ψήφου στους
οπαδούς του.
Το άρθρο 73 του σκοπιανού Συντάγματος,
άλλωστε, προβλέπει μόνο δεσμευτικά δημοψηφίσματα! Την ερμηνεία αυτή έδωσε με
επίσημες ανακοινώσεις της και η ρωσική διπλωματία που απειλεί με βέτο στο
Συμβούλιο Ασφαλείας, ενώ και η Βουλγαρία (που αρνείται να δεχτεί την
ύπαρξη μακεδονικού έθνους και γλώσσας) απείλησε την προβολή βέτο στο ΝΑΤΟ κατά των Σκοπίων.
Το σημαντικότερο: η θετική έκβαση του
αποφασισθέντος δημοψηφίσματος ήταν ρητά (κατά το άρθρο 2 παράγραφος 4,
εδάφιο β, περίπτωση ii της Συμφωνίας των Πρεσπών) όρος προαπαιτούμενος για την πλευρά των
Σκοπίων, ώστε η Ελλάδα να δώσει στη συνέχεια τη συγκατάθεσή της για την έναρξη
της διαδικασίας ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα, λοιπόν, έχει έννομο
συμφέρον να επικαλεσθεί την ακυρότητα του δημοψηφίσματος, γιατί αυτό προδικάζει
τη μελλοντική μη γνήσια εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών από τον λαό της
γειτονικής χώρας.
Οι αλυτρωτικές αναφορές
6. Με το ίδιο παραπάνω άρθρο της Συμφωνίας,
τίθεται ως δεύτερος προαπαιτούμενος όρος για τη συναίνεση της Ελλάδος στην
έναρξη της διαδικασίας ΝΑΤΟϊκής ένταξης των Σκοπίων, η σύμφωνη με τη Συμφωνία
των Πρεσπών αναθεώρηση του Συντάγματος της γειτονικής χώρας. Αυτό, όπως έχουμε
αναλύσει στο παρελθόν και μαζί με άλλους έγκριτους σχολιαστές, δεν έγινε ούτε
με πλήρη ούτε με σαφή τρόπο.
Έτσι, οι
αλυτρωτικές αναφορές, το μακεδονικό έθνος, η μέριμνα για τους Μακεδόνες που
ζουν στο εξωτερικό (όχι μόνο για τους υπηκόους των Σκοπίων) παραμένουν είτε στο Προοίμιο του
Συντάγματος είτε στα άρθρα 3, 36 και 49. Άρα, δεν ήταν ούτε ορθή ούτε πλήρης η
αναθεώρηση και συνεπώς δεν εκπληρώθηκε και ο δεύτερος σχετικός όρος της
Συμφωνίας των Πρεσπών.
7. Επίσης, δεν προβλέφθηκε στη Συμφωνία κανένας
εποπτικός ρόλος της Ελλάδος ούτε άλλη εξωτερική ελεγκτική διαδικασία για τα
σημεία της αναθεώρησης που θα έπρεπε να είχαν καταγραφεί λεπτομερώς στην ίδια
τη Συμφωνίας των Πρεσπών. Έτσι, όταν έφτασε η ώρα της κύρωσης της Συμφωνίας των
Πρεσπών από την ελληνική Βουλή, τα Σκόπια με απίστευτη προχειρότητα έστειλαν,
όχι ένα επίσημο κωδικοποιημένο κείμενο του αναθεωρημένου Συντάγματος, αλλά μόνο
τα κείμενα των τροποποιήσεων, μη ενταγμένα στις τροποποιούμενες διατάξεις. Το
άκρον άωτον της κοινοβουλευτικής προχειρότητας και δολιότητας!
8. Σχετική με το παραπάνω είναι και η μονομερής
και αυθαίρετη τροποποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, που επέβαλε η σκοπιανή
Βουλή κατά την αναθεώρηση, προβλέποντας ότι οι συνταγματικές τροποποιήσεις θα
ισχύσουν μετά την κύρωση από την Ελλάδα, τόσο της Συμφωνίας των Πρεσπών όσο και
του πρωτοκόλλου ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ! Αυτό όμως, κατά πληροφορίες, το
απαίτησαν ως όρο οι οχτώ βουλευτές του VMRO που αποσκίρτησαν και υπερψήφισαν τη
συνταγματική αναθεώρηση μαζί με το κόμμα του Ζάεφ της SDSM και τα συνεργαζόμενα
αλβανικά κόμματα, και δεν προβλεπόταν στη Συμφωνία των Πρεσπών.
