ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Χριστούγεννα! Ο σκοπός της ενανθρωπίσεως του Κυρίου μας



 (Εισαγωγική σημείωση) του Π.  Γιαννακόπουλου
    Σωτήριον έτος 1999. Αρχές Δεκεμβρίου. Ετοιμάζομαι να αποχωρήσω μαζί και με δύο συναδέλφους, από το ανδρικό ακριτικό μοναστήρι που μας φιλοξενεί από προχθές, ύστερα από μια κοπιαστική ανάβαση, κάτι που προδικάζει και μια κατάβαση εξ ίσου οδυνηρή, μέχρι να νιώσω τη σιγουριά που αποπνέουν τα έμπεδα.     Παγωμένο το πρωϊνό που δοκιμάζει τις ήδη μειωμένες αντοχές μου. Ο αρχοντάρης έχει κιόλας ετοιμάσει τους δίσκους με τα καλούδια και το τσάϊ βουνού αναδίδει αφειδώλευτα το εξαίσιο άρωμά του, καθώς μας σερβίρεται. Πρέπει να βιαστούμε. Οι επισκέπτες του Σαββατοκύριακου θα πρόβαλλουν σε λίγο στη στροφή του ανηφορικού καρόδρομου αγκομαχώντας και ο σεβάσμιος γέρων μοναχός που υποδέχονταν και ξεπροβοδούσε με τρυφερότητα και καλοσύνη, είχε πολλή δουλειά… Φορτωθήκαμε τα μπέργκερ μας, φιλήσαμε το χέρι του γέροντα, κάναμε το σταυρό μας και κινήσαμε πατώντας προσεκτικά στις γλιστερές παγωμένες επιφάνειες. Συχνά παρακάμπταμε τις επικίνδυνες ευμεγέθεις λακκούβες με τα εγκλωβισμένα βρόχινα νερά από την πρόσφατη πολύωρη νεροποντή.
    Το διήμερο, στον ιερό χώρο του μοναστηριού, τον πέρασα μέσα σε μια κατάσταση απόλυτης κατάνυξης. Ένιωθα συνεπαρμένος, ευτυχής και έμπλεος ευδαιμονίας από τα πάντα πληρόν Άγιον Πνεύμα… Υπολόγιζα ότι σε δύο-δυόμιση ώρες θα πατούσαμε την άσφαλτο κεντρικής αρτηρίας, απ' όπου θα μπορούσαμε να επιβιβασθούμε σε κάποιο από τα διερχόμενα λεωφορεία για τη Θεσσαλονίκη. Κατά τις στάσεις της διαδρομής ανέγνωθα τις χθεσινές - απογευματινές σημειώσεις που κράτησα από τὸ βιβλίο: «Παρεμβάσεις Ἱστορικὲς καὶ Θεολογικές», ἐκδ."Διήγηση", Ἀθήνα1998, του π. Γεωργίου Μεταλληνού για τη γέννηση του Χριστού μας, που ανακάλυψα ακουμπισμένο στο μικρό κομό του υπνοδωματίου μου.  Με αυτές τις λίγες, πλην βαθυστόχαστες, ομάδες στίχων παρακάλεσα τον αρχισυντάκτη του περιοδικού μας, όταν επικοινωνήσαμε μετά την επιστροφή μου στη Θεσσαλονίκη, να καλύψω την σελίδα "4" (ΜΕΓΙΣΤΟΝ ΓΕΓΟΝΌΣ) του παρόντος τεύχους, με την ευχή και παράκληση να επιχειρήσουμε όλοι μας να διεισδύσουμε σε βάθος στο υπέρλογο γεγονός της ενανθρώπισης του Κυρίου, που μας πληροί με χαρά, αγάπη και ελπίδα για την μετάπτωση της φθαρτής ύπαρξής μας στην κατά πνεύμα αθάνατη εκδοχή της, την λειτουργούσης και δρώσης προς δόξαν Θεού στην αιωνιότητα. 
………………………………………………………………………………………………………..
Τοῦ πατρὸς  Γεωργίου Μεταλληνοῦ
    Ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. «Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἴνα Θεὸν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται» (τροπάριο Χριστουγέννων). «Αὐτὸς ἐνηνθρώπησεν, ἴνα ἠμεῖς θεοποιηθῶμεν» (Μ. Ἀθανάσιος). «Ἄνθρωπος γὰρ ἐγένετο ὁ Θεὸς καὶ Θεὸς ὁ ἄνθρωπος» (Ἰ. Χρυσόστομος)……
    Ὁ Χριστὸς-Θεάνθρωπος χαράζει τὸ δρόμο, ποὺ καλεῖται νὰ βαδίσει κάθε σωζόμενος ἄνθρωπος, ἐνούμενος μαζί Του. Ἂν τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου, ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς Θεοῦ κατὰ χάριν.
