Για όσους
ψάχνουν το «κάτι παραπάνω» στην οικονομική ενημέρωση.
Από το 2013 έως και το 2016 (όπως
τουλάχιστον δείχνουν οι λογιστικές καταστάσεις του πρώτου εξαμήνου της
περυσινής χρονιάς και οι εκτιμήσεις των αναλυτών), τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών
ακολούθησαν ανοδική πορεία, εξέλιξη που συνοδεύτηκε και από υψηλότερες διανομές
μετρητών προς τους μετόχους τους.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο φετινός
προϋπολογισμός αναφέρεται σε ρυθμό ανάπτυξης 2,7% και οι
περισσότεροι οίκοι προβλέπουν αύξηση
του ΑΕΠ κατά 0,8%-1,5%,
παράγοντες της χρηματιστηριακής αγοράς δηλώνουν αρκετά συγκρατημένοι στο να
διατυπώσουν ασφαλείς προβλέψεις για τη φετινή πορεία των οικονομικών επιδόσεων
των εισηγμένων εταιρειών.
Οι τρεις κυριότεροι ανασταλτικοί παράγοντες
για τις επιδόσεις των εταιρειών είναι:
α) Ο
φόβος που υπάρχει για επανάληψη των φαινομένων του… πρώτου εξαμήνου του 2015,
λόγω της καθυστέρησης στη λήψη της θετικής αξιολόγησης της χώρας από τους
εκπροσώπους των δανειστών.
β) Η
αύξηση των τιμών του πετρελαίου, που αναμένεται -αν διατηρηθεί- να αυξήσει το κόστος λειτουργίας πολλών
επιχειρήσεων και να πλήξει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
γ) Το
αναιμικό ξεκίνημα που παρατηρείται στην οικονομία από την αρχή του έτους έως
σήμερα.
Πάντως, με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα και
τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από το ρεπορτάζ, μπορούν να εξαχθούν οι παρακάτω
εκτιμήσεις:
Εξαγωγικές επιχειρήσεις:
Το 2016 αποτέλεσε ένα ακόμη έτος-ρεκόρ για
τις ελληνικές εξαγωγές, αν δεν συνυπολογιστεί η επίδραση των πετρελαιοειδών (συνήθως
δεν συνυπολογίζονται λόγω των στρεβλώσεων που επιφέρουν οι έντονες αυξομειώσεις
των τιμών τους).
Για φέτος, η Ευρωζώνη αναμένει μέσο ρυθμό
ανάπτυξης της τάξεως του 2%, με το κλίμα οικονομικών προσδοκιών να έχει
σημειώσει άνοδο κατά το τελευταίο εξάμηνο στη Ζώνη του Ευρώ. Η κατάσταση αυτή
φαίνεται να δημιουργεί κάπως καλύτερες προοπτικές για τις εξαγωγές των
ελληνικών προϊόντων στη Γηραιά Ήπειρο, ενώ επίσης κάπως καλύτερα δείχνουν να
είναι τα πράγματα σε σχέση με την προηγούμενη διετία, στο μέτωπο της Μέσης
Ανατολής.
Ακτοπλοΐα:
Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου δεν
ευνοεί.
Τουρισμός:
Οι πρώτες εκτιμήσεις αναφέρονται σε νέα
αύξηση του αριθμού των εισερχόμενων τουριστών, καθώς οι τουριστικές επιδόσεις
της γειτονικής Τουρκίας έχουν ισοπεδωθεί και ορισμένοι άλλοι μεσογειακοί
προορισμοί εμφανίζουν σημεία κορεσμού. Από την πορεία του τουρισμού δεν
επηρεάζονται μόνο οι γνωστές ξενοδοχειακές εισηγμένες αλλά για διάφορους λόγους
και άλλες εταιρείες όπως π.χ. η Αεροπορία Αιγαίου (πλήττεται,
όμως, από την άνοδο του πετρελαίου), η Autohellas, η Καράτζη και η Δάιος Πλαστικά.