Δεν υπήρξε πρόβλεψη
9. Δεν υπήρξε πρόβλεψη στη Συμφωνία ότι η Ελλάδα
θα κυρώσει τελευταία το πρωτόκολλο ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, δηλαδή αφού θα
το είχαν πράξει όλες οι άλλες 28 χώρες, ώστε να μην δεσμευτεί η Ελλάδα νωρίτερα
και αφού η πάροδος του χρόνου (περίπου 12–18 μήνες) θα είχε δώσει δείγματα της γνήσιας ή μη
εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που ανέλαβαν τα Σκόπια, ώστε και η Ελλάδα να πράξει
αναλόγως.
10. Η αποστολή της επιστολής
της χώρας μας προς το ΝΑΤΟ με τη συναίνεσή της για έναρξη της διαδικασίας
ένταξης των Σκοπίων στη Συμμαχία (πρόσκληση ένταξης), εστάλη λίγες μέρες μετά την κύρωση της
Συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή των Σκοπίων, δηλαδή στα τέλη Ιουνίου 2018 (κατά το
άρθρο 2 παράγραφος 4, Β «χωρίς καθυστέρηση»).
Όμως, η εν λόγω υποστήριξη–συναίνεση της
Ελλάδος τελούσε ρητά κατά το ίδιο παραπάνω άρθρο (περίπτωση
ΙΙ), υπό τους
προαπαιτούμενους όρους: α) της έκβασης θετικού δημοψηφίσματος και β) της
ολοκλήρωσης των συνταγματικών τροποποιήσεων και μάλιστα μέχρι 31 Δεκεμβρίου
2018. Μόνο μετά τη λήψη γνωστοποίησης από τα Σκόπια για την ολοκλήρωση των
παραπάνω εσωτερικών νομικών διαδικασιών, η Ελλάδα όφειλε να συγκατατεθεί για
την αποστολή πρόσκλησης από το ΝΑΤΟ.
Αυτό όμως δεν είχε συμβεί, στις αρχές του
καλοκαιριού 2018, αλλά ολοκληρώθηκε μόνο τον Ιανουάριο 2019, ενώ είχαν ήδη
δρομολογηθεί από τον Ιούνιο 2018 οι διαδικασίες στο ΝΑΤΟ, πράγμα που δεν θα
μπορούσε να αναστραφεί εύκολα (αν όπως συνέβη υπήρχε εμπλοκή στο
δημοψήφισμα ή/και στην συνταγματική αναθεώρηση), χωρίς αρνητικές διεθνείς πολιτικές
συνέπειες για την Ελλάδα.
Η αποτυχία του διεξαχθέντος δημοψηφίσματος
και οι ατελείς συνταγματικές τροποποιήσεις των Σκοπίων, αποδεικνύουν το
πρωθύστερο και βεβιασμένο της παροχής συγκατάθεσης της Ελλάδος, από τον Ιούνιο
2018. Αυτή είναι μία εσωτερική αντίφαση του άρθρου 2 της Συμφωνίας των Πρεσπών,
που μπορεί να αρθεί μόνο με την παραπάνω δοθείσα αυτονόητη ερμηνεία. Και στο
σημείο αυτό αποδεικνύονται οι αντίθετες με τη Συμφωνία των Πρεσπών «υπόγειες» δεσμεύσεις
απέναντι στο ΝΑΤΟ, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ, που προφανώς ανέλαβαν εκτός συμβατικού
κειμένου οι κύριοι Τσίπρας και Κοτζιάς.
