ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Σάββατο 28 Απριλίου 2018

Η ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΣΑ


Νικόλαος  Ζαρκάδας Υποστράτηγος  ε.α.
    Μάιος 2018. Συμπληρώνονται εκατόν τέσσερα (104) χρόνια από την 17 Μαΐου 1914, που υπογράφηκε το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, με το οποίο ανακηρύσσονταν η Αυτονομία της Β. Ηπείρου.
    Μετά το τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου και κατόπιν αξιώσεως των Μεγάλων Δυνάμεων και ιδιαίτερα των Ιταλίας και Αυστρίας τα περισσότερα από τα ελευθερωθέντα εδάφη της Β. Ηπείρου, από τον ελληνικό στρατό, παραχωρούνταν στο νεοσύστατο κράτος της Αλβανίας και μάλιστα τον μήνα Ιανουάριον του 1914 υποχρέωσαν τις ελληνικές δυνάμεις να αποχωρήσουν από τα εδάφη αυτά της περιοχής Β. Ηπείρου.
    Η εξέλιξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι της Β. Ηπείρου να επαναστατήσουν και στα μέσα Φεβρουαρίου 1914 να κηρύξουν την αυτονομία της και να προχωρήσουν στο σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης με επικεφαλής τον Γεώργιο Ζωγράφου. Η προκήρυξη της Κυβέρνησης της Αυτόνομης Ηπείρου συντάχθηκε και ανακοινώθηκε στο Αργυρόκαστρο στις 15 Φεβρουαρίου 1914 και έφερε τις υπογραφές του Προέδρου αυτής Γεωργίου Ζωγράφου και των μητροπολιτών Δρυϊνοπόλεως Βασιλείου Κορυτσάς Γερμανού, Κονίτσης – Βελάς Σπυρίδωνα. Ταυτόχρονα συγκροτήθηκε και οργανώθηκε και αυτονομιακός στρατός, ο οποίος σε σχετική προκήρυξη υπογράμμιζε ότι “αδυνατεί να ανεχθεί την απόφαση της άσπλαχνης Πολιτείας”.
    Ο αγώνας των βορειοηπειρωτών στηρίχθηκε αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και σε όλους τους έλληνες. Ομόθυμη και συγκινητική ήταν η άμεση συμπαράσταση όλων των αποδήμων και ευεργετών ηπειρωτών στις συγκλονιστικές προσπάθειες τους.
    Οι στρατιωτικές επιτυχίες των βορειοηπειρωτών δημιούργησαν τον κίνδυνο στους αλβανούς για ανατροπή της υφιστάμενης πραγματικότητας. Για την αποφυγή του κινδύνου αυτού ζήτησαν προσωρινή κατάπαυση των εχθροπραξιών και την κήρυξη ανακωχής, αιτήματα που έγιναν δεκτά από τους επαναστήσαντες της Β. Ηπείρου.
    Ακολούθησαν διαπραγματεύσεις, οι οποίες κατέληξαν στις 17 Μαΐου 1914 στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, στο οποίο περιλαμβάνονταν έξι βασικά σημεία της συμφωνίας, ήτοι η αναγνώριση της αυτονομίας της Β. Ηπείρου, του βασιλιά της Αλβανίας ως νόμιμου μονάρχη και της ελληνικής ως επίσημης γλώσσας της περιοχής. Η καθιέρωση ως υποχρεωτικής γλώσσας διδασκαλίας στα σχολεία της ελληνικής και ως προαιρετικής της αλβανικής. Τέλος, η πρόβλεψη αποστολής ελλήνων βορειοηπειρωτών βουλευτών στην αλβανική βουλή και το δικαίωμα διατήρησης υπό των ηπειρωτών ιδιαίτερης στρατιωτικής δύναμης.
    Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας αποτελεί το μοναδικό επίσημο έγγραφο, που έγινε αποδεκτό τόσον από την Αλβανία όσον και από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αναγνώριζε την αυτονομία της Β. Ηπείρου και συγκεκριμένα των περιοχών Αργυροκάστρου και Κορυτσάς. Καθόριζε με βάση την αριθμητική αναλογία του θρησκεύματος του πληθυσμού την οργάνωση της διοίκησης, της δικαιοσύνης, των οικονομικών και της ειδικής αστυνομικής δύναμης. Διατήρησε το εκκλησιαστικό καθεστώς και όρισε την ισότιμη παρουσία, συμμετοχή και χρήση της ελληνικής και αλβανικής γλώσσας στα διοικητικά και δικαστικά όργανα.
    Η τήρηση και εφαρμογή του Πρωτοκόλλου αντιμετώπιζε ανυπέρβλητα προβλήματα με τη χαώδη κατάσταση, που επικρατούσε στην περιοχή από τις πολυήμερες και αιματηρές ελληνοαλβανικές συγκρούσεις, οι οποίες συνεχίζονταν αμείωτες. Οι Μεγάλες Δυνάμεις απέφευγαν να αναλάβουν κάποια πρωτοβουλία και να επιβάλουν την εφαρμογή των προβλεπομένων.
    Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι γεωγραφικές συνθήκες στην Ν.Α. Ευρώπη μεταβλήθηκαν και οι Μεγάλες Δυνάμεις τον Νοέμβριο του 1921 αποφάσισαν εκ νέου την παραχώρηση της Β. Ηπείρου στην Αλβανία. Τελικά, ο εδαφικός προσδιορισμός των συνόρων Ελλάδας και Αλβανίας καθορίστηκε με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας της 27 Ιανουαρίου 1925, που υπογράφηκε από Γαλλία, Αγγλία και Ιταλία.
    Αποτέλεσμα αυτών ήταν τα προνόμια του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας να ατονίσουν και τα μειονοτικά δικαιώματα του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού να καταπατώνται και βάναυσα να παραβιάζονται.   Ακολούθησε ο συστηματικός αφελληνισμός της Β. Ηπείρου με την διακοπή της λειτουργίας των ελληνικών σχολείων και λοιπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, την κατάργηση της ελληνικής γλώσσας, την συστηματική διδασκαλία της αλβανικής ιστορίας και γεωγραφίας κ.λπ. Η μεταπολεμική περίοδος υπήρξε καταλυτική για την εξέλιξη του βορειοηπειρωτικού ζητήματος.
    Βέβαια, η Ελλάδα δεν έπαυσε να συγκαταλέγει την Β. Ήπειρο επίσημα μεταξύ των εθνικών μας διεκδικήσεων. Δεν έπαυσε να υποστηρίζει και να διεκδικεί τα δίκαια εθνικά συμφέροντα, όπως αυτά δημιουργήθηκαν από τους βορειοηπειρώτες και τις τρεις απελευθερώσεις του ελληνικού στρατού, πολλά τέκνα του οποίου πότισαν με το αίμα τους τα εδάφη της Β. Ηπείρου και σήμερα ακόμη τα οστά τους είναι διασκορπισμένα στις βουνοκορφές, τις πλαγιές, τις χαράδρες, τα βοσκοτόπια και τα χωράφια της Β. Ηπείρου.
    Σήμερα, βασικοί πυλώνες διατήρησης του ελληνισμού της   Β. Ηπείρου παραμένουν να είναι η ελληνική γλώσσα και η ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Αυτούς τους πυλώνες πρέπει να ενισχύσουμε και στηρίξουμε όλοι μας.