    Ο θεολογικὸς λόγος ἐκφράζει τὴν πραγματικότητα τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων μας. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία καὶ μόνο μποροῦν νὰ κατανοηθοῦν ἐκκλησιαστικά, δηλαδὴ Χριστοκεντρικά, τὰ Χριστούγεννα.  Ἀντίθετα, ἡ ἀδυναμία τοῦ μὴ ἀναγεννημένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου νὰ νοηματοδοτήσει τὰ Χριστούγεννα ἔχει ὁδηγήσει σὲ κάποιους γύρω ἀπ’ αὐτὰ μύθους.
    ἡ Ὀρθοδοξία ὡς Χριστιανισμὸς στὴν αὐθεντικότητά του, εἶναι ἡ «ἱστορικότερη θρησκεία», κατὰ τὸν ἀείμνηστο π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ. Ζεῖ στὴν πραγματικότητα τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ τὶς δέχεται μὲ τὸ ρεαλισμὸ τῆς Θεοτόκου: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου» (Λουκ. 1,38)!
    Ἡ σάρκωση καὶ γέννηση τοῦ Θεανθρώπου εἶναι σκάνδαλο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ποὺ αὐτοκαταργούμενη καὶ αὐτοαναιρούμενη σπεύδει νὰ χαραχτηρίσει «μωρία» τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ κορυφώνεται στὸν σταυρικό του θάνατο (Α' Κορ. 1,23). Εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ φθάσει σὲ τέτοιο ὅριο κενώσεως, ὥστε νὰ πεθάνει πάνω στὸ σταυρὸ ὡς Θεάνθρωπος; Αὐτὸ εἶναι τὸ σκάνδαλο γιὰ τοὺς σοφούς τοῦ κόσμου. Γι' αὐτοὺς οἱ «θεοὶ» τοῦ κόσμου τούτου συνήθως θυσιάζουν τοὺς ἀνθρώπους γι' αὐτούς, δὲν θυσιάζονται αὐτοὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους.
    Πῶς θὰ δεχθοῦν τὸ μυστήριο τῆς Θείας Ἀνιδιοτέλειας; «
Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν (θυσίασε) ... ἴνα σωθῆ ὁ κόσμος δι' αὐτοῦ» (Ἰωανν. 3, 16. 17). Στὰ ὅρια τῆς «λογικῆς» ἢ «φυσικῆς» θεολογήσεως χάνεται τελικὰ τὸ θεῖο στοιχεῖο στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ μένει τὸ ἀνθρώπινο, παρανοημένο καὶ αὐτὸ καὶ παρερμηνευόμενο. Διότι δὲν ὑπάρχει ἱστορικὰ ἄνθρωπος-Χριστός, ἀλλὰ Θεάνθρωπος. Ἡ ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου στὸ πρόσωπο Θεοῦ-Λόγου εἶναι «ἀσύγχητη» μέν, ἀλλὰ καὶ «ἀδιαίρετη». Οἱ «λογικὲς» ἑρμηνεῖες τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύονται παράλογες, διότι ἀδυνατοῦν  νὰ συλλάβουν μὲ τὴ λογικὴ τὸ «ὑπερλόγο».
     Ἂς φωνάζει ὁ Ἰωάννης: «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν...» (3,16), ἢ ὁ Παῦλος: «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην πρὸς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν, Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανεν» (Ρωμ. 5,8). Ὄχι! «Γιὰ νὰ πάρει ἐκδίκηση» καὶ «ζητώντας ἱκανοποίηση» θὰ μάθει νὰ φωνάζει ὁ δυτικὸς (ἢ δυτικοποιημένος) ἄνθρωπος.
    Ἡ ἐκλογίκευση καὶ ἡ ἐκνομίκευση τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεανθρώπου εἶναι ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν ἱστορία. Ἡ θρησκευτικὴ (
τυπολατρικὴ) συνείδηση ζεῖ τὸ  «σκάνδαλο» τῆς ἐνανθρωπήσεως καταφεύγοντας στὴ θρησκειοποίηση τῆς Πίστεως. Ἐξαντλεῖ τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων στὶς τελετὲς καὶ χάνει τὸν ἀληθινὸ σκοπό τους, ποὺ εἶναι ἡ «υἱοθεσία» (θέωση). «Ἴνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν...» (Γαλ. 4,5). Εἶναι τὸ σκάνδαλο τοῦ φαρισαϊσμοῦ, ἔστω καὶ ἂν λέγεται Χριστιανισμός.