Η κακοπιστία των Σκοπίων
11. Η κακοπιστία των Σκοπίων ως προς την υλοποίηση
και εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών προέκυψε ήδη από τη στιγμή της υπογραφής
της (βλέπε παραπάνω) και έρχεται ως συνέχεια του αντίστοιχου φαινομένου κακοπιστίας
και αφερεγγυότητας που ακολούθησε την Ενδιάμεση Συμφωνία το 1995 και διήρκεσε
μέχρι το 2017. Συνεπώς, η Ελλάδα έπρεπε να έχει προβλέψει μηχανισμούς συνεχούς
εποπτείας και δοκιμαστική περίοδο συμμόρφωσης, πριν την πλήρη εφαρμογή της
Συμφωνίας με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, και κυρίως αναστολή αυτών των
διαδικασιών αλλά και άλλες κυρώσεις σε περίπτωση διαπιστωμένων παραβιάσεων από
τα Σκόπια των όρων της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Δυστυχώς, είναι ορατό από την πρώτη ματιά
ότι ο χαρακτήρας της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι ετεροβαρής σε βάρος της
Ελλάδος και άρα οτιδήποτε προβλέπεται ως αντιπαροχή από τα Σκόπια για την
εκχώρηση ολόκληρου του «πακέτου» του μακεδονικού ονόματος (Βόρεια
Μακεδονία, μακεδονική ιθαγένεια, εθνότητα, γλώσσα), δεν είναι παρά αυτονόητες διεθνείς
υποχρεώσεις τους που ίσχυαν ήδη από το 1995 (Ενδιάμεση Συμφωνία) ή αφορούν στοιχειώδεις υποχρεώσεις για όλα
τα κράτη της Διεθνούς Κοινότητας (αποφυγή εδαφικών διεκδικήσεων, μη επέμβαση
στα εσωτερικά ζητήματα άλλων χωρών κλπ).
Παρά
ταύτα, όλες αυτές οι δεσμεύσεις δεν απέτρεψαν, μετά το 1995, τη συνέχιση του
προπαγανδιστικού αλυτρωτισμού, την υποκίνηση μειονοτικού ζητήματος και βέβαια
τη διεθνή χρήση και παγίωση μέσω δεκάδων διμερών αναγνωρίσεων, του
σφετεριστικού και (θεωρητικά) υπό αλλαγή τελούντος ονόματος
Μακεδονία–Μακεδόνες! Τώρα, βέβαια, τα ονόματα αυτά παραδίδονται και με την
υπογραφή της Ελλάδος!
12. Τα άρθρα 13 έως 18 της Συμφωνίας των Πρεσπών
θα οδηγήσουν ουσιαστικά σε μονομερείς παροχές (πχ τεχνογνωσία, επιστήμες,
επενδύσεις κλπ) της
Ελλάδος προς τα Σκόπια, καθώς σε όλους τους τομείς η απόσταση των ελληνικών
αντίστοιχων μεγεθών είναι τεράστια σε σύγκριση με τη γειτονική χώρα. Η
τελευταία δεν μπορεί αντικειμενικά να προβεί σε παρόμοιες αντιπαροχές προς τη
χώρα μας, άρα δεν εκπληρούται ο απαραίτητος όρος αμοιβαιότητας που πρέπει να
υφίσταται στις Διεθνείς Συνθήκες.
Αντίθετα
σε αποφάσεις Αρείου Πάγου
13. Τα βασικά στοιχεία της Συμφωνίας (εκχώρηση
ιθαγένειας, εθνότητας και γλώσσας στα Σκόπια) έρχονται σε αντίθεση με δύο προγενέστερες αποφάσεις του Αρείου
Πάγου, γεγονός που έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψιν από το ΥΠΕΞ, κατά τη
διαπραγμάτευση των όρων της Συμφωνίας των Πρεσπών.
14. Οι ουσιαστικές ενστάσεις που εκφράζουν
κυβερνητικά στελέχη της Βουλγαρίας (πχ ο αντιπρόεδρος της
κυβέρνησης και υπουργός Άμυνας κ. Κρασιμίρ Καρακατσάνωφ) για τη μη ύπαρξη μακεδονικής εθνοτικής
ταυτότητας και μακεδονικής γλώσσας στα Σκόπια, ενισχύουν τα ελαττώματα της
Συμφωνίας των Πρεσπών και υπογραμμίζουν την αποσταθεροποιητική λειτουργία της
στη νότια Βαλκανική, αντίθετα προς τις προσδοκίες των υποστηρικτών της Συμφωνίας
για άμβλυνση των αντιθέσεων.
