Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αν επιθυμήσει κάποιος να ανοίξει πτηνοσφαγείο στις μέρες μας πρέπει να
αποδείξει, με πλήθος δικαιολογητικών, ότι εξασφαλίζει άψογες υγειονομικές συνθήκες, άνετες εγκαταστάσεις και άρτια οργάνωση. Αλλά πριν από μερικές δεκάδες χρόνια τα
πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά. Επικρατούσε απαράδεκτη και σχεδόν
ανεξέλεγκτη κατάσταση.
Το «Πτηνοσφαγείον
Αθηνών» λειτουργούσε σε ένα υπόγειο της Αγοράς της οδού Αθηνάς. Οι περιγραφές ήταν
ανατριχιαστικές και ανησυχητικές για την υγεία των κατοίκων που κατανάλωναν
πουλερικά. Ο καθένας είχε το κλουβί του για τα ζωντανά πουλιά. Κότες, πουλάδες,
κοκόρια, γαλιά ακόμη και περιστέρια παρέδιδαν το… πνεύμα τους σε εκείνο το
υπόγειο από τότε που ιδρύθηκε η Αγορά. Παντού πούπουλα και αίματα και καμιά
εικοσαριά άνθρωποι, χωμένοι στο σκοτάδι, έσφαζαν και μαδούσαν πτηνά, από το
πρωί έως το βράδυ και κάτω από άθλιες συνθήκες υγιεινής.
Στην Αθήνα του 1930
Στην κατάσταση εκείνη ήθελε να βάλει τέλος,
στις αρχές της δεκαετίας 1930, ο δήμαρχος
Αθηναίων Σπυρίδων Μερκούρης.
Δημιούργησε το πρώτο «Δημοτικόν
Πτηνοσφαγείον» στην ταράτσα της
Νέας Αγοράς, όπως αποκαλείτο ακόμη η υφιστάμενη και σήμερα Δημοτική Αγορά της οδού Αθηνάς. Με ασανσέρ
ανέβαιναν τα κλουβιά με τα ζωντανά πτηνά στην ταράτσα για να τα κατέβουν
αργότερα σφαγμένα και με τη σφραγίδα του γιατρού και της Αστυνομίας. Ειδικά
κλουβιά, υδραυλικές εγκαταστάσεις, ιδιαίτερα διαμερίσματα για το μάδημα και
καθαρός αέρας για τους πτηνοσφαγείς. Μόνον
που ο δήμαρχος απαιτούσε να καταβάλλεται φορολογία από μισή έως μία δραχμή για
κάθε πτηνό που θα σφαζόταν. Τότε ξέσπασε πόλεμος μεταξύ του δημάρχου
και της συμπαθούς τάξεως των πτηνοπωλών.
Στο παρασκήνιο εκείνης της διαμάχης υπήρχε
και το απαραίτητο πολιτικό παιχνίδι. Λίγους μήνες
νωρίτερα οι πτηνοπώλες είχαν αρνηθεί
να παράσχουν τη βοήθειά τους στον υποψήφιο βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος Γεώργιο
Μερκούρη, γιο του δημάρχου.
Οπότε ο Μερκούρης βρήκε την ευκαιρία να
πάρει την εκδίκησή του. Από τη μια λοιπόν ο δήμαρχος απαιτούσε οργάνωση, τάξη
και υγιεινή, συνοδεύοντας την απαίτησή του και από τη σχετική φορολογία. Από
την άλλη, οι πτηνοπώλες συμφωνούσαν με τη λειτουργία του νέου Πτηνοσφαγείου αλλά διαφωνούσαν με τη
φορολογία. Το θέμα πήρε διαστάσεις και όλοι κλήθηκαν να πάρουν θέση.
Περισσότεροι από 20 βουλευτές στάθηκαν στο πλευρό της ισχυρής συντεχνίας των
πτηνοπωλών, ενώ ενεπλάκη προσωπικά και ο πρωθυπουργός Παναγής Τσαλδάρης, ο οποίος μάλιστα έδωσε εντολή να ανασταλεί η λειτουργία των νέων «Δημοτικών Πτηνοσφαγείων»!
Ο Μερκούρης
άστραψε και βρόντηξε. Έβγαλε ανακοίνωση, στις αρχές Νοεμβρίου 1933, δηλώνοντας πως «μεταβάλλομαι από
σήμερον εις πτηνοπώλην και εις πτηνοσφαγέα διά λογαριασμόν του δήμου και θα
πωλώ τα υγιέστατα πουλερικά εις τιμήν πολύ κατωτέραν της υπό των πτηνοτρόφων»! Αφού οι πτηνοπώλες αρνήθηκαν να σφάζουν τα
πουλερικά τους στο «Δημοτικόν Πτηνοσφαγείον»
με την επίβλεψη της αστυϊατρικής υπηρεσίας, ο δήμαρχος προχώρησε στην επόμενη
κίνησή του. Ήρθε σε συμφωνία με τους
κρεοπώλες και τους λαχανοπώλες της Αγοράς, οι οποίο ανέλαβαν, από τα τέλη Νοεμβρίου 1933, να πωλούν τα
πτηνά που σφάζονταν στην ταράτσα της Αγοράς.
Χείρα φιλίας από τον Κώστα Κοτζιά
Η ένταση κράτησε επί μήνες. Ο Σπυρίδων Μερκούρης επέμενε να αναλάβει τα
χρέη πτηνοσφαγέα και ο σύλλογος των τελευταίων τού διαμήνυε ότι θα τον
ανακηρύξει επίτιμο πρόεδρο, αλλά δεν θα συνεργαστεί μαζί του όπως με κάποιον
συνάδελφο! Μεγάλες ποσότητες πουλερικών σφάζονταν πλέον στον Πειραιά και
μεταφέρονταν για να κρεμαστούν στα τσιγκέλια των καταστημάτων της οδού Αθηνάς.
Ο Κώστας Κοτζιάς, ο οποίος διαδέχθηκε στον
δημαρχιακό θώκο τον Σπ. Μερκούρη, φρόντισε να εκτονώσει την ένταση, αφενός
επεκτείνοντας τις εγκαταστάσεις του Δημοτικού
Πτηνοσφαγείου στην ταράτσα της Αγοράς
και αφετέρου μειώνοντας το ύψος των φόρων.