Βιομηχανική παραγωγή:
Από την άνοδο των εξαγωγών και του
τουρισμού επηρεάζεται θετικά και η βιομηχανική παραγωγή. Η τελευταία εμφάνισε
το 2016 περιορισμένη ανάκαμψη, η οποία ενδεχομένως να συνεχιστεί και φέτος,
στον βαθμό που θα ομαλοποιηθεί η κατάσταση στη χώρα (δεύτερη
αξιολόγηση, ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης). Ωστόσο, οι βιομηχανικές εισηγμένες θα
επηρεαστούν και από την αύξηση των τιμών των καυσίμων.
Εσωτερική ζήτηση:
Παρά το γεγονός ότι στον Προϋπολογισμό του
2017 αναφέρεται αυξημένη εγχώρια κατανάλωση, οι ενδείξεις του Ιανουαρίου μιλούν
για μια υποχώρηση της τάξεως του 4%-5%. Και όσο η κατάσταση αβεβαιότητας
συνεχίζεται, τόσο θα δυσκολεύουν τα πράγματα για τις εισηγμένες (και όχι
μόνο)
εταιρείες που απευθύνονται κατά κύριο λόγο στην εσωτερική αγορά.
Τιμές στα commodities:
Η ανοδική πορεία που έχουν σημειώσει οι
τιμές των εμπορευμάτων διεθνώς (π.χ. αλουμίνιο, χάλυβας, βαμβάκι και νήμα) δίνουν τη δυνατότητα σε αρκετές εισηγμένες
εταιρείες που έχουν προμηθευτεί πρώτες ύλες σε χαμηλότερα επίπεδα, να
καταγράψουν μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους, τουλάχιστον κατά τους πρώτους μήνες
του 2017. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ωφελημένου για το 2017 είναι αυτό του
ομίλου Μυτιληναίος.
Ιχθυοκαλλιέργειες:
Οι τιμές της τσιπούρας είναι σαφώς
χαμηλότερες σε σχέση με πέρυσι και πιθανόν η πτώση αυτή να συνεχιστεί, στον
βαθμό που η τουρκική παραγωγή είναι μεγαλύτερη και η ζήτηση στην εσωτερική
αγορά της γειτονικής χώρας είναι μικρότερη, εξαιτίας του πολύ μειωμένου αριθμού
ξένων τουριστών.
Τσιμεντοβιομηχανία:
Η ολοκλήρωση των μεγάλων εγχώριων οδικών
αξόνων μέσα στο πρώτο εξάμηνο θα επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση κατά το δεύτερο
μισό του έτους, λόγω της προβλεπόμενης απουσίας άλλων σημαντικών projects. Το
γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα προβλεπόμενα χαμηλότερα περιθώρια κέρδους των
εξαγωγών (πιέσεις τιμών λόγω μικρότερης εσωτερικής
ζήτησης στην Τουρκία)
προβληματίζουν για τις φετινές επιδόσεις των τσιμεντοβιομηχανιών σε ό,τι αφορά
στην εγχώρια παραγωγή τους.
Κατασκευές και παράπλευροι κλάδοι:
Η ολοκλήρωση όμως των οδικών αξόνων
ενδεχομένως να επηρεάσει δυσμενώς και εταιρείες άλλων κλάδων, όπως τις
κατασκευαστικές, αλλά και εκείνες που προμηθεύουν με τα προϊόντα τους τις κατασκευαστικές
(π.χ. από εισηγμένες ΕΛΤΡΑΚ, Mevaco, Γενική Εμπορίου &
Βιομηχανίας). Οι
τελευταίες θα πρέπει να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους διάθεσης των
προϊόντων τους.
Υπόθεση Μαρινόπουλου:
Τυχόν ναυάγιο του deal
Μαρινόπουλου-Σκλαβενίτη θα αναγκάσει το σύνολο των προμηθευτών της αλυσίδας να
διαγράψει και το υπόλοιπο 50% των απαιτήσεών του (το
πρώτο 50% είχε διαγραφεί πέρυσι), που ήταν προγραμματισμένο να εισπράξει μέσα στο 2017. Στις
εισηγμένες εταιρείες που είχαν εγγράψει πέρυσι προβλέψεις για τις απαιτήσεις
τους έναντι της γνωστής αλυσίδας συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων οι Νίκας, Creta
Farms, Καραμολέγκος, ΚΡΙ ΚΡΙ και Κρητών Άρτος.