Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Πολωνία και η Λιθουανία ανέκτησαν την
ανεξαρτησία τους και οι δύο, αλλά υπήρχε διαφωνία σχετικά με τα σύνορα μεταξύ
των χωρών. Κατά τη διάρκεια του Πολωνο-Σοβιετικού Πολέμου, η Λιθουανία
υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με τη Σοβιετική Ένωση με την οποία ορίζονταν τα σύνορα
της Λιθουανίας.
Η
συμφωνία αυτή έδινε τον έλεγχο της πόλης
Βίλνα (λιθουανικά:
Βίλνιους, πολωνικά: Βίλνο), παλιάς πρωτεύουσας της Λιθουανίας, στην Λιθουανία η οποία την έκανε έδρα της
κυβέρνησης της χώρας. Αυτή η υψηλή ένταση μεταξύ της Λιθουανίας και της
Πολωνίας οδήγησε σε φόβους έναρξης πολέμου και στις 7 Οκτωβρίου 1920 η ΚτΕ
διαπραγματεύτηκε μία βραχύβια εκεχειρία. Η πλειοψηφία του πληθυσμού της πόλης
κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου ήταν πολωνικής καταγωγής.
Στις 9 Οκτωβρίου 1920 ο Στρατηγός Ζελιγκόφσκι
με μια πολωνική στρατιωτική δύναμη κατέλαβε
την πόλη και υποστήριξε ότι η κυβέρνηση της Κεντρικής Λιθουανίας
ήταν τώρα υπό την προστασία τους.
Η Λιθουανία ζήτησε τη βοήθεια του
Συμβουλίου της ΚτΕ και σε απάντηση το
Συμβούλιο κάλεσε την Πολωνία να αποχωρήσει από την περιοχή. Η πολωνική
κυβέρνηση δήλωσε ότι θα συμμορφωθεί με την απόφαση, αλλά αντί να αποχωρήσει
ενίσχυσε την πόλη με περισσότερα στρατεύματα. Αυτό ώθησε την ΚτΕ να αποφασίσει ότι το μέλλον της Βίλνα θα πρέπει να καθορισθεί από τους
κατοίκους της μέσω δημοψηφίσματος και ότι οι πολωνικές δυνάμεις θα έπρεπε να αποσυρθούν
και να αντικατασταθούν από μια διεθνή δύναμη που θα οργάνωνε ΚτΕ.
Αρκετά έθνη της ΚτΕ, περιλαμβανομένων της Γαλλίας και Βρετανίας, ξεκίνησαν την
προετοιμασία αποστολής στρατευμάτων στην περιοχή ως μέρος της διεθνούς δύναμης.
Στο τέλος του 1920 οι εχθροπραξίες μεταξύ Πολωνίας και Λιθουανίας εντάθηκαν και πάλι
αλλά στις αρχές του 1921 η πολωνική κυβέρνηση άρχισε να αναζητά
ειρηνική διευθέτηση. Η ίδια συμφώνησε να υποστηρίξει το σχέδιο της ΚτΕ για την περιοχή, να αποσύρει τα πολωνικά
στρατεύματα και να συνεργασθεί για το δημοψήφισμα. Η ΚτΕ ωστόσο αντιμετώπισε αυτή τη φορά αντιπολίτευση από τη Λιθουανία και τη Σοβιετική
Ένωση, που αντιτάχθηκαν στην παρουσία διεθνών δυνάμεων στη Λιθουανία.
Τον Μάρτιο του 1921 η ΚτΕ εγκατέλειψε τα σχέδια δημοψηφίσματος και
αποστολής διεθνούς δύναμης και επέστρεψε στην προσπάθεια να διευκολύνει τη
διαπραγμάτευση μιας διευθέτησης μεταξύ των δύο πλευρών. Η Βίλνα και η γύρω
περιοχή τυπικά προσαρτήθηκαν στην
Πολωνία το Μάρτιο του 1922 και στις 14 Μαρτίου 1923, η
διάσκεψη των Συμμάχων όρισε τα σύνορα
μεταξύ της Λιθουανίας και της Πολωνίας αφήνοντας την Βίλνα εντός της Πολωνίας.
Οι Λιθουανικές αρχές αρνήθηκαν να
αποδεχθούν την απόφαση αυτή, και παρέμειναν επισήμως σε εμπόλεμη κατάσταση με
την Πολωνία μέχρι το 1927.
Η Λιθουανία απεκατέστησε τις διπλωματικές
σχέσεις με την Πολωνία μετά από τελεσίγραφο που της επιδόθηκε το 1938, έλυσε την εμπόλεμη κατάσταση και “de facto” αναγνώρισε τα σύνορα της γείτονος χώρας.