Από τη Βικιπαίδεια,
Ο Γεώργιος Γρίβας (Χρυσαλινιώτισσα, 5 Ιουλίου 1897 - Λεμεσός 27 Ιανουαρίου 1974), γνωστός και με το
ψευδώνυμο Διγενής, ήταν Κύπριος αξιωματικός
του Ελληνικού Στρατού και ηρωική προσωπικότητα της ιστορίας
της Κύπρου. Οργάνωσε και ηγήθηκε του αγώνα των
Κυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα.
Γεννήθηκε
στη Χρυσαλινιώτισσα,
στην επαρχία Λευκωσίας της Κύπρου, στις 5 Ιουλίου 1897 και μεγάλωσε στο χωριό Τρίκωμο της
επαρχίας Αμμοχώστου. Αφού
τελείωσε το σχολείο του Τρικώμου, πήγε στη Λευκωσία όπου φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο
(1909-1915), διαμένοντας στην
οικία της γιαγιάς του.
Το 1916, κατατάχθηκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία
αποφοίτησε το 1919 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πεζικού.
Συμμετείχε
στη Μικρασιατική εκστρατεία όπου
πολέμησε γενναία. Για τη δράση του παρασημοφορήθηκε και προάχθηκε σε υπολοχαγό. Αργότερα, επιλέχθηκε να
φοιτήσει στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου.
Το 1925
προάχθηκε σε λοχαγό και το 1935 σε ταγματάρχη.
Με την έναρξη
του Β΄
Παγκοσμίου Πολέμου, μετατέθηκε στη διεύθυνση επιχειρήσεων
του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
Κατά την Ιταλική εισβολή εναντίον της Ελλάδας ο
Γρίβας μετατέθηκε
στο αλβανικό μέτωπο,
ύστερα από διαρκή του αιτήματα, όπου και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της ΙΙ
Μεραρχίας.
Μετά την
απελευθέρωση της Ελλάδας, μετέβη μυστικά στην Κύπρο με το
ψευδώνυμο Διγενής και
ίδρυσε την ΕΟΚΑ, της οποίας ήταν και ο στρατιωτικός αρχηγός και ενώ πολιτικός αρχηγός της ήταν ο Αρχιεπίσκοπος
Μακάριος, με στόχο την εκδίωξη των Βρετανών από
το νησί και την ένωση της
Κύπρου με την Ελλάδα.
Η Βουλή των Ελλήνων, με το Νόμο 3944 που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Α 51 στις 20 Μαρτίου
1959, προήγαγε ομόφωνα
τον Γεώργιο Γρίβα από αντισυνταγματάρχη σε αντιστράτηγο, του απένειμε ειδική σύνταξη,
καθώς επίσης και τον τιμητικό
τίτλο του Αξίου
Τέκνου της Πατρίδος.
Η Βασιλική Ακαδημία Αθηνών απένειμε στον Γρίβα το Χρυσό Μετάλλιο, την ύψιστη τιμή απ' όσες διαθέτει, κατά την πανηγυρική
της συνεδρία της 24ης
Μαρτίου 1959.
Μετά την
ανακήρυξη της Κυπριακής
Δημοκρατίας το 1960, ο Γρίβας
συνέχισε να αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα των εξελίξεων. Αναχώρησε για την
Ελλάδα, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές, του απονεμήθηκε ο βαθμός του στρατηγού εν αποστρατεία και ανακηρύχθηκε ομόφωνα
από την Ελληνική Βουλή άξιο τέκνο της πατρίδος.
Τον Ιούνιο του 1964, τον έστειλε ξανά η κυβέρνηση Παπανδρέου ως
επικεφαλή 5.000 στρατιωτών και ανέλαβε την αρχηγία των ελληνικών
στρατιωτικών δυνάμεων και στη συνέχεια και της Εθνικής
Φρουράς με τη συναίνεση του Μακάριου.
Το Νοέμβριο του
1967, ελληνοκυπριακές
δυνάμεις υπό τις διαταγές του Γρίβα επιτέθηκαν στους Τουρκοκυπρίους στις
περιοχές Άγιος Θεόδωρος και Κοφίνου δυτικά της Λάρνακας, ύστερα από εντάσεις και
προκλήσεις μεταξύ των δύο πλευρών, με αποτέλεσμα τον θάνατο 22
Τουρκοκυπρίων και ενός Ελληνοκύπριου. Η Τουρκία απείλησε να εισβάλει στο νησί και η εισβολή απετράπη μόνο με
ανταλλάγματα την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο και την
ανάκληση του Γρίβα
στην Ελλάδα.
Το καλοκαίρι
του 1971, όταν οι σχέσεις του Μακαρίου με τη δικτατορία των Συνταγματαρχών είχαν
ενταθεί, επέστρεψε κρυφά στην Κύπρο και ίδρυσε την ΕΟΚΑ Β', η οποία στελεχώθηκε κυρίως
από πρώην άνδρες της ΕΟΚΑ
και νέους που πίστεψαν ότι με τη δυναμική δράση θα πειθόταν ή θα εξαναγκαζόταν
ο Μακάριος να ακολουθήσει τη γραμμή της ένωσης. Τελικά το μόνο που
επετεύχθη ήταν η διχοτόμηση της Κύπρου μετά την τουρκική εισβολή του
Ιουλίου 1974 παρά η ένωση με την
Ελλάδα.
Τον Νοέμβριου του 2008, του Δημοτικό Συμβούλιο της Λεμεσού απέρριψε το αίτημα του Ιδρύματος Γρίβας Διγενής για δημιουργία μουσείου και εκθεσιακού χώρου στο υπάρχον μνημείο της ΕΟΚΑ Β' που βρίσκεται στο δρόμο που φέρει το όνομά του στη Λεμεσό. Το αίτημα δίχασε το Δημοτικό Συμβούλιο, που τελικά το απέρριψε κατόπιν ψηφοφορίας. Σύμφωνα με το σκεπτικό του Τάσου Τσαπαρέλα μεταξύ άλλων, δημοτικού συμβούλου του ΑΚΕΛ, «Η υπόθεση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια απλή αίτηση που έχει να κάνει με τον σχεδιασμό των απαιτήσεων και παραμέτρων της πόλης μόνον. Έχει επίσης πολιτικές παραμέτρους και πλευρές της ιστορίας μας. Πέραν του ρόλου της πόλης ως σχεδιάζουσας αρχής, το δημοτικό συμβούλιο είναι ένα εκλεγμένο πολιτικό σώμα και πρέπει να πάρει υπόψη του τις πολιτικές επιπτώσεις των αποφάσεών του»