15. Η διευκρινιστική τροπολογία στο Σύνταγμα (που
ουσιαστικά επιβλήθηκε από την αλβανική κοινότητα του πληθυσμού των Σκοπίων) ότι η μακεδονική «ιθαγένεια» δεν προδικάζει
ούτε καθορίζει την εθνότητα των πολιτών, αποτελεί μία αστειότητα. Ο λόγος είναι
πως αντανακλά απλώς την απροθυμία των άλλων κοινοτήτων ή μειονοτήτων του
πληθυσμού της γειτονικής χώρας να εντάσσονται στους «Μακεδόνες» αυτού του
πολυεθνικού κράτους.
Έτσι, στις νέες ταυτότητες και διαβατήρια
εκτός από την ιθαγένεια (μακεδονική) θα αναγράφεται και η εθνική καταγωγή: Μακεδόνας, Αλβανός, Τούρκος, Βούλγαρος, Σέρβος,
Βλάχος, Ρομά (αλλά προφανώς όχι Έλληνας, αν και αρκετές
εκατοντάδες έχουν απογραφεί ως Έλληνες). Συνεπώς, δεν αποκλείει η τροπολογία την εθνοτική «μακεδονική» ταυτότητα του
60%-62% του πληθυσμού των Σκοπίων, που αν και Σλάβοι αυτοαποκαλούνται με τον
σφετεριστικό όρο «Μακεδόνες».
Άλλωστε, η προβαλλόμενη «μακεδονική» τους
ταυτότητα προκύπτει και από άλλες διατάξεις της Συμφωνίας των Πρεσπών με κυρίαρχη
αυτή του άρθρου 7, που τους επιτρέπει να ονομάζονται Μακεδόνες και να ονομάζουν
τη χώρα τους Μακεδονία. Είναι
χαρακτηριστική η δολιότητα των Σκοπίων, καθώς προ ολίγων εβδομάδων παρήγγειλαν
250.000 νέα διαβατήρια με τον τίτλο Δημοκρατία της Μακεδονίας και όχι της
Βόρειας Μακεδονίας!
16. Η διαδικασία κύρωσης και δημοσίευσης της
Συμφωνίας των Πρεσπών στα Σκόπια (Ιούνιος 2018) είναι
ελλιπής και συνεπώς παράνομη, καθώς δεν υπήρξε η απαραίτητη κατά το Σύνταγμά
τους σύμπραξη και υπογραφή του προέδρου της χώρας Γκιόργκε Ίβανοφ, ο οποίος
ρητά αντιτίθεται στη Συμφωνία. Το ίδιο ισχύει και για την αναθεώρηση του
συντάγματος της χώρας, στην οποία ο Γκιόργκε Ίβανοφ παρακάμφθηκε με σαφώς
αμφισβητούμενο τρόπο (με υποκατάστασή του από τον Αλβανό πρόεδρο
του κοινοβουλίου), από
την κύρωση και δημοσίευση των αναθεωρημένων άρθρων του Συντάγματος. Να
τονίσουμε ότι ο πρόεδρος των Σκοπίων έχει αυξημένες αρμοδιότητες, επειδή ο
ίδιος εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία από τον λαό.
17. Η επίτευξη στο κοινοβούλιο των Σκοπίων της
πλειοψηφίας των 2/3 για την αναθεώρηση του Συντάγματός τους βασίστηκε σε
αντιδημοκρατικές και παράνομες μεθοδεύσεις (παύση ή μετατροπή δικαστικών
διώξεων, θρυλούμενος χρηματισμός, ποικίλες άλλες υποσχέσεις ή πιέσεις) κατά βουλευτών. Σε αυτές συνέβαλαν
πιθανότατα και ισχυροί ξένοι παράγοντες και μόνον έτσι βρέθηκαν οι
υπολειπόμενοι οχτώ «πρόθυμοι»
βουλευτές του VMRO ή ανεξάρτητοι, οι οποίοι συμπλήρωσαν τον απαιτούμενο αριθμό
των 80 ψήφων για την αναθεώρηση.
Αυτό μάλιστα έγινε συνοδευόμενο από όρους
που έθεσαν αυτοί οι οχτώ βουλευτές για τη διατύπωση των συνταγματικών
τροποποιήσεων και για τον χρόνο έναρξης της ισχύος τους. Όλο το «πακέτο» αυτής
της «δοσοληψίας» αποτελεί καταισχύνη και για τους δυτικούς θεσμούς (ΕΕ και
ΝΑΤΟ) και χώρες όπως η Γερμανία, οι ΗΠΑ, αλλά και για την αντίληψη λειτουργίας
του κράτους δικαίου, της διαφάνειας και της ελευθερίας της ψήφου των εκλεγμένων
εκπροσώπων του λαού σε μια υποψήφια για ένταξη ευρωπαϊκή χώρα!
