ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

ΦΟΒΟΥ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΙΑΝΟΥΣ ΚΑΙ «ΔΩΡΑ» ΦΕΡΟΝΤΑΣ



Γεώργιος Επιτήδειος Αντγος ε.α Ευρωβουλευτής Λαϊκού Συνδέσμου Χρυσή Αυγή
            Μετά από μία περίοδο πολιτικής αστάθειας στα Σκόπια, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του Ζάεφ, φέρνει πάλι στο προσκήνιο το θέμα της ονομασίας της χώρας, με αντικειμενικό σκοπό να άρει τις επιφυλάξεις της Ελλάδος καί να δεχθεί να γίνουν τα Σκόπια μέλος του ΝΑΤΟ καί της ΕΕ με την προσωρινή ονομασία FYROM.  Σε μία μάλιστα επίδειξη καλής θελήσεως καί διαλλακτικότητος, έχει περιορίσει σημαντικά την εθνικιστική καί αλυτρωτική ρητορική, κάνει μετριοπαθείς δηλώσεις, ο δε πρωθυπουργός Ζάεφ έφθασε στο σημείο να ανακοινώσει πως θα αφαιρεθούν από τα Σκόπια τα αγάλματα των Φιλίππου καί Μεγάλου Αλεξάνδρου, ώστε να μη προκαλούνται οι Έλληνες. Οι παραπάνω όμως κινήσεις είναι υποκριτικές. Τα Σκόπια δεν πρόκειται να μετακινηθούν από τις θέσεις τους ούτε προτίθενται να δεσμευθούν απέναντι στην Ελλάδα ότι θα κάνουν ουσιαστικές προσπάθειες προς επίτευξη λύσεως. Ο Ζάεφ δήλωσε σαφώς πως κανείς πολιτικός δεν θα ζητήσει την αλλαγή της Συνταγματικής ονομασίας της χώρας καί ο υπουργός Εξωτερικών Ντιμιτρώφ, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, επεσήμανε ότι η λύση που θα συμφωνηθεί στο ΝΑΤΟ με την Ελλάδα, θα είναι μόνο γιά διεθνή χρήση.
            Από τότε που ο Τίτο αποφάσισε να ονομάσει τα Σκόπια «Μακεδονία», το όνομα αυτό απετέλεσε τον μοναδικό συνδετικό κρίκο της ενότητος των διαφορετικών εθνοτήτων της χώρας. Δύο γενεές Σκοπιανών γαλουχήθηκαν με τον μύθο της «Μακεδονικής» εθνότητος, της «Μακεδονικής» γλώσσας καί του «Μακεδονικού» κράτους. Χωρίς αυτά, το κράτος τους θα διαλυθεί. Αυτή ακριβώς είναι η αγωνία, ο εφιάλτης τους καί τον κίνδυνο της διαλύσεως του κράτους προβάλλουν ως επιχείρημα όταν τους ζητείται να εξηγήσουν γιατί επιμένουν να καπηλεύονται το όνομα της Μακεδονίας καί να εκφράζουν επεκτατικές βλέψεις κατά της Ελλάδος. Κατά το παρελθόν η πολιτική αυτή είχε επιτυχία. Το ΝΑΤΟ καί ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, με εχθρικές προς αυτές όλες τις γειτονικές χώρες των Σκοπίων, με δεδομένη καί έντονη την ρωσική επιρροή στην περιοχή καί με μόνη χώρα του ΝΑΤΟ την Ελλάδα, επεδίωκαν πάση θυσία την διατήρηση των Σκοπίων, ως ζώνη ασφαλείας (Buffer Zone) απέναντι στη Ρωσία. Στην σκοπιμότητα αυτή οφείλοντο καί οι πιέσεις που ασκούσαν συνεχώς στην Ελλάδα γιά να αποδεχθεί ως λύση ακόμη καί το όνομα «Μακεδονία».
            Στην σημερινή όμως εποχή η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην. Η Βουλγαρία, η Αλβανία καί το Μαυροβούνιο είναι πλέον χώρες του ΝΑΤΟ καί οι ΗΠΑ δεν ανησυχούν ιδιαίτερα γιά το εάν διαλυθούν τα Σκόπια καί ένα τμήμα τους ενσωματωθεί στην Αλβανία, ένα άλλο στην Βουλγαρία, ή εάν η Ελλάδα διεκδικήσει την περιοχή του Μοναστηρίου στην οποία κατοικούν περίπου 200.000 Έλληνες. Ο μόνος ανασταλτικός παράγοντας να συμβεί αυτό είναι η πιθανή δημιουργία της μεγάλης Αλβανίας, που θα πυροδοτήσει τις έντονες αντιδράσεις των γειτονικών χωρών καί θα δημιουργήσει μία εκρηκτική κατάσταση. Η μόνη χώρα η οποία δεν επιθυμεί την διάλυση των Σκοπίων ούτε όμως καί την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ είναι η Ρωσία η οποία, μετά την ένταξη καί του Μαυροβουνίου καί την σταδιακή προσέγγιση της Σερβίας προς την Δύση, δεν θα έχει πλέον δυνατότητα προσβάσεως στα Βαλκάνια. Όσο καί αν ακούγεται παράξενο, κατά την παρούσα συγκυρία, η μόνη χώρα που εγγυάται την επιβίωση των Σκοπίων είναι η Ελλάδα. Τούτο διότι είναι η μόνη χώρα που δεν προβάλλει εδαφικές διεκδικήσεις, ενισχύει την οικονομία των Σκοπίων καί δεν ασκεί, προς το παρόν τουλάχιστον, αποτελεσματικά το δικαίωμα της αρνησικυρίας (veto) γιά την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ καί την Ευρωπαϊκή Ένωση.  
