ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Σάββατο 25 Απριλίου 2020

1882: Η άγνωστη ελληνική εκστρατεία στην Αίγυπτο


Το λεστειλε ο Γεώργιος Σιδερής
http://www.elzoni.gr/
Γράφει ο Ιωάννης Θεοδωράτος
    Μισόν αιώνα μετά από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και ενώ η χώρα βάδιζε στα ίχνη της βρετανικής γεωπολιτικής, παρουσιάστηκε μια απρόσμενη ευκαιρία στρατιωτικής εμπλοκής στην Αίγυπτο, ελάχιστα γνωστή στο ελληνικό κοινό. Επί πρωθυπουργίας του Χαρίλαου Τρικούπη (ειδικότερα επί της τέταρτης θητείας 3 Μαρτίου 1882 – 19 Απριλίου 1885), και συγκεκριμένα από τον Μάιο έως τον Αύγουστο του 1882 ελληνικές ναυτικές δυνάμεις ενεπλάκησαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στο δέλτα του Νείλου.
    Ο Έλληνας πρωθυπουργός «
διαβλέποντας γεωπολιτικό παράθυρο ευκαιρίας» μετά από την αποστολή 12 πολεμικών πλοίων των Αγγλογάλλων στην Αλεξάνδρεια, διέταξε τον απόπλου του ατμοδρόμωνα «Ελλάς» και της θωρακοβάριδας «Βασιλεύς Γεώργιος». Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο ατμοδρόμων «Ελλάς» ήταν το πρώην «Αμαλία», το οποίο μετονομάστηκε μετά από την έξωση του Όθωνα. Με το συγκεκριμένο πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά στις 18 Οκτωβρίου 1863 ο νέος βασιλιάς Γεώργιος Α΄ και επί του ιδίου σκάφους του παρεδόθη η σημαία της Επτανήσου από τον τελευταίο Βρετανό αρμοστή. Έφερε δύο πυροβόλα τύπου Paixhans των 22 εκατοστών και 24 πυροβόλα των 16 εκατοστών. Το δεύτερο σκάφος ο θωρακοδρόμων «Βασιλεύς Γεώργιος» αποτέλεσε μαζί το αδελφό πλοίο «Βασίλισσα Όλγα» τα πλέον σύγχρονα πολεμικά του τότε Βασιλικού Ναυτικού. Επίσης ήταν το πρώτο πλοίο του Στόλου που διέθετε διπύθμενα.
    Ο οπλισμός του ήταν εντυπωσιακός καθώς αποτελείτο από δύο πυροβόλα
Krupp των 21 εκατοστών και τέσσερα άλλα μικρότερου διαμετρήματος. Η θωράκισή του κυμαινόταν από 4,5-7 ίντσες στο σκάφος και 6 ίντσες στους πύργους.
    Τα δύο πλοία κατέπλευσαν στην Αλεξάνδρεια στις
23 Μαΐου 1882, όπου συνενώθηκαν με τον συμμαχικό στόλο, ο οποίος βρήκε την ευκαιρία να υποστηρίξει την χερσαία εισβολή, που κατέληξε στην βρετανική κατοχή της μέχρι τότε ημιανεξάρτητης υπό οθωμανική κυριαρχία Αιγύπτου. Σημειώνεται ότι στη χώρα διαβιούσε πολυπληθής ακμάζουσα ελληνική κοινότητα, άνω των 30.000 ατόμων (σ.σ. μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν ο Γεώργιος Αβέρωφ και ο Κωνσταντίνος Καβάφης), η οποία μετά από την κατοχή και την αλλαγή καθεστώτος αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο, ελέγχοντας την παραγωγή βαμβακιού, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη.
    Ο ενθουσιασμός του Τρικούπη ήταν τέτοιος ώστε προθυμοποιήθηκε να αποστείλει και χερσαία εκστρατευτική δύναμη της τάξης των
5.000 ανδρών, γεγονός που τελικά δεν έγινε αποδεκτό από το Λονδίνο.  Εντούτοις στις 13 Ιουλίου δύναμη 120 Ελλήνων πεζοναυτών αποβιβάστηκε στην Αλεξάνδρεια μαζί με άλλες συμμαχικές δυνάμεις. Η ελληνική σημαία κυμάτισε στην πόλη που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος έστω και για λίγο. Η επιχείρηση εκείνη υπήρξε απόδειξη της ανάδειξης της Ελλάδας σε βασικού γεωπολιτικού συμμάχου των ναυτικών δυνάμεων και ειδικά της Μεγάλης Βρετανίας, ενώ παράλληλα ήταν απολύτως συμβατή με το πνεύμα της Μεγάλης Ιδέας.
    Τρία χρόνια αργότερα το
1885 ο Ελληνισμός του Σουδάν θα συστρατευόταν μαζί με τον συνταγματάρχη Τσαρλς Γκόρντον και θα πλήρωνε βαρύ φόρο αίματος στους φονταμενταλιστές μουσουλμάνους πολεμιστές του Αλ Μαχντί. Περί τους 56 Έλληνες μαζί με τον επίτιμο πρόξενο της Ελλάδας Νικόλαο Λεονταρίδη θα πολεμήσουν τους φανατικούς ισλαμιστές και οι περισσότεροι θα σφαγιαστούν. Αργότερα όταν ο λόρδος Κίτσενερ θα προελάσει στο Σουδάν για να αντιμετωπίσει και εξολοθρεύσει τις δυνάμεις του Αλ Μαχντί θα χρησιμοποιήσει κατά κύριο λόγο Έλληνες εμπόρους και ανθρώπους της εκεί παροικίας για τον ανεφοδιασμό των δυνάμεών του.
    Η αποστολή πολεμικών πλοίων και πεζοναυτών στην Αίγυπτο κατέδειξε την αναγκαιότητα συγκρότησης ισχυρού πολεμικού ναυτικού για την χώρα μας, γεγονός που αποτυπώθηκε στην παραγγελία των τριών θωρηκτών «
Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά» από τον Τρικούπη κατά τη διάρκεια της επόμενης θητείας του (1886-1890). Η προστασία των εθνικών συμφερόντων συνδέθηκε με την ικανότητα του Ελληνικού Στόλου να προβάλλει την ισχύ του και να διατηρήσει τον έλεγχο των θαλασσών. Η αρχή που θα οδηγούσε τα επόμενα χρόνια στον Στόλο των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων είχε γίνει.