Tεχνάσματα ΣΥΡΙΖΑ
18. Αλλά και στο ελληνικό κοινοβούλιο, μετά τη
διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝ.ΕΛ. με την αποχώρηση των
τελευταίων, σημαδεύτηκε η διαδικασία από πρωτοφανείς κοινοβουλευτικές
μεθοδεύσεις, τόσο στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας ως προς τη σύνθεσή της
όσο και στην Ολομέλεια, με μετακινήσεις βουλευτών της τελευταίας στιγμής. Το
αποτέλεσμα ήταν να επιτευχθεί η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών και η ψήφος
εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, η οποία πλέον αποκλήθηκε από την αντιπολίτευση ως
«Κυβέρνηση-Κουρελού», λόγω της
σύμπραξης ετερόκλητων ιδεολογικά βουλευτών, με κίνητρο τη διατήρηση της
εξουσίας.
Αντί λοιπόν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝ.ΕΛ. (μέχρι
πρότινος) να
επιλύσει με εθνικώς ασφαλή και συμφέροντα τρόπο την ονοματολογική διαφορά με τα
Σκόπια, επιδιώκοντας μάλιστα την ψήφιση μιας τόσο σημαντικής συμφωνίας με
πλειοψηφία 3/5 όπως θα έπρεπε (με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 28
παράγραφος 2 του Συντάγματος), προέβη
σε ποικίλα τεχνάσματα και χρησιμοποίησε ανορθόδοξους τρόπους, για να επιτύχει
μια ελάχιστη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 153ών, για μια τόσο βλαπτική και
κρίσιμη Συμφωνία.
Η παραπάνω καταγραφή των κύριων ημαρτημένων
της Συμφωνίας των Πρεσπών
δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι η ετεροβαρής αυτή Συμφωνία, παρά την κύρωσή της
από την ελληνική Βουλή, με τον τρόπο που έγινε, δεν μπορεί να δεσμεύσει τον
ελληνικό λαό και τις μελλοντικές γενιές των Ελλήνων, τραυματίζοντας βαθύτατα
και την ένδοξη και οικουμενικά αποδεκτή εθνική μας μακεδονική παράδοση και
κληρονομιά. Εθνικά και διεθνή δικαστήρια πρέπει με ενδελέχεια και σοβαρότητα να
ασχοληθούν με το περιεχόμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών και τις διαδικασίες που οδήγησαν σε αυτήν.
Δεν μπορεί η έννοια των λεγόμενων πράξεων «κυβερνητικού χαρακτήρα» που θεωρούνται
εκτός δικαστικού ελέγχου, να οδηγήσει σε τόσες ανατροπές της αληθινής Ιστορίας,
της γεωγραφίας, του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση των Ελλήνων (άρα και
στη διαρκή ιδιοκτησία τους επί της ελληνικής μακεδονικής πολιτιστικής
συνιστώσας), και να
νομιμοποιήσει τις αποφάσεις μιας απερχόμενης και προφανώς μειοψηφικής στον λαό
κυβέρνησης, την παράνομη «χρησικτησία» των Σκοπίων επί των ελληνικών όρων
Μακεδονία, Μακεδόνες, μακεδονικός, που έχουν ιστορικό βάθος 3000 ετών και που
τα υπερασπίστηκε ο ελληνικός λαός με γιγάντια και συγκλονιστικά συλλαλητήρια,
ήδη, από το 1992 και μέχρι τον Ιανουάριο του 2019!
Και πάνω από όλα, η επόμενη κυβέρνηση οφείλει, ανταποκρινόμενη στο
παλλαϊκό εθνικό αίτημα, να ανατρέψει τη βλαπτική Συμφωνία των Πρεσπών.
Είναι αναγκαίο, με κάθε ειρηνικό τρόπο, να επιδιώξει μια εθνικά συμφέρουσα
συμφωνία που θα σέβεται την ιστορική αλήθεια και θα προστατεύει την
αδιαμφισβήτητη εθνική μακεδονική κληρονομιά μας.