            Από την άλλη πλευρά, οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή, πιέζουν το ΝΑΤΟ να εντάξει σ’ αυτό τα Σκόπια, ώστε να μην επιτρέψει στην Ρωσία να επηρεάζει τις καταστάσεις στα Βαλκάνια. Την υπόψη αναγκαιότητα την γνωρίζουν τα Σκόπια καί, επιδιώκουν να παγιδεύσουν την Ελλάδα ώστε να συναινέσει να γίνουν αποδεκτά ως FYROM κατά παράβαση βεβαίως των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, σύμφωνα με τους οποίους, ένα κράτος δεν είναι δυνατόν να γίνει μέλος των διεθνών οργανισμών με την προσωρινή του ονομασία. Γιά τον λόγο αυτόν άλλωστε, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιένς Στόλτενμπεργκ έχει διαμηνύσει σαφώς στους Σκοπιανούς πως πρέπει πρώτα να επιλυθεί το θέμα του ονόματος καί κατόπιν θα γίνουν μέλη της Συμμαχίας.
            Την στιγμή λοιπόν αυτήν η Ελλάδα βρίσκεται διπλωματικά, σε θέση ισχύος καί πρέπει να εκμεταλλευθεί αυτό το πλεονέκτημα. Επ΄ ουδενί πρέπει να δεχθεί την πρόταση να ενταχθούν πρώτα τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ καί την ΕΕ καί κατόπιν να συνεχισθούν οι διαπραγματεύσεις γιά το όνομα, γιά να εξασφαλισθεί η σταθερότητας στην περιοχή των Βαλκανίων. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο είναι βέβαιο ότι θα χάσουμε οριστικά το θέμα του ονόματος. Όλοι θα αποκαλούν τα Σκόπια «Μακεδονία» καί ουδείς θα ενδιαφέρεται γιά την επίλυση του θέματος της ονομασίας. Ακόμη χειρότερα. Ως μέλος των προαναφερθέντων διεθνών οργανισμών τα Σκόπια θα έχουν το δικαίωμα του veto, οπότε θα αποτρέπουν κάθε προσπάθειά μας να ασχοληθούμε με ένα πρόβλημα το οποίο θα απασχολεί πλέον μόνον εμάς. Επιβάλλεται συνεπώς να μη κάνουμε την παραμικρή παραχώρηση. Οφείλουμε να δώσουμε τόσο στα Σκόπια όσο καί σε όλους τους εταίρους μας στο ΝΑΤΟ καί την ΕΕ πως δεν θα επιτρέψουμε την ένταξη ενός κράτους που δεν πληροί τους προβλεπομένους όρους, καί έχει επεκτατικές βλέψεις εις βάρος μας. Θα το δεχθούμε μόνον εάν εξευρεθεί λύση, η οποία θα σέβεται την ιστορία της Ελλάδας και θα διαφυλάττει την ελληνικότητα του ονόματος της Μακεδονίας.
            Όλα όμως τα παραπάνω πρέπει να γίνουν γρήγορα, διότι είναι δεδομένο πως κατά την επομένη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η χώρα μας θα γίνει αποδέκτης σφοδρών πιέσεων αναφορικά με το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων και την προοπτική της εντάξεώς τους στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Ας μη λησμονούμε επίσης καί την βέβαιη εμπλοκή της Τουρκίας η οποία ανέκαθεν ήταν ο βασικός υποστηρικτής της ανθελληνικής υστερίας των Σκοπίων καί της αδιαλλαξία τους εναντίον μας. Όσο πιό σύντομα καταστήσουμε σαφές ότι τα Σκόπια ακόμα κι αν ενταχθούν στο ΝΑΤΟ δεν θα πάψουν να αποτελούν ένα προβληματικό εταίρο και μία πηγή αστάθειας το οποίο δεν θα δεχθούμε, τόσο περισσότερες ελπίδες θα έχουμε να επιλύσουμε προς το συμφέρον μας το πρόβλημα της ονομασίας τους.