Η τρομακτική ανακάλυψη κινεζικής
έρευνας
Μια έρευνα έρχεται
να αλλάξει τα δεδομένα σε σχέση με ό,τι πίστευε η επιστημονική κοινότητα για
τον κορωνοϊό COVID-19,
αφού Κινέζοι επιστήμονες διαπίστωσαν πως έχει
τουλάχιστον 30 στελέχη, δηλαδή μεταλλάξεις.
Συγκεκριμένα,
σε μελέτη με επικεφαλής την καθηγήτρια Λι Λαντζουάν,
που δημοσιεύθηκε στο medrxiv.org, αναλύθηκαν τα στελέχη
του κορωνοϊού που είχαν μολύνει 11 ασθενείς από το Χανγκζού,
όπου έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 1.264 επιβεβαιωμένα κρούσματα μέχρι στιγμής.
Οι ερευνητές
διαπίστωσαν ότι υπήρχαν πολλές περισσότερες
μεταλλάξεις στο συγκεκριμένο δείγμα σε σχέση με ό,τι είχε αναφερθεί
προηγουμένως. Έτσι, οι επιστήμονες εντόπισαν περισσότερες από 30
μεταλλάξεις, από τις οποίες περίπου το 60% ήταν νέες.
Μερικές από τις
αλλαγές ήταν τόσο σπάνιες που «οι επιστήμονες δεν είχαν σκεφτεί ποτέ
ότι θα μπορούσαν να συμβούν», σύμφωνα με τη «South China Morning Post». Οι εργαστηριακές
δοκιμές έδειξαν, επίσης, ότι ορισμένες μεταλλάξεις οδήγησαν σε θανατηφόρα
στελέχη του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τη
μελέτη, διαπιστώθηκε -επίσης- ότι οι
πιο θανατηφόρες μεταλλάξεις στο δείγμα βρέθηκαν στο στέλεχος κορωνοϊού που
εντοπίζεται συχνότερα σε όλη την Ευρώπη.
Τα ήπια στελέχη εντοπίστηκαν κυρίως σε περιοχές
των ΗΠΑ, όπως η Πολιτεία της Ουάσιγκτον.
Μια προηγούμενη
μελέτη έδειξε ότι τα κυρίαρχα στελέχη στη Νέα Υόρκη, την Πολιτεία των ΗΠΑ που
πλήττεται περισσότερο από τον ιό, εισήχθησαν από την Ευρώπη.
Συν τοις
άλλοις, δύο από τους ασθενείς στο δείγμα είχαν προσβληθεί από ήπια στελέχη,
αλλά και πάλι απαιτήθηκε εισαγωγή σε Μονάδα Εντατικής
Θεραπείας.
Οι ερευνητές
ανακάλυψαν, ακόμα, ότι διάφορες μεταλλάξεις
οδηγούν σε αλλαγές στην πρωτεΐνη του κορωνοϊού, την οποία χρησιμοποιεί για να
συνδεθεί με τα ανθρώπινα κύτταρα.
Οι ερευνητές
μόλυναν τα κύτταρα με διάφορα στελέχη σε εργαστηριακό περιβάλλον και
διαπίστωσαν ότι το πιο επιθετικό από αυτά θα μπορούσε να «δημιουργήσει
270 φορές μεγαλύτερο ιικό φορτίο από τον ασθενέστερο τύπο», σκοτώνοντας έτσι τα
κύτταρα πιο γρήγορα, ανέφερε η «South China Morning Post».
Η κ. Λι, από την πλευρά της, επισήμανε το εξής:
Τα αποτελέσματα
δείχνουν ότι «η πραγματική ποικιλομορφία των
ιογενών στελεχών εξακολουθεί να υποτιμάται σε μεγάλο βαθμό».
Η ίδια και οι
συνάδελφοί της πιστεύουν ότι η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα στελέχη
διαφέρουν ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή, μπορεί να βοηθήσει στον
προσδιορισμό του καλύτερου τρόπου καταπολέμησης του ιού.