Θρυλική φιγούρα του Φαρ-Ουέστ. Γελαδάρης,
βουβαλοκυνηγός μπάρμαν και άνθρωπος του νόμου, που διετέλεσε σερίφης και
τελώνης.
Ο Πάτρικ
Φλόιντ Γκάρετ (Patrick Floyd "Pat" Garrett)
γεννήθηκε στην πόλη Κασέτα της Αλαμπάμα στις 5 Ιουνίου 1850 και μεγάλωσε στο Χέινσβιλ της Λουιζιάνας. Σε ηλικία 19 ετών εγκατέλειψε την
οικογενειακή στέγη για να δουλέψει ως γελαδάρης
(cowboy) στο Τέξας. Το 1875 άλλαξε επάγγελμα κι
έγινε βουβαλοκυνηγός. Το 1878
σκότωσε ένα συνάδελφό του βουβαλοκυνηγό, ευρισκόμενος σε άμυνα, όταν αυτός του
επιτέθηκε με τσεκούρι, ύστερα από ένα καυγά.
Ο τόπος δεν τον χωρούσε και ο Γκάρετ μετακόμισε στο γειτονικό Νέο Μεξικό. Αρχικά δούλεψε ως γελαδάρης και στη συνέχεια άνοιξε το δικό του σαλούν. Διακρινόταν για το ύψος του και οι
ντόπιοι του κόλλησαν το παρατσούκλι Μακρυγιάννης (Long John).
Το 1879 παντρεύτηκε τη Χουανίτα Γκουτιέρεζ και όταν αυτή πέθανε στη γέννα τον επόμενο
χρόνο, την αδελφή της Απολινάρια, η
οποία του χάρισε εννέα
παιδιά.
Τον Νοέμβριο του
1880 ο σερίφης της κομητείας Λίνκολν
του Νέου Μεξικού παραιτήθηκε μη αντέχοντας τον πόλεμο των παρανόμων που
είχε ξεσπάσει στην περιοχή του. Ο κυβερνήτης της πολιτείας Λιού Γουάλας (ο συγγραφέας του Μπεν Χουρ)
διόρισε στη θέση του τον Πατ Γκάρετ,
που εν τω μεταξύ είχε αποκτήσει φήμη ικανού πιστολά και ήταν μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, όπως και ο κυβερνήτης.
Αμέσως, ο
Γκάρετ βάλθηκε να ξεπαστρέψει την περιοχή από τους παρανόμους, με πρώτο
και καλύτερο τον Χένρι Μακ Κάρτι, ένα
νεαρό φυγόδικο, γνωστό με το ψευδώνυμο Μπίλι δε Κιντ (Billy The Kid). Ο ΜακΚάρτι φημολογείτο ότι είχε σκοτώσει 21 ανθρώπους, έναν για κάθε χρόνο της ζωής του, και
είχε επικηρυχθεί από τον κυβερνήτη για το ποσό των 373.47 δολαρίων.
Ήταν ο παράνομος που θα
χαρίσει τη δόξα στον Πατ Γκάρετ.
Γύρω στα μεσάνυχτα της 14ης Ιουλίου 1881 ο Γκάρετ μπήκε κρυφά στο σπίτι του Μάξγουελ, αλλά ο Μπίλι δε Κιντ, που λαγοκοιμόταν σε διπλανό δωμάτιο, αντιλήφθηκε
ότι κάτι παράξενο συμβαίνει και μπήκε στο δωμάτιο του Μάξγουελ. Ο Μπίλι δε Κιντ
δεν αναγνώρισε τον άνθρωπο που στεκόταν στη σκιά. «Ποιος είναι;» φώναξε δύο φορές. Ο Γκάρετ, αντί άλλης απαντήσεως, τον πυροβόλησε κατευθείαν στην
καρδιά.
Ο τρόπος που σκότωσε τον Μπίλι δε Κιντ διχάζει τους
ιστορικούς. Ο Γκάρετ ισχυρίστηκε
ότι ο Μπίλι δε Κιντ οπλοφορούσε, γι’ αυτό
τον πυροβόλησε πρώτος. Όμως, όπλο
δεν βρέθηκε στη σκηνή του συμβάντος, γεγονός που σημαίνει ότι ο Γκάρετ τον πυροβόλησε χωρίς προειδοποίηση, αμαυρώνοντας έτσι τη φήμη ως ανθρώπου του νόμου.
Μετά την εξολόθρευση του Μπίλι δε Κιντ και σειράς άλλων παρανόμων, η
φήμη του Γκάρετ ανέβηκε κατακόρυφα και
κλήθηκε και σε άλλα μέρη εκτός Νέου Μεξικού για να επιβάλλει τον
νόμο. Το 1882, μετά τη λήξη της θητείας του στο Λίνκολν, έθεσε υποψηφιότητα για σερίφης στην
κομητεία Γκραντ, αλλά δεν εξελέγη. Δύο χρόνια αργότερα
έβαλε υποψηφιότητα για γερουσιαστής, αλλά και πάλι απέτυχε. Τότε
αποσύρθηκε από το Νέο Μεξικό και μετακόμισε στο Τέξας, όπου ανέλαβε λοχαγός σ’ ένα τοπικό
αστυνομικό σώμα, τους Ρέιντζερς.
Το 1989
επανήλθε στο Νέο Μεξικό για να διεκδικήσει τη
θέση του σερίφη στην κομητεία Τσάβες, αλλά
και πάλι ηττήθηκε στις εκλογές. Το 1896 τα
κατάφερε στην κομητεία Δόνια Άνα του Νέου Μεξικού,
προκειμένου να αντιμετωπίσει μία δύσκολη και σκοτεινή υπόθεση, την εξαφάνιση του εισαγγελέα Φάουντεν και του
μικρού του γιου, για την οποία υπήρχαν υπόνοιες ότι ευθύνονταν
αστυνομικοί που ήταν άνθρωποι του δικαστή Φολ.
Ο Γκάρετ κατάφερε να τους
οδηγήσει ενώπιον της δικαιοσύνης, αλλά αυτοί
αθωώθηκαν.
Η ιστορία του Πατ Γκάρετ και του Μπίλι δε Κιντ έχει μεταφερθεί δεκάδες φορές στον κινηματογράφο, με κορυφαίο το γουέστερν του Σαμ Πέκινπα Pat Garrett & Billy the Kid, παραγωγής 1973, τη μουσική του οποίου έγραψε ο Μπομπ Ντίλαν.