    Ὁ Ἠρωδισμός! Οἱ κρατοῦντες ἢ μᾶλλον «δοκοῦντες ἄρχειν...» (νομίζοντες ὅτι κυβερνοῦν) (Μαρκ. 10,42), ὅπως ὁ Ἡρώδης, βλέπουν στὸν νεογέννητο Χριστὸ κάποιον ἀνταγωνιστὴ καὶ κίνδυνο τῶν συμφερόντων τους. Γι' αὐτὸ «ζητούσι τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου» (Ματθ. 2,20). Παρερμηνεύουν ἔτσι τὸν ἀληθινὸ χαραχτήρα τῆς βασιλικῆς ἰδιότητας τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος». Ὁ Χριστὸς ὡς Βασιλεὺς ὅλης τῆς κτίσεως εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Κύριός της, ὁ δημιουργὸς καὶ σωτήρας της καὶ ὄχι ὡς οἱ Ἠρῶδες τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ ἀδίστακτοι δολοφονοῦν, γιὰ νὰ κρατήσουν τὴν ἐξουσία τους.
    Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (Ε.Π. 36,516) προσφέρει δυνατότητα ὀρθῆς προσεγγίσεως τῶν Χριστουγέννων, δηλαδὴ ἁγιοπνευματικῆς: «Τοίνυν ἐορτάζομεν μὴ πανηγυρικῶς, ἀλλὰ θεϊκῶς. μὴ κοσμικῶς, ἀλλὰ ὑπερκοσμίως. μὴ τὰ ἡμέτερα, ἀλλὰ τὰ τοῦ ἡμετέρου (=ὄχι δηλαδὴ τοὺς ἑαυτούς μας, ἀλλὰ τὸν Χριστὸν ἂς τιμᾶμε...). μᾶλλον δὲ τὰ τοῦ Δεσπότου. μὴ τὰ τῆς ἀσθενείας, ἀλλὰ τὰ τῆς ἰατρείας. μὴ τὰ τῆς πλάσεως, ἀλλὰ τὰ τῆς ἀναπλάσεως.
     Ὁ Εὐαγγελισμὸς καὶ τὰ Χριστούγεννα ὁδηγοῦν στὴν Πεντηκοστή, τὸ γεγονὸς τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ, μέσα δηλαδὴ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὸ βάπτισμά μας μετέχουμε στὴ σάρκωση, τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ζοῦμε καὶ μεῖς τὰ «Χριστούγεννά μας», τὴν ἀνὰ-πλασή μας. Οἱ Ἅγιοι δέ, ποὺ φθάνουν στὴν ἕνωση μὲ τὸ Χριστό, τὴ θέωση, μετέχουν στὴν Πεντηκοστὴ καὶ φθάνουν ἔτσι στὴ τελείωση καὶ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀναγεννημένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου. Αὐτὸ σημαίνει ἐκκλησιαστικὰ πραγμάτωση τοῦ ἀνθρώπου, ἐκπλήρωση δηλαδὴ τοῦ σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του.
    Η φοβερότερη αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων, ο δοκητισμός (από το δοκέω-ώ=φαίνομαι), δέχθηκε φαινομενική παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ἐνδοκοσμικὴ πραγματικότητα. Γιὰ ποιὸ λόγο θὰ μποροῦσε νὰ ἐρωτήσει κανείς. Μα διότι (οἱ Δοκῆται ἢ Δοκηταὶ) κάθε ἐποχῆς δὲν μποροῦν νὰ ἀνεχθοῦν, στὰ ὅρια τῆς λογικῆς τους, τὴ σάρκωση καὶ τὴ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου.
    Μεταβαλλόμενοι σὲ αὐτόκλητους ὑπερασπιστὲς τοῦ κύρους τοῦ Θεοῦ, ντρέπονται νὰ δεχθοῦν κάτι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἐπέλεξε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Τὸ δρόμο τῆς μητρότητας. Νὰ γεννηθεῖ δηλαδὴ ἀπὸ μία Μάνα, ἔστω καὶ ἂν αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸ καθαρότερο πλάσμα ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τὴν Παναγία Παρθένο.  Ο Δοκητισμὸς ὁδήγησε στὸ Μονοφυσιτισμό, στὴν ἄρνηση τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι οἱ συντηρητικοί, οἱ τυποκράτες, οἱ εὐσκανδάλιστοι.
     Γι' αὐτοὺς ὅλους εἶναι σκάνδαλο ἡ ἀλήθεια, ἡ πραγματικότητα, ἡ ἱστορικότητα. Εἰς πεῖσμα ὅμως τῶν Δοκητῶν ὁ Θεὸς-Λόγος «σὰρξ ἐγένετο - δηλαδὴ ἄνθρωπο ς- καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἠμίν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ (τὸ ἄκτιστο φῶς τῆς θεότητάς Του)» (Ἰωάνν. 1, 14). Διότι «ἐν αὐτῶ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2,9), εἶναι δηλαδὴ τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος.